Γρηγόρης
Αζαριάδης Σκοτεινός λαβύρινθος
Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2018
σελ. 504, τιμή 16,60 ευρώ
Ο Γρηγόρης Αζαριάδης (1951) έχει επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τους σκανδιναβούς ομοτέχνους του. Μπορεί ο ίδιος να δηλώνει πως λατρεύει τη γαλλική σχολή, κυρίως τον Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, το κλασικό νουάρ και τον Ρέιμοντ Τσάντλερ, ή τον Γιάννη Μαρή και τον Πέτρο Μάρκαρη, ωστόσο οι επιρροές του από τον Γιου Νέσμπο, τον Στιγκ Λάρσον και τον Αρνε Νταλ είναι μεγάλες. Στο τέταρτο αστυνομικό του μυθιστόρημα, το Σκοτεινός λαβύρινθος, η αρχή είναι σκανδιναβική. Τον Σεπτέμβριο του 2014 ένας ψηλός και γυμνασμένος άντρας εκτελεί με πυροβόλο όπλο κάπου στην Αττική μια ολόκληρη οικογένεια μαζί και ένα πεντάχρονο αγοράκι που φωνάζει «Μαμά, μαμά. Πού είσαι;». Η σκηνή είναι άγρια, εντελώς σκανδιναβική: «Το αίμα ρέει ακατάσχετα καλύπτοντας τα πάντα γύρω μ’ ένα αλλόκοσμο πορφυρό χρώμα […] Παντού γύρω ακόμα. Μόνο αίμα».
Στο τρίτο κεφάλαιο μια ομάδα αστυνομικών αναλαμβάνει τη διαλεύκανση της σκοτεινής υπόθεσης, τη δολοφονία της οικογένειας Μαυρονικόλα, μαζί και η αστυνόμος Τρύπη. Το κίνητρο της δολοφονίας είναι ξεκάθαρο, κάποτε ο πατέρας Μαυρονικόλας συμμετείχε σε μια συμμορία που έκανε ληστείες σε σπίτια πλουσίων και πήρε ένα πακέτο με κοκαΐνη. Στην πορεία των ερευνών εμφανίζεται η Σοφία Μαυρονικόλα που έλειπε στο εξωτερικό. Θέλει να πάρει εκδίκηση, είναι μια Ελληνίδα Λίσμπετ Σαλάντερ, ηρωίδα του Λάρσον, η απόλυτη τιμωρός, που στο τέλος θα εντοπίσει τον δολοφόνο και θα τον τιμωρήσει. Ο Σκοτεινός λαβύρινθος είναι το πιο άρτιο μυθιστόρημα του Γρηγόρη Αζαριάδη. Στόχος του συγγραφέα είναι να εντυπωσιάσει τους αναγνώστες με τη δράση των ηρώων, να τους εισαγάγει στον κόσμο των αδίστακτων επιχειρηματιών, των πληρωμένων δολοφόνων. Επίσης, θέλει να τους μυήσει στον ψυχικό κόσμο της Σοφίας, να τους κάνει να κατανοήσουν την ανάγκη της για εκδίκηση. Οι σκανδιναβικές επιρροές ενδεχομένως δεν μειώνουν το ενδιαφέρον των αναγνωστών, αφού οι ανατροπές που επινοεί ο συγγραφέας τούς αποζημιώνουν με το παραπάνω.
Γιώργος Σερβετάς
Η γυναίκα με το όπλο
Χώρος δράσης του μυθιστορήματος Η γυναίκα με το όπλο είναι βασικά η Λεμεσός και η Κύπρος. Στην αρχή η ηρωίδα, η Νατάσα, σπάζει το παράθυρο ενός αυτοκινήτου, ρίχνει βενζίνη και πετάει μέσα έναν αναμμένο αναπτήρα. Πριν από κάμποσα χρόνια, όταν βρισκόταν στην Πάτρα, είπε σε έναν άντρα: «Θέλω να έχω λεφτά». Ετσι αρχίζει το κάπως νουάρ μυθιστόρημα Η γυναίκα με το όπλο του Γιώργου Σερβετά (1978). Λέμε «κάπως» διότι τούτο το πρώτο μυθιστόρημα του συγγραφέα, μολονότι μοιάζει με σενάριο, έχει πολλές αρετές που το καθιστούν αξιανάγνωστο, μα του λείπει μια πρόσθετη επεξεργασία. Το νουάρ είναι δύσκολο λογοτεχνικό είδος και γι’ αυτό ελάχιστοι συγγραφείς στην Ελλάδα ασχολούνται με αυτό –πολλοί το συγχέουν με το αστυνομικό. Τα καλύτερα νουάρ μυθιστορήματα τα γράφουν οι Γάλλοι (π.χ. Ερβέ Λε Κορ), οι οποίοι έχουν επηρεαστεί από τον Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, τον εισηγητή του νέου γαλλικού αστυνομικού μυθιστορήματος.
Αργότερα, η Νατάσα βρίσκεται στην Ιτέα μέσα σε ένα αμάξι που οδηγεί ο Αλέξανδρος και τσακώνονται για λεφτά. Πάλι στην Κύπρο, η Νατάσα και ο Αλέξανδρος συνεργάζονται με Ρώσους, Ουκρανούς και Γεωργιανούς που ασχολούνται με παράνομες δουλειές. Ενας από τους ήρωες που εμπλέκονται στην ιστορία είναι και ο Αγγελος, ζωγράφος το επάγγελμα, που κρύβει μυστικά και ντοκουμέντα. Τον νουάρ χαρακτήρα του μυθιστορήματος τον διαμορφώνουν οι τολμηροί διάλογοι, οι ερωτικές σκηνές μεταξύ ανδρών και γυναικών ή μεταξύ γυναικών, τα μπαρ, οι νυχτερινές έξοδοι, οι πυροβολισμοί που σκοτώνουν. Υπάρχουν αναφορές στον νεκρό Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, στον Δεκέμβρη του 2008, στα φοιτητικά αμφιθέατρα, στη Χρυσή Αυγή. Ωστόσο, το λογοτεχνικό αποτέλεσμα θα ήταν καλύτερο αν ο συγγραφέας φρόντιζε να απαλείψει από την αφήγηση τις ασάφειες, τις αοριστίες και τα άσκοπα υπονοούμενα που δεν συμβάλλουν στην αναγνωστική απόλαυση. Ελπίζουμε πως το επόμενο έργο του θα είναι αρτιότερο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