Η μαραθώνια διαπραγμάτευση ΕΕ – Βρετανίας με σκοπό την αποφυγή του Brexit είχε όλα τα χαρακτηριστικά των κοινοτικών συμφωνιών: ατέρμονες συζητήσεις σε σχήματα διμερή, τριμερή ή πολυμερή, δραματοποίηση, ξενύχτι, νομικές ακροβασίες και φυσικά συμβιβασμούς. Η συμφωνία την οποία κατάφερε τελικά να αποσπάσει ο Ντέιβιντ Κάμερον το βράδυ της Παρασκευής και σκοπεύει να θέσει σε δημοψήφισμα τον προσεχή Ιούνιο δεν διασφαλίζει ότι το Brexit θα αποφευχθεί. Είναι όμως σε γενικές γραμμές ικανοποιητική για τον βρετανό πρωθυπουργό ώστε να επιχειρηματολογήσει υπέρ του «Ναι», με την ελπίδα ότι η ΕΕ δεν θα βρεθεί σε λίγους μήνες σε ακόμη δυσχερέστερη θέση και περισσότερο κατακερματισμένη από ό,τι είναι σήμερα λόγω του Προσφυγικού.

«Ο βρετανικός λαός πρέπει τώρα είτε να αποφασίσει να παραμείνει σε μια μεταρρυθμισμένη ΕΕ είτε να αποχωρήσει»
είπε ο κ. Κάμερον, εμφανώς κουρασμένος από τις πολύωρες διαβουλεύσεις, μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας. Είχε άλλωστε προειδοποιήσει ότι θα έμενε στις Βρυξέλλες ακόμη και όλο το Σαββατοκύριακο αν χρειαζόταν, ενώ νωρίτερα είχε αναχωρήσει στις 5.30 το πρωί της Παρασκευής από το γρανιτένιο κτίριο Justus Lipsius με τη συμφωνία να κρέμεται από μία κλωστή. Η συμφωνία θα παρουσιαζόταν χθες Σάββατο στη Βουλή των Κοινοτήτων και το επόμενο βήμα είναι ο ορισμός της ημερομηνίας του δημοψηφίσματος, αν και ο κ. Κάμερον θα έχει δύσκολο έργο.
Τελικά η συμφωνία δημιουργεί ένα νέο πλαίσιο για τη Βρετανία εντός ΕΕ. Παρά τις διαβεβαιώσεις του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος είχε μεταξύ άλλων πρωταγωνιστικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις Βρυξελλών – Λονδίνου, η συμφωνία (που αποτελείται από συνολικά επτά κείμενα) νομικά κινείται στα όρια των Συνθηκών και δημιουργεί προηγούμενο. Ωστόσο το πολιτικό κριτήριο κυριάρχησε, και στην παρούσα συγκυρία δύσκολα μπορούσε να είναι διαφορετικά.
Παρά τις προσπάθειες του επιτελείου του Ντόναλντ Τουσκ να διεξαχθεί όσο πιο ομαλά γινόταν η συζήτηση, «η κακή μέρα φάνηκε από το πρωί». Η ομάδα των χωρών Βίζεγκραντ αντέδρασε στο βρετανικό αίτημα για περιορισμό στη χορήγηση προνοιακών επιδομάτων. Η Γαλλία δεν ήθελε να ακούσει για βρετανικό βέτο στο ζήτημα της ρύθμισης των χρηματοοικονομικών αγορών. Το Βέλγιο εξέφρασε σοβαρές αντιρρήσεις για την εξαίρεση της Βρετανίας από τη ρήτρα της «όλο και στενότερης ένωσης», το γνωστό σε όλους πλέον «ever closer union». Η χώρα με την πιο εποικοδομητική στάση στο Βρετανικό Ζήτημα ήταν η Γερμανία, καθώς η Ανγκελα Μέρκελ λειτούργησε με γνώμονα την παραμονή του Λονδίνου στην ΕΕ.
Μετά την εξάωρη μάχη για το Προσφυγικό στο δείπνο της Πέμπτης, οι κ.κ. Τουσκ και Γιούνκερ ξεκίνησαν πυρετώδεις διμερείς και τριμερείς επαφές τόσο με τη βρετανική πλευρά όσο και με τους αντιδρώντες, όπως ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ, ο βέλγος πρωθυπουργός Σαρλ Μισέλ και ο τσέχος πρωθυπουργός Μπόχουσλαβ Σόμποτκα. Αυτές οι επαφές, που συνεχίστηκαν ως τις 5.30 το πρωί της Παρασκευής, δεν απέδωσαν, με αποτέλεσμα να επανεκκινήσουν λίγες ώρες αργότερα.
Ευρωπαίοι διπλωμάτες είχαν αρχίσει από το μεσημέρι της Παρασκευής να εκφράζουν ανησυχίες ότι οι διαπραγματεύσεις δεν πηγαίνουν καλά. «Ολη αυτή η διαδικασία μπορεί να είναι άλλη μία περίπτωση που ο ένας παρεξηγεί τον άλλο» σημείωνε σε πηγαδάκι ένας εξ αυτών. Κάποια στιγμή ο εκπρόσωπος του Ντόναλντ Τουσκ έγραψε στο Twitter ότι καλό είναι οι εθνικές αντιπροσωπείες να κάνουν κράτηση σε ξενοδοχείο και για το Σαββατοκύριακο, ενώ η συζήτηση μεταφέρθηκε τελικά σε δείπνο. Ωστόσο η κίνηση του κ. Τουσκ να σαλαμοποιήσει κατά κάποιον τρόπο τη διαπραγμάτευση μάλλον λειτούργησε θετικά.
Το πιο δύσκολο θέμα δεν ήταν άλλο από το αίτημα του Λονδίνου για περιορισμό του δικαιώματος χορήγησης προνοιακών επιδομάτων σε οικονομικούς μετανάστες από άλλα κράτη της ΕΕ. Καθώς το θέμα κυριαρχεί στον βρετανικό Τύπο, ο κ. Κάμερον έφθασε στις Βρυξέλλες με μαξιμαλιστικούς στόχους. Ζήτησε να υπάρχει μια επταετής απαγόρευση που θα μπορεί να επεκταθεί στα 13 χρόνια μέσα από δύο τρίχρονες παρατάσεις.
Τελικά η απόφαση λέει ότι όποιος φθάνει ως μετανάστης στη Βρετανία για μία επταετία δεν θα λαμβάνει επιδόματα για τα πρώτα τέσσερα χρόνια. Σε ό,τι αφορά όμως τα δικαιώματα για τα παιδιά των μεταναστών, ο περιορισμός του σχετικού επιδόματος θα συνδέεται με το επίπεδο διαβίωσης στη χώρα στην οποία ζει (δεν κατονομάζεται συγκεκριμένα η Βρετανία), αλλά θα λειτουργήσει πλήρως από το 2020 για τους σημερινούς μετανάστες. Για τα παιδιά των νέων μεταναστών αυτό θα γίνει άμεσα.
Το θέμα της ρήτρας «ever closer union» αναδείχθηκε σε σημαντικό θέμα για το Βέλγιο και τη Γαλλία. Ευρωπαίοι διπλωμάτες τόνιζαν ότι υπήρχε διάσταση απόψεων ανάμεσα σε όσους έκριναν το ζήτημα υπό τη στενή νομική οπτική και εκείνους που έβλεπαν το ζήτημα πολιτικά.

