Για πολύ καιρό στον ΣΥΡΙΖΑ πίστευαν ότι το ισχυρό όπλο –ή το τελευταίο καταφύγιό τους– είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός, με την ικανότητα του να επικοινωνεί με τον λαό, να περνάει μια εικόνα σοβαρότητας και να μπορεί να δίνει την εντύπωση ενός πραγματικού κυβερνήτη.
Η εβδομάδα αυτή, εβδομάδα μιας πραγματικής εθνικής τραγωδίας αλλά και μεγάλων ευθυνών της κυβέρνησης, ήταν η εβδομάδα που κατέρρευσε αυτή η πεποίθηση. Η επικοινωνιακή κατάρρευση του πρωθυπουργού ήρθε να υπογραμμίσει οδυνηρά την κατάρρευση του κυβερνητικού μηχανισμού στην αναμέτρηση με μια μεγάλη κρίση.
Καταρχάς είχαμε την αρχική υποτίμηση της κρισιμότητας της κατάστασης που τονίστηκε από το ίδιο το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός προτίμησε να πάει στο Μοστάρ να πάρει ένα βραβείο παρά να μείνει στην Ελλάδα κατά την πιο επικίνδυνη μέρα του χρόνου για την εκδήλωση πυρκαγιών.
Στις 6.40 μμ τη Δευτέρα και ενώ στην Αττική είναι σε πλήρη καταστροφική εξέλιξη οι πυρκαγιές, ο λογαριασμός tweeter του πρωθυπουργού αμέριμνος αναφέρει «Συνάντηση με τον Προεδρεύοντα του Συμβουλίου Υπουργών της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης κ. Ντενις Σβιντβιτς σήμερα στο Μόσταρ», με τους χρήστες να σχολιάζουν οργισμένα από κάτω ότι την ίδια ώρα «καίγεται η μισή Αττική».
Στις 8.22 μμ και ενώ πια έχουμε αρχίσει να συνειδητοποιούμε ότι πάμε σε καταστροφή χωρίς προηγούμενο, ο λογαριασμός tweeter του πρωθυπουργού, αφού επισημαίνει ότι καταβάλλονται μεγάλες προσπάθειες, αναφέρει ότι «προβληματίζει» το γεγονός ότι αναφέρθηκαν «ταυτόχρονα παράλληλα πολλές εστίες ανατολικά και δυτικά».
Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι πάμε σε καταστροφή χωρίς προηγούμενο και επιλέγει να κάνει προκαταβολικό damage control λανσάροντας ουσιαστικά τη θεωρία ότι όλα οφείλονται σε εμπρησμό.
Θεωρία συνωμοσίας
Η προσπάθεια αυτή επικοινωνιακής μετάθεσης των ευθυνών κλιμακώνεται το ίδιο βράδυ με τις δηλώσεις του πρωθυπουργού στο Κέντρο Επιχειρήσεων του Πυροσβεστικού Σώματος. Πέραν του αμιγώς επικοινωνιακού χαρακτήρα της επίσκεψης, που έγινε για να δοθεί μια εικόνα «κυβερνήτη» που ενημερώνεται, «κατευθύνει», «ηγείται», η επίσκεψη σκοπό έχει να επιμείνει σε μια ιδιότυπη θεωρία συνωμοσίας.
Ο πρωθυπουργός υπογραμμίζει ότι έχουμε να κάνουμε με «ασύμμετρο φαινόμενο». Η φράση παρέπεμπε σε «σχέδιο αποσταθεροποίησης» ή σε τρομοκρατική ενέργεια, όμως όλοι θυμήθηκαν τη θυμηδία που είχε προκαλέσει η προσπάθεια του Βύρωνα Πολύδωρα το 2007 να αποδώσει την ευθύνη σε «ασύμμετρη απειλή» και όχι στα ελλείμματα του κρατικού μηχανισμού.
Ήδη από τη νύχτα η Ελλάδα συνειδητοποιεί ότι έχουμε να κάνουμε όχι απλώς με μια μεγάλη καταστροφή αλλά με μια πολύνεκρη τραγωδία. Η προσπάθεια να αποδοθεί το φαινόμενο σε «ασύμμετρη απειλή» εγκαταλείπεται άρον άρον και επιλέγεται η προσπάθεια να δώσει ο πρωθυπουργός την εικόνα της ενότητας, του συλλογικού πένθους και του κοινού αγώνα.
Το τριήμερο εθνικό πένθος, που σέβεται και η αντιπολίτευση, επιτρέπει στην κυβέρνηση να αποσύρει τα στελέχη της από τη σφαίρα της δημοσιότητας, έτσι ώστε να μην χρειάζεται να απολογηθούν για τα αμείλικτα ερωτήματα για την απουσία σχεδιασμού και προετοιμασίας που από την αρχή κυριαρχούν.
Ταυτόχρονα, όλοι βλέπουν με έκπληξη τον πρωθυπουργό να μιλά για πένθος αλλά να μην αναλαμβάνει καμία ευθύνη και να υπεκφεύγει με την αναφορά ότι δεν είναι ώρα για τα «πώς και τα γιατί».
