Με… «σφιγμένα δόντια και συστάσεις προς τους υπουργούς, προκειμένου να ακολουθούν κανόνες ορθής νομοθέτησης ώστε να παράγεται έργο» προσδοκά ο πρόεδρος της Βουλής Ν. Βούτσης να βάλει τάξη στο χάος που έχει δημιουργηθεί από την παγιωμένη πλέον κυβερνητική πρακτική της κατάθεσης πλήθους τροπολογιών –ακόμη και εκπρόθεσμων –σε άσχετα νομοσχέδια. Η κατάσταση έχει λάβει οριακές διαστάσεις, με αποτέλεσμα το θεσμικό κομφούζιο που έχει προκληθεί και το νομοθετικό αλαλούμ, το οποίο αφήνει έκθετη την κυβέρνηση και δυσχεραίνει το πλαίσιο λειτουργίας και νομοθέτησης του Κοινοβουλίου.
Η αντιπολίτευση κάνει λόγο ευθέως γα χειραγώγηση της νομοθετικής εξουσίας, που είναι η Βουλή, από την εκτελεστική εξουσία, που είναι η κυβέρνηση. Ενώ και τα θεσμικά περιθώρια του προέδρου της Βουλής δυσχεραίνονται και περιορίζονται ασφυκτικά. Το επικίνδυνο αυτό φαινόμενο, εάν δεν ανακοπεί άμεσα, πολλοί φοβούνται ότι θα οδηγήσει σε περαιτέρω ακρότητες και κυρίως σε πλήρη καταβαράθρωση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών και λειτουργιών νομοθέτησης. «Ο Αλ. Τσίπρας ξέρει ότι κινούμαστε στα όρια των αρχών και κανόνων της ορθής νομοθέτησης» λένε κοινοβουλευτικά στελέχη σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους, αναμένοντας προφανώς από τον πρωθυπουργό να βάλει τέλος στον ολισθηρό δρόμο της ψήφισης διατάξεων «από το παράθυρο» με την μορφή των τροπολογιών.
Το θέμα άλλωστε ετέθη την περασμένη Πέμπτη ευθέως στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής από τα κόμματα, ενώ και ο κ. Βούτσης δεν δίστασε να δηλώσει ότι «δεν ικανοποιεί κανέναν μας η εικόνα αυτή», εκφράζοντας ευσχήμως τη δυσαρέσκειά του. Μια σκέψη που έχει πέσει από τον ίδιο στο τραπέζι είναι να κατατίθενται κάθε μήνα οι τροπολογίες σε ένα ξεχωριστό νομοσχέδιο –κατά κύριο λόγο του υπουργείου Οικονομικών, καθώς η πλειοψηφία των προτεινόμενων ρυθμίσεων αφορά έτσι ή αλλιώς οικονομικά ζητήματα -, όμως δεν αναμένεται να βρει υποστηρικτές από τα άλλα κόμματα, καθώς θεωρείται ότι έτσι θα θεσμοθετηθεί μια διαδικασία μαζικής παραγωγής τροπολογιών που θα προωθούν από αναγκαία μέτρα έως κάθε λογής διευθετήσεις ή «φωτογραφικές» διατάξεις και οι οποίες θα «νομιμοποιούνται» μέσω της ένταξής τους στο εκάστοτε νομοθέτημα.
Αν και οι προθέσεις του κ. Βούτση είναι να μην αποτελούν «νομοσχέδια-σκούπα» ή «νομοσχέδια-κουρελού» αλλά να έχουν έναν «κορμό» και να συζητούνται μέσα από την κανονική διαδικασία, στην πραγματικότητα δεν θα πρόκειται για κάτι διαφορετικό. Αλλάζουν, εξάλλου, έτσι το πνεύμα και η ουσία της διαδικασίας συγκρότησης ενός νομοσχεδίου, αφού θα πρόκειται για ένα άθροισμα διαφορετικών έως άσχετων διατάξεων, που απλώς εισάγονται προς συζήτηση και ψήφιση όλες μαζί. Βεβαίως, η άποψη του κ. Βούτση είναι ότι όλα θα ήταν διαφορετικά αν η Βουλή ήταν σε θέση να νομοθετεί εγκαίρως και δίχως τους περιοριστικούς όρους που επιβάλλει «το καθεστώς περιορισμένης λαϊκής κυριαρχίας, δηλαδή το περιοριστικό καθεστώς των συνεχών ελέγχων, δεσμεύσεων και Μνημονίων». Οπως έχει πει και δημοσίως, «δεχόμαστε πιέσεις για τα “επείγοντα” και “κατεπείγοντα” νομοσχέδια και δεν είναι θέμα ιδιοτροπίας ούτε των υπουργών ούτε της κυβέρνησης, αλλά δυστυχώς απόρροια των πολύχρονων δεσμεύσεων, καταναγκασμών και περιορισμών», κύκλος, που όπως έχει υπογραμμίσει, πρέπει να κλείσει, διότι οδηγεί σε πλήρη υποβάθμιση του Κοινοβουλίου. Μάλιστα έχει αποκαλύψει ότι οι πιέσεις δεν περιορίζονται μόνο στα οικονομικά ζητήματα, αλλά και σε θεσμικά μέτρα και μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η χώρα, κάτι που έχει οδηγήσει ακόμη και στο να μπαίνει φραγμός στην προκαταρκτική επεξεργασία των νομοσχεδίων. Σε αυτό αποδίδει τις μεγάλες καθυστερήσεις στο νομοθετικό έργο αλλά και τα «κενά» που παρουσιάζονται στη ροή της νομοθέτησης.
Είναι ωστόσο προφανές ότι το κομφούζιο που έχει προκληθεί οφείλεται στην προχειρότητα, στην αποσπασματικότητα, αλλά και στην προσπάθεια προώθησης διευθετήσεων κάθε λογής, πολλές φορές διαμέσου των βουλευτών. Οπως καταγγέλλει η αντιπολίτευση σχετικά με το μαζικό φαινόμενο των βουλευτικών τροπολογιών, «η κυβέρνηση βρίσκει πρόθυμους βουλευτές για να περνάνε υπουργικές τροπολογίες ως βουλευτικές, προκειμένου να παρακάμπτεται το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους», το οποίο πολλές φορές δεν είναι καν σε θέση να κοστολογήσει τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, καθώς δεν έχουν προσκομιστεί από τα αρμόδια υπουργεία τα απαραίτητα στοιχεία.
Αλλες φορές, πάλι, παρατηρούνται διαφορές ανάμεσα στα στοιχεία που εγγράφονται από το ΓΛΚ και στους υπολογισμούς που έχει κάνει το επισπεύδον υπουργείο, όπως στη χαρακτηριστική περίπτωση της τροπολογίας που εισηγήθηκε η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης Θεανώ Φωτίου για τις δαπάνες των δομών φιλοξενίας αιτούντων άσυλο (για την περίοδο από 1.5.2015 έως 30.4.2016). Η μεν έκθεση του ΓΛΚ κοστολόγησε το ύψος της δαπάνης σε 4,5 εκατ. ευρώ, η δε αιτιολογική έκθεση της ρύθμισης αναφερόταν σε 1.050.000 εκατ. ευρώ, κάτι που προκάλεσε την αντίδραση της ΝΔ και τη μνημειώδη ατάκα της υπουργού: «Και άμα το λέει το ΓΛΚ;», φράση που έσπευσε λίγο μετά να διορθώσει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