Βέλγιο – Γαλλία
Οχι άλλη συμφωνία αν ο Κάμερον χάσει το δημοψήφισμα

Το Βέλγιο και η Γαλλία πρότειναν την εισαγωγή στο κείμενο μιας ρήτρας (κοινοτικές πηγές την ονόμαζαν «self destruct clause») που θα διασφάλιζε ότι η επίλυση του Βρετανικού Ζητήματος θα γίνει «μια κι έξω» και δεν θα επιτραπεί στον κ. Κάμερον να επανέλθει για άλλη συμφωνία σε περίπτωση που χάσει το δημοψήφισμα.Υπήρξε επίσης το θέμα του βέτο που ζήτησε η Βρετανία για αποφάσεις της ευρωζώνης που θα επηρέαζαν αποφάσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα σε χώρες μη μέλη της. Ο Φρανσουά Ολάντ ήταν κάθετα εναντίον της πρότασης αυτής, που σκοπό είχε την προστασία του City, διότι η ευρωζώνη είναι «ιερή» για τη Γαλλία. Τελικά η συμφωνία προβλέπει ότι το Λονδίνο θα μπορεί να εγείγει μονομερώς το θέμα στους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων αν διαπιστώνει ότι λαμβάνονται αποφάσεις που συνιστούν εις βάρος της διάκριση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