Η έκθεση «Κεραμική από την Κίνα» –με άξονα τη δωρεά του Γεωργίου Ευμορφόπουλου – που εγκαινιάστηκε την Τρίτη 7 Ιουνίου στο Μουσείο Μπενάκη είναι βέβαιο ότι θα ξαφνιάσει. Τα εκθέματα, το αφήγημα της απόκτησής τους, η διττή ανάγνωσή τους υπόσχονται στον επισκέπτη πρωτότυπη προσέγγιση της «χώρας των θαυμάτων και των θησαυρών», επιβεβαιώνουν ότι η Κίνα δεν υπήρξε ποτέ ένας μονολιθικός πολιτισμός, αλλά και δικαιώνουν το Μουσείο Μπενάκη που έχει επιλέξει να διαλέγεται με τους μη δυτικούς πολιτισμούς, συνεχίζοντας να ασκεί –παρά τις δυσκολίες της εποχής –πολιτιστική διπλωματία.
Η έκπληξη αφορά ακόμη και το αισθητικό ενδιαφέρον των εκθεμάτων· δεν περιορίζεται άλλωστε στη γνωστή τεχνολογία ζωγραφικής με μπλε του κοβαλτίου σε πορσελάνη. Επεκτείνεται σε πολύχρωμα και μονόχρωμα αγγεία της δυναστείας Τανγκ, σε τεχνουργήματα-πρότυπα της δυναστείας Σονγκ, ενώ εδραιώνεται μέσα από τα δημοφιλή κεραμικά εκτυφλωτικών χρωμάτων της δυναστείας Μινγκ. Πάμφθηνα ποτήρια τσαγιού που έγιναν διάσημα ύστερα από αυτοκρατορικό πάρτι του 12ου αιώνα, αλλά και κεραμικά ανακτορικής ποιότητας που διοχετεύθηκαν στη διεθνή αγορά τέχνης μετά τη λεηλασία του παλαιού θερινού ανακτόρου στο Πεκίνο, από βρετανικά και γαλλικά στρατεύματα, κατά τη διάρκεια του δεύτερου «Πολέμου του Οπίου», τον Οκτώβριο του 1860.
Στη σχετική συνέντευξη Τύπου, ο διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη κ. Ολιβιέ Ντεκότ χαρακτήρισε την έκθεση σημαντική για την Ιστορία της Τέχνης, τονίζοντας ότι απαρτίζεται από «θησαυρούς» που έρχονται στο φως ύστερα από 35 ολόκληρα χρόνια –μεταξύ άλλων μοναδικά αντικείμενα κεραμικής από τη νεολιθική περίοδο (3η χιλιετία π.Χ.) ως την πτώση της δυναστείας Τσινγκ το 1911.
Διάλογος με πολιτισμούς
«Ο Ευμορφόπουλος επιθυμούσε να συστήσει στους Ελληνες τον κινεζικό πολιτισμό» υπογράμμισε ο κ. Ντεκότ, ενώ συνέδεσε ευθέως το όραμα του συλλέκτη με το Μουσείο Μπενάκη και το πνεύμα από το οποίο διακατέχεται, για διαρκή διάλογο με τους πολιτισμούς του κόσμου.
Ο ίδιος έκανε μάλιστα γνωστό ότι βρίσκεται σε φάση συνομιλιών με πλείστα όσα μουσεία, κυρίως ευρωπαϊκά, που επιθυμούν να φιλοξενήσουν την κινεζική συλλογή στο πλαίσιο διεθνούς περιοδείας της.
Την ιστορία τού πώς πέρασε η συλλογή από τον συλλέκτη σε ελληνικά χέρια, με την καθοριστική διαμεσολάβηση του Αντώνη Μπενάκη, ανέλαβε να αφηγηθεί με τρόπο συναρπαστικό ο κ. Γιώργος Μαγγίνης, επιμελητής της έκθεσης – αρχαιολόγος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου:
«Φανταστείτε ένα σκονισμένο γραφείο δημόσιας υπηρεσίας, κάπου στην Ελλάδα. Χιλιάδες πρόσφυγες έχουν μόλις διαβεί τα σύνορά της. Οι ευρωπαίοι σύμμαχοί της την έχουν εγκαταλείψει, ενώ η χώρα έχει αλλάξει δέκα κυβερνήσεις. Είναι γύρω στα 1922-23, όταν πρώτη φορά ο Γεώργιος Ευμορφόπουλος απευθύνει πρόταση στην ελληνική κυβέρνηση για τη δωρεά της συλλογής του, υπό μοναδική προϋπόθεση την εξεύρεση κτιρίου που θα τη στεγάζει. Η πρόταση απορρίπτεται. Οταν την επαναλαμβάνει, τη δεκαετία του ’30, έχει πλέον επιλέξει ως μεσάζοντα τον Αντώνη Μπενάκη, ιδρυτή του ομώνυμου Μουσείου. Και τα καταφέρνει. (…) Ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος δηλώνει ενθουσιασμένος».
Στο πλαίσιο μιας «μοναδικής ως προς τον εκπαιδευτικό της χαρακτήρα συλλογής», ο Ευμορφόπουλος δωρίζει συνολικά 800 κεραμικά στην Ελλάδα.
«Η συλλογή του Μουσείου Μπενάκη αριθμεί περί τα 1.350 αντικείμενα, εκ των οποίων τα 900-950 είναι κεραμικά. Επιλέξαμε να εκθέσουμε 90 κομμάτια, με κριτήριο τη σπανιότητα, τη σπουδαιότητα, αλλά και το πόσο αντιπροσωπευτικά είναι του κινεζικού πολιτισμού» εξήγησε ο κ. Μαγγίνης. «Υπάρχουν μέσα σε αυτά κάποια που θα ενθουσιάσουν τους ειδικούς, καθώς γνωρίζουν ότι υπάρχουν άλλα δύο παρόμοια στον κόσμο, αλλά και πράγματα κοινά, ταπεινά, πλην όμως τέλεια εργονομικά, τυπικά της κινεζικής κεραμικής».
