Το σκηνικό πολεμικής αντιπαράθεσης που εξελίσσεται τις τελευταίες μέρες μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των ευρωπαίων εταίρων, δεν οδηγεί πουθενά αλλού, παρά στην παράταση του σημερινού αδιεξόδου.Το τείχος αξιοπρέπειας που ύψωσε χθες από τη Βουλή ο πρωθυπουργός θα αποκτήσει υπόσταση και ουσία αν και όταν κλείσει ο σημερινός κύκλος αβεβαιότητας και η χώρα αποκτήσει την ηρεμία και την ασφάλεια που χρειάζεται.

Γι αυτό η σημερινή συνάντηση με Μέρκελ, Ολάντ και τους εκπροσώπους των ευρωπαϊκών θεσμών, καθώς και η επόμενη στο Βερολίνο επιβάλλεται να γίνουν η αφετηρία για να γεφυρωθεί το χάσμα που υπάρχει σήμερα.

Επτά εβδομάδες μετά την ανάληψη της εξουσίας από τη νέα κυβέρνηση, η κατάσταση τείνει να γίνει οριακή,θυμίζοντας προηγούμενες επώδυνες περιόδους, όταν η χώρα βρισκόταν κυριολεκτικά στο χείλος του γκρεμού. Κάθε μέρα που περνάει το οικονομικό κλίμα επιδεινώνεται,η οικονομία ζει με το μαρτύριο του σταγονόμετρου, η ανησυχία για το τραπεζικό σύστημα διογκώνεται με τις γνωστές παρενέργειες και τα κυβερνητικά στελέχη αγωνιούν για να καλύψουν τις τρέχουσες υποχρεώσεις. Είναι προφανές ότι με αυτό το κλίμα οι ελπίδες για ανάκαμψη που υπήρχαν σχεδόν εξανεμίζονται, ενώ και η ανοχή της κοινωνίας περιορίζεται.
Οι επιλογές που έχει μπροστά του ο κ.Τσίπρας και η κυβέρνηση του, ούτε εύκολες είναι, ούτε ανώδυνες. Η συμφωνία της 20ης Φλεβάρη με όλες τις ασάφειες της προδιαγράφει καθαρά το πλαίσιο του αποδεκτού συμβιβασμού, τόσο από την πλευρά της Ελλάδας, όσο και από την πλευρά των ευρωπαίων.

Είναι καιρός να σταματήσουν οι αμφίσημες ερμηνείες και οι λεκτικές περιδινήσεις και να ξεκινήσει η ουσιαστική διαπραγμάτευση που θα επιτρέψει την εκταμίευση των αναγκαίων δόσεων, ώστε και η οικονομία να ανασάνει και το τραπεζικό σύστημα να επανέλθει στην ομαλότητα.

Κάθε άλλη επιλογή και πολύ περισσότερο μια ρήξη με την Ευρώπη που ενέχει τον κίνδυνο δραματικών επιπτώσεων πρέπει και μπορεί να αποφευχθούν, αρκεί να επικρατήσουν η λογική και ο ρεαλισμός.

ΤΟ ΒΗΜΑ