Η κυβέρνηση δοκιμάζει την επικοινωνιακή αντεπίθεση την Τετάρτη 25/07 με το μεγάλο πακέτο μέτρων για την αποκατάσταση των ζημιών και τη βοήθεια στα θύματα.
Το πακέτο είναι ομολογουμένως το πιο γενναιόδωρο που έχει υπάρξει σε ανάλογη περίσταση. Ωστόσο, δεν δείχνει να κατευνάζει την οργή των κατοίκων, που δίνουν όλο και περισσότερα στοιχεία για την κατάσταση χάους που επικράτησε, ούτε τα ερωτήματα της κοινωνίας που εξακολουθεί να μην βλέπει ανάληψη ευθύνης από παντού.
Την Πέμπτη ο επικοινωνιακός μηχανισμός της κυβέρνησης καταρρέει καθώς αναδεικνύει μια πεισματική άρνηση ανάληψης οποιασδήποτε ευθύνης και μια διαρκής αυτάρεσκη επιμονή ότι όλα έγιναν με τον καλύτερο τρόπο.
Το χάος με Καμμένο και η συνέντευξη
Το πρωί είναι ο Πάνος Καμμένος που επισκέπτεται τις πληγείσες περιοχές και προσπαθεί ουσιαστικά να αντικρούσει την ίδια την εμπειρία των κατοίκων, ενώ λίγο αργότερα εμφανίζεται η συνέντευξή του σε ξένο μέσο όπου ούτε λίγο ούτε πολύ κατηγορεί τους κατοίκους ότι αυτοί είναι υπεύθυνοι για την καταστροφή εξαιτίας της αυθαίρετης δόμησης.
Το βράδυ έρχεται η συνέντευξη του Δ. Τζανακόπουλου, του Ν. Τόσκα και της ηγεσίας της αστυνομίας και της πυροσβεστικής. Η συνέντευξη επαναφέρει την εκτίμηση ότι πρόκειται περί εμπρησμού με βάση τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από δορυφορικά συστήματα, όμως παρουσιάζει, ταυτόχρονα, μια εξοργιστική εικόνα άρνησης πραγματικής ανάληψης ευθύνης και παραδοχής ότι έγιναν λάθη.
Η επιμονή ότι όλα έγιναν με τον καλύτερο τρόπο και ότι δεν θα μπορούσε να είχε κάτι διαφορετικό ακούγεται σχεδόν ως πρόκληση από μια κοινωνία που περιμένει κάποια ανάληψη ευθύνης, μια παραίτηση, μια «συγγνώμη». Ακόμη και ο Νίκος Τόσκας δηλώνει ότι υπέβαλε την παραίτησή του (που δεν έγινε δεκτή) όχι επειδή εκτίμησε ότι έγιναν λάθη αλλά για «συνειδησιακούς λόγους».
Ουσιαστικά, η κυβέρνηση παρουσιάζει μια εικόνα αλαζονείας και αυταρέσκειας ως εάν η αριστερή αυτοτοποθέτηση των περισσότερων μελών της να αποτελεί αυτόματα και απαλλαγή από την υποχρέωση ανάληψης ευθύνης.
Η κατάσταση αυτή ωθεί στην εκ νέου τροποποίηση του επικοινωνιακού χειρισμού. Ο Αλέξης Τσίπρας μιλώντας την Παρασκευή 27/07 στο υπουργικό συμβούλιο κάνει αυτό που κανονικά έπρεπε να είναι κάνει από την πρώτη στιγμή: αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη.
Όμως αυτό πια φαντάζει καθαρός χειρισμός απέναντι σε μια επικοινωνιακή και πολιτική κατάρρευση παρά ειλικρινής ανάληψη ευθύνης. Αυτό επιτείνεται από το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός παρότι ανέλαβε την ευθύνη δεν διαπίστωσε συγκεκριμένα λάθη ούτε και απέδωσε ευθύνες, κάνοντας τη δήλωσή του να φαντάζει και κάπως κενό γράμμα.
Ακόμη και η αναγκαία διαπίστωση ότι στην τραγωδία συνέβαλαν και διαχρονικές στρεβλώσεις και ελλειμματικές πρακτικές ως προς τη δόμηση και την προστασία του περιβάλλοντος, δεν έγινε ως αφετηρία συλλογικής προσπάθειας να ξεριζωθούν αυτές οι κακοδαιμονίες αλλά ως άλλοθι για την αποτυχία του κυβερνητικού μηχανισμού.
Όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές, η ηγετική ικανότητα, η πραγματική δυνατότητα διακυβέρνησης δεν φαίνεται ούτε στις προεκλογικές εκστρατείες ούτε στη διαχείριση της διαπραγμάτευσης με δανειστές που τελικά πάντα επιβάλλουν αυτό που θέλουν. Επιβεβαιώνεται ή διαψεύδεται στη διαχείριση μεγάλων κρίσεων: στην ικανότητα ενεργοποίησης και συντονισμού, στην έγκαιρη προετοιμασία, αλλά και στην εξαρχής ανάληψη ευθύνης και την ειλικρινή διάθεση αυτοκριτικής, εντοπισμού λαθών και διόρθωσης.
Κοντολογίς, αυτό που έχει λείψει μέχρι τώρα από την κυβερνητική διαχείριση μιας πραγματικής εθνικής τραγωδίας.