Το κλίμα στην έδρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης ήταν τουλάχιστον βαρύ για την Αθήνα τις προηγούμενες ημέρες. Η διαρροή της τηλεφωνικής συνομιλίας ανάμεσα στον Πόουλ Τόμσεν και στην Ντέλια Βελκουλέσκου στο Χίλτον πριν από περίπου μία εβδομάδα στα WikiLeaks βάρυνε μάλλον αδικαιολόγητα την ατμόσφαιρα για την ελληνική κυβέρνηση και προκάλεσε σειρά ερωτημάτων για τη σκοπιμότητά της. Το χειρότερο ήταν –και αυτό προκύπτει από την ερμηνεία των λεγομένων ευρωπαίων διπλωματών –ότι έχει δημιουργηθεί η εντύπωση πως η διαρροή της συνομιλίας μεταξύ του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ και της επικεφαλής της αποστολής του στην Ελλάδα μπορεί και να προήλθε από την ελληνική πλευρά.
«Ο ελέφαντας στο δωμάτιο»
Ουδείς φυσικά από τους κοινοτικούς αξιωματούχους με τους οποίους συνομίλησε «Το Βήμα» τις προηγούμενες ημέρες μπήκε στον πειρασμό να εξειδικεύσει αυτή την αίσθηση. Θα ήταν άλλωστε παράλογο να συμβεί κάτι τέτοιο. Ωστόσο, αν και οι ίδιοι αξιωματούχοι επιμένουν ότι η αξιολόγηση πρέπει να ολοκληρωθεί εντός του Απριλίου για να αποφευχθούν επιπλοκές και επικίνδυνες χρονικές συμπτώσεις (ιδιαίτερα με το βρετανικό δημοψήφισμα, για το οποίο υπάρχει έντονη ανησυχία μπροστά στο ενδεχόμενο να επικρατήσει το στρατόπεδο του Brexit), αδυνατούσαν να κατανοήσουν τους λόγους για τους οποίους η κυβέρνηση των Αθηνών και προσωπικά ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επέλεξαν να ανεβάσουν τόσο πολύ την κριτική τους.
«Ο ελέφαντας στο δωμάτιο» δεν είναι άλλος από τον ρόλο που θα έχει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Αυτό που προκύπτει από τις εμπιστευτικές συνομιλίες με ευρωπαίους αξιωματούχους είναι πως μοιάζει αδιανόητο ότι το Ταμείο δεν θα συμμετάσχει στο πρόγραμμα. Είναι δε ξεκάθαρο ότι εκτενής συζήτηση επί αυτού του ζητήματος όσο και για την έναρξη της συζήτησης για την ελάφρυνση του χρέους θα λάβει χώρα κατά τη διάρκεια της εαρινής Συνόδου του ΔΝΤ από τις 14 ως και τις 17 Απριλίου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτή είναι άλλωστε η πρώτη από τις δύο ημερομηνίες-«κλειδιά» εντός του τρέχοντος μηνός. Η άλλη είναι το διήμερο 21-22 Απριλίου, όταν θα διεξαχθεί η επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup. Και τούτο διότι αρκετοί θα ήθελαν να έχει ολοκληρωθεί ως τότε η πολύπαθη πρώτη αξιολόγηση.
Ωστόσο, σε σχέση με το απώτατο χρονικό όριο ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, φαίνεται να υπάρχει διαφορά αντίληψης μεταξύ Βρυξελλών και ευρωπαϊκών πρωτευουσών για το αν το βρετανικό δημοψήφισμα θέτει ένα άτυπο χρονοδιάγραμμα. Τα κοινοβούλια των κρατών-μελών της ευρωζώνης ενδιαφέρονται για την αποπληρωμή των δανείων που έχουν δοθεί στην Ελλάδα και επομένως ενδιαφέρονται περισσότερο για μια ουσιαστική αξιολόγηση.
Εμπειρος κοινοτικός αξιωματούχος που έχει παρακολουθήσει στενά την πορεία των ελληνικών μνημονίων σημείωνε χαρακτηριστικά την περασμένη Τετάρτη ότι δεν διαβλέπει την παραμικρή πιθανότητα να μη συμμετάσχει το Ταμείο στο πρόγραμμα, αλλά ούτε και αλλαγή στην προσέγγιση της αξιολόγησης. Χαρακτήριζε δε μη εποικοδομητική όλη τη συζήτηση που άνοιξε εσχάτως, πάλι με πρωτοβουλία της Αθήνας, για τον ρόλο του Ταμείου. Απόψεις όπως τα περί αντικατάστασης του Ταμείου από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) χαρακτηρίζονται ανεδαφικές από τη στιγμή που η Συνθήκη του τελευταίου προβλέπει τη συμμετοχή του ΔΝΤ, κάτι που αναφέρεται και στο προοίμιο του Μνημονίου του περασμένου Ιουλίου.
