Μισθοφόροι, κατάσκοποι και διπλοί πράκτορες συνωστίζονται στην Μπογκοτά, την «Καζαμπλάνκα των Ανδεων», όπου όλοι συνωμοτούν για τον έλεγχο της γειτονικής Βενεζουέλας. Οι γεωπολιτικές κρίσεις δημιουργούν αναπάντεχα κέντρα κατασκοπείας. Στον Ψυχρό Πόλεμο ήταν το Δυτικό Βερολίνο, πριν από τον πόλεμο στο Ιράκ ήταν το Αμμάν της Ιορδανίας. Σήμερα η παγκόσμια προσοχή είναι στραμμένη στη Βενεζουέλα. Ο αμερικανός πρόεδρος Τραμπ και περισσότερες από 50 χώρες υποστηρίζουν ως μεταβατικό πρόεδρο τον ηγέτη της αντιπολίτευσης Χουάν Γκουαϊδό ενώ η Ρωσία, η Κίνα, η Τουρκία και η Κούβα υποστηρίζουν τον Νικολάς Μαδούρο, που συνεχίζει να έχει την υποστήριξη του στρατού της Βενεζουέλας.

Η Μπογκοτά έχει μετατραπεί σε εικονικό πεδίο μάχης των δυνάμεων που μάχονται στη Βενεζουέλα. Σύμφωνα με το Bloomberg, οι πωλητές γλυκών στην πρωτεύουσα της Κολομβίας μπορεί στην πραγματικότητα να είναι μέλη μιας μονάδας αντικατασκοπείας γνωστής ως «La Sombra» (Η Σκιά) την οποία έστειλε ο Μαδούρο, και οι μεσήλικοι που κάθονται στα καφέ μπορεί είναι καθηγητές που έφυγαν από τη Βενεζουέλα για να γλιτώσουν τη σύλληψη, ενώ οι κοντοκουρεμένοι νεαροί που πίνουν μπίρα στο Hotel Dann Carlton μπορεί να είναι μισθοφόροι και πρώην αξιωματικοί του βενεζουελανικού στρατού που σχεδιάζουν την επόμενη κίνησή τους.

Ο Σκριπάλ και οι 3.000 Αμερικανοί

Προτού τον δηλητηριάσουν οι Ρώσοι στην Αγγλία, ο Σεργκέι Σκριπάλ, ο πρώην διπλός πράκτορας που εργαζόταν για τη βρετανική υπηρεσία πληροφοριών ΜΙ6, είχε πάει στην Μπογκοτά για να βοηθήσει τους Κολομβιανούς να σχεδιάσουν τι να κάνουν με την αυξανόμενη ρωσική παρουσία στη χώρα τους. Η Κούβα επίσης έχει αυξήσει την παρουσία της, όπως και οι ΗΠΑ που διατηρούν στην Μπογκοτά μια από τις μεγαλύτερες αποστολές τους στον κόσμο με 3.000 άτομα. Εν τω μεταξύ, όλο και περισσότεροι Βενεζουελανοί καταφθάνουν καθημερινά.

Ο 77χρονος Ουμπέρτο Καλντερόν, πρώην υπουργός Ενέργειας της Βενεζουέλας και πρώην πρόεδρος του OPEC, είναι ο «πρέσβης» στην Κολομβία της «κυβέρνησης» του Γκουαϊδό. Αν και ο Καλντερόν πήρε τον έλεγχο της επίσημης πρεσβείας της Βενεζουέλας όταν η Κολομβία αναγνώρισε τον Γκουαϊδό και απέσυρε το διπλωματικό καθεστώς των εκπροσώπων του Μαδούρο, εργάζεται από την κατοικία του. «Δεν μετακινούμαστε πολύ για να μην τους δώσουμε την ευκαιρία να μας ακολουθήσουν» λέει.

Βενεζουελανοί αντιφρονούντες που έφυγαν από τη χώρα τους για να αποφύγουν τη φυλάκιση παρακολουθούνται στην Μπογκοτά από πράκτορες του Μαδούρο. Σε ορισμένους η Κολομβία παρέχει φύλαξη.

Αντιφρονούντες στρατιωτικοί

Υπάρχουν επίσης πολλοί πρώην στρατιωτικοί από τη Βενεζουέλα που εγκαταστάθηκαν στην Μπογκοτά για να σχεδιάσουν πραξικόπημα στο Καράκας. Ενας από αυτούς ζει σε άλλη πόλη της Κολομβίας και επισκέπτεται τακτικά την πρωτεύουσα για να συναντηθεί με άλλους αντιφρονούντες αξιωματικούς. Φοράει τζιν και μακό, μένει σε ταπεινά ξενοδοχεία και χρησιμοποιεί τη δημόσια συγκοινωνία για να εντοπίζεται δυσκολότερα. Δεν θέλει να δημοσιευτεί το όνομά του και δεν απαντά στις ερωτήσεις του Bloomberg για όπλα. Η Κολομβία απαγορεύει στους Βενεζουελανούς να κρατούν τα όπλα τους (αν και αυτοί τα κρατούν).

Αλλος πρώην στρατιωτικός από τη Βενεζουέλα, ο Κάρλος Γκιγέν, λέει ότι είναι υπερήφανος για τη δραστηριότητά του κατά του Μαδούρο και αρνείται να κρυφτεί πίσω από την ανωνυμία. Στη συνάντηση με τον δημοσιογράφο του Bloomberg, που έγινε με προφυλάξεις ασφαλείας, υποστήριξε ότι έχει συνεργάτες στα κεντρικά των υπηρεσιών ασφαλείας της Βενεζουέλας.

Οι Αρχές της Κολομβίας θέλουν να δουν τον Μαδούρο να απομακρύνεται από την εξουσία αλλά η παρουσία οπλισμένων πρακτόρων στη χώρα τούς προκαλεί νευρικότητα. Στις 23 Φεβρουαρίου, όταν πολιτοφυλακές του Μαδούρο μπλόκαραν τη διεθνή ανθρωπιστική βοήθεια στα σύνορα με την Κολομβία, περισσότεροι από 1.000 βενεζουελανοί στρατιωτικοί ζήτησαν άσυλο από την Μπογκοτά. Οι Κολομβιανοί τους καλοδέχθηκαν αλλά ανησυχούν ότι μερικοί μπορεί να είναι κατάσκοποι. Συνέλαβαν ορισμένους ως ανθρώπους του Μαδούρο που είχαν εισχωρήσει στους πρόσφυγες. Η εισροή βενεζουελανών προσφύγων θέτει πολλές προκλήσεις στην κολομβιανή κυβέρνηση.

Αφότου κέρδισε την ανεξαρτησία της τον 19ο αιώνα, η Κολομβία δεν αισθάνθηκε ποτέ την ανάγκη να περάσει ούτε έναν νόμο για τον περιορισμό ή τη ρύθμιση της μετανάστευσης – γιατί ελάχιστοι ξένοι ήθελαν να μεταναστεύσουν στη χώρα. Ωσπου, τους τελευταίους μήνες, Βενεζουελανοί άρχισαν να καταφθάνουν μαζικά κυνηγημένοι από το καθεστώς Μαδούρο ή από τη φτώχεια.

«Δεν ήμασταν προετοιμασμένοι» λέει ο ταγματάρχης Βίκτορ Γκέρα της τελωνειακής αστυνομίας. «Τώρα βρισκόμαστε στη διαδικασία δημιουργίας ενός συστήματος για να βλέπουμε αν κάποιος μπήκε στη χώρα για τους λόγους που επικαλείται ή όχι και, κυρίως, ποιος πραγματικά είναι».