Είμαστε μόλις δυο εβδομάδες (13 και σήμερα) πριν ανοίξουν οι κάλπες για την κρισιμότερη εκλογική αναμέτρηση και ακόμα συζητάμε το αυτονόητο για μια δημοκρατία δυτικού τύπου: τη διεξαγωγή μιας τηλεοπτικής αναμέτρησης μεταξύ των δυο πολιτικών αρχηγών της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ που διεκδικούν την εξουσία.

Οι επικείμενες εκλογές έχουν χαρακτηριστεί, και όχι άδικα, ως οι κρισιμότερες των τελευταίων ετών και όμως δεν έχουμε την ευκαιρία να ακούσουμε και να δούμε τους δυο αρχηγούς, τον Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα σε μια δια ζώσης συζήτηση.

Οδεύουμε σε εκλογές όπου συγκρούονται δυο διαφορετικές πολιτικές προτάσεις, δυο διαφορετικοί κόσμοι και ο πολίτης απλά ακούει μονολόγους από τους δυο αρχηγούς και η προπαγάνδα είναι κυρίαρχη.

Προφανώς και υπάρχει πολιτική σκοπιμότητα από την άρνηση να διεξαχθεί ντιμπέιτ, αλλά αυτό νομίζω ότι δεν ενδιαφέρει τους πολίτες που θέλουν να ακούσουν σε μια ανοικτή συζήτηση τις προτάσεις των δυο κομμάτων εξουσίας.

Μέχρι στιγμής βλέπουμε και ακούμε ομιλίες των δυο αρχηγών, όπου ο καθένας λέει τα δικά του, κάνει τις επιθέσεις του, ενώ καθημερινά γίνεται πόλεμος ανακοινώσεων και δηλώσεων μεταξύ των εκπροσώπων των δυο κομμάτων.

Σε αυτή τη σύντομη προεκλογική περίοδο, εκτός από την αντιπαράθεση για τους κινδύνους που θα υπάρξουν από μια ενδεχόμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς αυτή ήταν η αρχική στρατηγική της ΝΔ, δεν έχουμε ακούσει επί της ουσίας καμία αναφορά για τα πραγματικά προβλήματα που έχει η ελληνική κοινωνία.

Η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας υπέστη καίριο πλήγμα στην οικονομική της κατάσταση σε όλα τα επίπεδα από την πολιτική των μνημονίων και δεν έχει πληροφορηθεί μέχρι στιγμής τίποτα, π.χ. για την παιδεία και την υγεία.

Η αξιωματική αντιπολίτευση πρότεινε τη διεξαγωγή ντιμπέιτ και έχει μια σειρά από προτάσεις για την επόμενη μέρα, τις οποίες, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις που έχουν δημοσιευθεί έως σήμερα, επιβραβεύει, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί σταθερό προβάδισμα.

Από την άλλη πλευρά, η ΝΔ αρνείται πεισματικά να δεχθεί μια τηλεοπτική αναμέτρηση, μια στάση που δεν έχει λογική και είναι αδιανόητη. Και αυτό διότι από τη στιγμή που η ηγεσία της θεωρεί ότι έχει τους οικονομικούς δείκτες με το μέρος της και επιμένει πως διαθέτει τη μόνη αξιόπιστη λύση για το μέλλον του τόπου, δεν κατανοώ γιατί αποφεύγει την απευθείας αναμέτρηση σε μια τηλεοπτική συζήτηση.

Δεν είναι καθόλου πειστικά τα επιχειρήματα που ακούστηκαν έως σήμερα, από την ηγεσία της ΝΔ, για τη μη διεξαγωγή ενός ντιμπέιτ. Στους περισσότερους νοήμονες πολίτες -εξαιρούνται οι φανατικοί- είναι αδιάφορο τι πιστεύει ο ένας πολιτικός αρχηγός για τον άλλο και εάν έχουν ακουστεί βαρύτατοι χαρακτηρισμοί στο παρελθόν.

Στην πρόσφατη ελληνική πολιτική ιστορία είχαμε πιο έντονες συγκρούσεις, αλλά τουλάχιστον είχαμε στοιχειώδη επικοινωνία των δυο κεντρικών πολιτικών αρχηγών. Αυτό δεν έγινε _δεν θα αναφερθούμε σήμερα για το ποιος ευθύνεται γι’ αυτό_ επί δυόμιση χρόνια, καθώς δεν είχαμε ούτε μια συνάντηση των κκ. Σαμαρά και Τσίπρα. Αυτό πέρασε στην πολιτική ιστορία!

Αυτό όμως που υπάρχει τώρα είναι η συζήτηση για το μέλλον και τι προτείνει η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ για το αύριο του τόπου.

Εξάλλου, αξιολόγηση σε όλους και όλα δεν είναι το σύνθημα της κυβέρνησης; Ας γίνει λοιπόν η τηλεοπτική αναμέτρηση και ας αξιολογήσουν οι πολίτες τους δυο αρχηγούς. Όποιος θεωρεί ότι έχει δίκιο και είναι ο καλύτερος, δεν πρέπει να φοβάται την αξιολόγηση…

Σε αυτή την καθοριστική μάχη για την επόμενη μέρα δεν δικαιούται κανείς να στερεί τη δυνατότητα από τον ελληνικό λαό να διαπιστώσει, μέσα από μια ανοικτή συζήτηση των πολιτικών αρχηγών, ποιος έχει την καλύτερη πρόταση.