Οι ερευνητές έχουν βρει ένα σετ γονιδίων που θεωρούν ότι συνδέεται με την προθυμία μας να παίρνουμε ρίσκα. Αν και υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένο γονίδιο ρίσκου, πιστεύουν ότι οι 124 γενετικές παραλλαγές που ανακάλυψαν μπορούν να κάνουν τους ανθρώπους πιο επιρρεπείς στη ριψοκίνδυνη συμπεριφορά. Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Γενετική της Φύσης, αποδεικνύει την επιρροή της γενετικής σε πολλές συγκεκριμένες συμπεριφορές.

‘Το να είμαστε πρόθυμοι να πάρουμε ρίσκο είναι απαραίτητο στο να επιτύχουμε στο μοντέρνο κόσμο’, είπε ο Άμπρααμ Πάλμερ, επικεφαλής της έρευνας. ‘Ξέρουμε όμως ότι η λήψη πολλών ρίσκων ή το να μην ζυγίζουμε τις συνέπειες των ριψοκίνδυνων αποφάσεων, όπως το κάπνισμα, το αλκοόλ ή τα ναρκωτικά οδηγεί ενίοτε σε άσχημα αποτελέσματα’.

Οι ερευνητές λένε ότι αν και καμία παραλλαγή από μόνη της δεν επηρεάζει τη ριψοκίνδυνη συμπεριφορά, αυτή η μελέτη ανοίγει νέους δρόμους στο θέμα αυτό. Η ομάδα ελπίζει ότι θα κατανοήσει τη θεμελιώδη μοριακή και κυτταρική διεργασία που διαμορφώνει την ανθρώπινη συμπεριφορά και θα μάθει πώς μπορεί να προληφθεί η κατάχρηση ουσιών.

‘Το να παίρνουμε ρίσκο έχει συσχετιστεί με πολλές ψυχιατρικές διαταραχές. Για παράδειγμα, οι ασθενείς με διαταραχές άγχους μπορεί να αντιλαμβάνονται αυξημένο άγχος σε ορισμένες περιστάσεις και για αυτό να τις αποφεύγουν. Η κατανόηση της γενετικής βάσης είναι σημαντική ως προς την κατανόηση και την ανάπτυξη καλύτερων θεραπειών΄.

Οι γενετικοί παράγοντες αφορούν επικίνδυνες συμπεριφορές, όπως η γρήγορη οδήγηση, το κάπνισμα, το ποτό, οι επικίνδυνες επενδύσεις και οι ακραίες σεξουαλικές συμπεριφορές. Η επίδραση καθενός από τα 124 γονίδια είναι πολύ μικρή αλλά οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο συνδυασμός τους μπορεί να έχει πολύ σημαντικό αντίκτυπο. ‘Τα αποτελέσματά μας δείχνουν το ρόλο συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου που έχουν παλαιότερα εντοπιστεί σε άλλες μελέτες ως περιοχές της λήψης αποφάσεων’.