Δύο ιστορίες
Το ενδιαφέρον είναι ότι το Μουσείο Μπενάκη επέλεξε μέσω της συγκεκριμένης έκθεσης να αφηγηθεί δύο ιστορίες: την κλασική, η οποία φανερώνει στον επισκέπτη τον πολιτισμό της Κίνας από τη νεολιθική περίοδο ως τον 20ό αιώνα, αλλά και εκείνη που εστιάζει –με τα ίδια αντικείμενα –στις επαφές της Κίνας με τη Δύση διαχρονικά. Η «ματιά» αυτή ενέχει στοιχεία πρωτοτυπίας, προσδίδοντας ακόμη μεγαλύτερη σημασία στην έκθεση. Καθοριστικά εξάλλου για τη γενιά του συλλέκτη είναι ο θάνατος της αυτοκρατορικής Κίνας και το άνοιγμα της χώρας «προς τα έξω», περίοδος κατά την οποία ο δυτικός πολιτισμός υποκλίνεται στη μεγάλη αυτή χώρα, με κορυφαία στιγμή την έκθεση του 1935 στο Βρετανικό Μουσείο (στην οποία ο Ευμορφόπουλος είχε ρόλο-κλειδί).
«Το 1906 πρωτοαντίκρισα ταφικά κεραμικά και με προσέλκυσαν αμέσως» έγραφε ο Γεώργιος Ευμορφόπουλος. Τα πρώτα κτερίσματα ήλθαν στο φως κατά την εκσκαφή για την εγκατάσταση σιδηροδρομικών γραμμών. Οι κινέζοι συλλέκτες τα απέφευγαν εξαιτίας της αρνητικής ενέργειας που –θεωρούσαν ότι –έφεραν, εκ της σύνδεσής τους με τους νεκρούς. Αποτέλεσμα ήταν πολλά να καταλήγουν ως έρμα σε πλοία, μεταξύ άλλων και σε εκείνα της επιχείρησης Ράλλη. Με κριτήριο αμιγώς αισθητικό, ο Ευμορφόπουλος τα ξεχώρισε αμέσως, αγοράζοντάς τα –αντίθετα απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς –σε πολύ προσιτές τιμές. Δεν ήταν άλλωστε ακόμη εύπορος. Εξωτικά ειδώλια και στιβαρά αγγεία της δυναστείας Τανγκ ήλθαν αργότερα στην κατοχή του, καθιστώντας τον πρωτοπόρο ως συλλέκτη.
Ο συλλέκτης και η «αρνητική ενέργεια»
Γεννημένος στο Λίβερπουλ από χιώτες γονείς, ο Ευμορφόπουλος μεγάλωσε στο Λονδίνο και εργάστηκε στην εμπορική επιχείρηση Ράλλη. Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα σχημάτισε την εκτενέστερη συλλογή κινεζικής τέχνης της εποχής του. Η συλλογή στην πλειονότητά της αγοράστηκε από το βρετανικό κράτος και εκτίθεται πλέον στο Βρετανικό Μουσείο και στο ΜουσείοVictoria&Albertστο Λονδίνο.
«Το 1906 πρωτοαντίκρισα ταφικά κεραμικά και με προσέλκυσαν αμέσως» έγραφε ο Γεώργιος Ευμορφόπουλος. Τα πρώτα κτερίσματα ήλθαν στο φως κατά την εκσκαφή για την εγκατάσταση σιδηροδρομικών γραμμών. Οι κινέζοι συλλέκτες τα απέφευγαν εξαιτίας της αρνητικής ενέργειας που –θεωρούσαν ότι –έφεραν, εκ της σύνδεσής τους με τους νεκρούς. Αποτέλεσμα ήταν πολλά να καταλήγουν ως έρμα σε πλοία, μεταξύ άλλων και σε εκείνα της επιχείρησης Ράλλη. Με κριτήριο αμιγώς αισθητικό, ο Ευμορφόπουλος τα ξεχώρισε αμέσως, αγοράζοντάς τα –αντίθετα απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς –σε πολύ προσιτές τιμές. Δεν ήταν άλλωστε ακόμη εύπορος. Εξωτικά ειδώλια και στιβαρά αγγεία της δυναστείας Τανγκ ήλθαν αργότερα στην κατοχή του, καθιστώντας τον πρωτοπόρο ως συλλέκτη.
Πτυχές της πληθωρικής προσωπικότητάς του υπόσχεται να φωτίσει η έκθεση, μέσα όχι μόνο από τα έργα τέχνης αλλά και από το αρχειακό υλικό που εκτίθεται, όπως επιστολές από την αλληλογραφία με τον Αντώνη Μπενάκη, φωτογραφίες, τόμους από τον σπανιότατο κατάλογο της συλλογής του.
πότε & πού:
Η έκθεση εγκαινιάστηκε στις 7 Ιουνίου και θα διαρκέσει ως τις 4 Σεπτεμβρίου. Στεγάζεται στο κεντρικό κτίριο του Μουσείου Μπενάκη (Βασ. Σοφίας και Κουμπάρη) και είναι ανοιχτή στους επισκέπτες Τετάρτη, Παρασκευή 09.00-17.00, Πέμπτη, Σάββατο 09.00-24.00, Κυριακή 09.00-15.00. Τιμή εισιτηρίου: 7-9 ευρώ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