Το αποτέλεσμα της συνάντησης Ανγκελα Μέρκελ με Κριστίν Λαγκάρντ ήρθε να επιβεβαιώσει, τουλάχιστον σε επίπεδο δημοσίων δηλώσεων, τις παραπάνω επισημάνσεις. Γερμανικές πηγές σημείωναν ότι ενώ είναι σαφές πως η βασική προτεραιότητα του Βερολίνου και προσωπικά της καγκελαρίου είναι η αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης (όπου ο ρόλος της Ελλάδας είναι κομβικός), η υπερβολική επίδειξη χαλαρότητας στο ελληνικό πρόγραμμα θα μπορούσε να προκαλέσει απρόβλεπτες περιπλοκές για την κυρία Μέρκελ στην Μπούντεσταγκ. Αλλωστε η Γερμανία δεν είναι η μόνη χώρα της ευρωζώνης που θεωρεί ότι το ΔΝΤ «είναι ο γιατρός που λέει την αλήθεια στον ασθενή», κατά τη γλαφυρή έκφραση ευρωπαίου αξιωματούχου, ενώ το Ταμείο έχει και έννομο συμφέρον επί του προγράμματος ήδη από το 2010.
Το Ασφαλιστικό
Είναι επίσης σαφές ότι κανένας από τους θεσμούς του κουαρτέτου δεν επιθυμεί να στηριχθεί η ολοκλήρωση της αξιολόγησης μόνο σε δημοσιονομικά μέτρα φοροεισπρακτικού χαρακτήρα. Κοινοτικός αξιωματούχος έλεγε ότι θα χρειαστεί μια ισορροπία ανάμεσα σε δημοσιονομικά και διαρθρωτικά μέτρα, με το Ασφαλιστικό να είναι το κορυφαίο μεταξύ των δεύτερων. Οι τελευταίες δηλώσεις του αντιπροέδρου της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόφσκις έδωσαν τον τόνο, σε αντίθεση με όσα υπεραισιόδοξα διατυπώνει κατά καιρούς ο Πιερ Μοσκοβισί.
Επί του Ασφαλιστικού δε, στο κουαρτέτο είναι κοινή η πεποίθηση ότι η μεταρρύθμιση πρέπει να είναι ολιστική. Αλλη πηγή κρατούσε επίσης αποστάσεις από τη φανερή επιδίωξη της Αθήνας να εκμεταλλευθεί πιθανές διαφωνίες στο στρατόπεδο των πιστωτών. «Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στο τέλος οι θεσμοί πάντοτε τα βρίσκουν» τόνιζε χαρακτηριστικά.
Συζητήσεις
Τα σενάρια και οι χρόνοι για το χρέος
Το ζήτημα του χρέους, για το οποίο τόση ένταση έχει δημιουργηθεί από την ελληνική πλευρά, δεν πρόκειται να αλλάξει δραματικά τα δεδομένα. Η συζήτηση θα μπορούσε να ξεκινήσει ακόμη και εντός του Απριλίου, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί άμεσα. Με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες, η διαδικασία θα έχει τουλάχιστον δύο-τρεις φάσεις και δεν θα γίνει αυτόματα. Αναμφίβολα, θα έχει πολιτική αξία για την κυβέρνηση Τσίπρα, «δεν πρέπει όμως να την αναγορεύσουμε σε τοτέμ» τονίζει κοινοτική πηγή στις Βρυξέλλες.
Ηδη στην έδρα του ESM στο Λουξεμβούργο συζητούνται διάφορα σενάρια που θα βασίζονται σε συγκεκριμένες αρχές, όπως, μεταξύ άλλων, η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των ευρωπαϊκών δανείων και η ομογενοποίησή τους (ώστε π.χ. να μην υπάρχουν διαφορετικές λήξεις ομολόγων ή διαφορετικοί τρόποι αποπληρωμής). Το ζήτημα της χρονικής επέκτασης των ωριμάσεων και της περιόδου χάριτος, η οποία το ΔΝΤ επιμένει ότι πρέπει να αυξηθεί, θα είναι κρίσιμο. Επιπλέον, άνθρωποι με γνώση των συζητήσεων επιβεβαιώνουν ότι η ελάφρυνση του χρέους θα γίνει σε φάσεις, με τα έτη 2018 και 2022 να αποτελούν δύο πιθανά χρονικά ορόσημα.
Ακόμη πιο κρίσιμο όμως θα είναι το θέμα της πιθανής σύνδεσης των ετήσιων αποπληρωμών του δημοσίου χρέους με το ΑΕΠ. Η εν λόγω σκέψη όμως δεν είναι η ίδια με τη σύνδεση της αποπληρωμής με τον ρυθμό ανάπτυξης, ώστε όταν αυτός αυξάνεται να αυξάνεται και το ποσό αποπληρωμής ή το αντίστροφο. Μία από τις ιδέες είναι να τεθεί ένα όριο (cap) στις πληρωμές της Ελλάδας για το χρέος της (ως ποσοστό του ΑΕΠ), αλλά οτιδήποτε υπερβαίνει αυτό το όριο θα ανατοκίζεται και θα μεταφέρεται στο μέλλον. Δύσκολo μοιάζει τέλος το «κλείδωμα» των επιτοκίων, κάτι που η Αθήνα θα επιθυμούσε, αλλά στο οποίο φαίνεται να αντιδρά ο ESM για λόγους που έχουν να κάνουν με τους όρους υπό τους οποίους δανείζεται.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



