Πώς εξηγείται ο αγγλικός ευρωσκεπτικισμός; Ποιες είναι οι ρίζες του; Καμία πειστική απάντηση δεν έχει δοθεί ως τώρα αλλά όλοι καταφεύγουν σε ένα πλέγμα παραγόντων: γεωγραφικών, ιστορικών, πολιτικών και κοινωνικών. Παλαιότερα κυριαρχούσε ο γεωγραφικός, ότι, δηλαδή, οι Βρετανοί δεν απέβαλαν ποτέ το νησιωτικό σύνδρομο και έβλεπαν την Ευρώπη ως διαφορετική ήπειρο (continent). Η βαθμιαία υποχώρηση αυτού του συνδρόμου αντικατοπτρίζεται και στην αλλαγή ορολογίας για τους ξένους φοιτητές (από overseas έγιναν international).
Οι Αγγλοι ανέκαθεν έβλεπαν την «ευρωπαϊκή ενοποίηση» ως λύση σε ένα πρόβλημα που δεν ήταν δικό τους, καθώς δεν γνώρισαν εισβολή ή κατοχή της χώρας τους κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πάντα ήταν περήφανοι ότι οι μπότες ξένου στρατού δεν πάτησαν τη βρετανική γη για χιλιάδες χρόνια. Ισως σε αυτή την αντίληψη να βρίσκονται και οι ιστορικές ρίζες του ευρωσκεπτικισμού τους, της εθνικής αφήγησης της διαφορετικότητας και της ειδικής σχέσης με την Αμερική. Παλαιότερα, ενδεχομένως, να αισθάνονταν συμπλέγματα κατωτερότητας απέναντι στους άλλους Ευρωπαίους, γιατί δεν διέθεταν την καλή κουζίνα των Γάλλων ή μόδα αντάξια των Ιταλών. Σήμερα όμως η διαφορετικότητα και η υπεροχή τους δείχνουν ενισχυμένες, με το να αισθάνονται δικαιωμένοι που δεν μπήκαν στο ευρώ και θεωρώντας τη γραφειοκρατία της ευρωπαϊκής ενοποίησης ξεπερασμένο κατάλοιπο του πολέμου στην εποχή της παγκοσμιοποιημένης αγοράς.
Αλλοι εντοπίζουν την εδραίωση του αγγλικού ευρωσκεπτικισμού στην εποχή του θατσερισμού. Αν ο συντηρητικός ευρωπαϊστής Εντουαρντ Χιθ έβαλε τη Βρετανία στην ΕΟΚ το 1973, η Θάτσερ την έσπρωξε προς τα έξω. Καθοριστικής επίσης σημασίας ήταν και ο πόλεμος των Φόκλαντ (1982), ο οποίος ενίσχυσε τον αγγλικό εθνοκεντρισμό ως κατάλοιπο της αποικιοκρατίας, καθώς και ο έλεγχος του Τύπου και ορισμένων καναλιών από τον αυστραλοαμερικανό ευρωσκεπτικιστή Ρούπερτ Μέρντοκ. Ας μη διαφεύγει της προσοχής ότι από τη Θάτσερ και μετά οι βρετανοί πρωθυπουργοί κέρδιζαν, μετά την αποχώρησή τους, αρκετά χρήματα με ομιλίες τους, προωθώντας, μεταξύ άλλων, την «ειδική» σχέση Αμερικής και Βρετανίας.
Αν στο δημοψήφισμα του ερχόμενου Σεπτεμβρίου η Σκωτία ψηφίσει υπέρ της ανεξαρτητοποίησής της από τη Βρετανία, αυτό για κάποιους θα οφείλεται και στο ότι μετά το 1979 η Βρετανία απομακρύνθηκε από τα μεταπολεμικά κοινωνικά ιδεώδη. Ετσι δικαιολογείται γιατί οι Συντηρητικοί εξέλεξαν στις τελευταίες εκλογές μόνο έναν βουλευτή στη Σκωτία, καθώς και το ότι οι Σκωτσέζοι είναι πιο φιλοευρωπαίοι από τους Αγγλους. Αν υπερισχύσει το «ναι» στο δημοψήφισμα, δεν θα εγκαταλείψουν οι Σκωτσέζοι τη Βρετανία αλλά η Βρετανία τη Σκωτία με το να προωθεί τα τελευταία 35 χρόνια τον λεγόμενο turbo-capitalism και τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους.
Με την είσοδο ανατολικοευρωπαϊκών χωρών στην ΕΕ και ιδιαίτερα της Πολωνίας (2004), η Βρετανία κατακλύστηκε από Πολωνούς και τα πολωνικά έγιναν η δεύτερη ομιλούμενη γλώσσα. Το δικαίωμα των μεταναστών να λαμβάνουν επιδόματα αύξησε τον αντιευρωπαϊσμό των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων και τούτο εξηγεί γιατί ο ευρωσκεπτικισμός στην Αγγλία είναι πιο διαδεδομένος όχι τόσο μεταξύ των μορφωμένων όσο μεταξύ των εργατικών στρωμάτων, που παλαιότερα ψήφιζαν τους Εργατικούς και τώρα ψηφίζουν το ξενοφοβικό UKIP. Οι τεράστιες ανακατατάξεις στις μορφές εργασίας ώθησαν αρκετούς στην πολιτική της εύκολης μομφής, αναζητώντας τους υπεύθυνους της εργατικής περιθωριοποίησής τους είτε στους μετανάστες είτε στην Ευρώπη.
Πριν από μερικές ημέρες ο Τόνι Μπλερ έλεγε ότι το πρόβλημα της Ευρώπης στη δεκαετία του ’40 ήταν η ειρήνη ενώ σήμερα είναι η ανταγωνιστικότητά της. Πώς δηλαδή θα ανταγωνιστεί τις ανερχόμενες δυνάμεις στην Ασία ή αλλού και δεν θα υποβαθμιστεί ως υπερδύναμη. Στο όραμα μιας Ευρώπης της αλληλεγγύης και της κοινωνικής προστασίας ορισμένοι άγγλοι πολιτικοί αντιπαραθέτουν το όραμα μιας ανταγωνιστικής Ευρώπης των ελεύθερων αγορών, που βασίζεται στη θεώρηση της παγκοσμιοποίησης ως ευκαιρίας και όχι ως απειλής. Δυστυχώς η ιδέα της κοινωνικής Ευρώπης θα υποχωρεί διαρκώς μαζί με το κοινωνικό κράτος και σε αυτό συμβάλλουν και νέοι παράγοντες, όπως η αύξηση του προσδόκιμου ζωής, που οδηγεί σε συρρίκνωση των συντάξεων και των κοινωνικών παροχών, καθώς και η τεχνολογία, με το να προσφέρει ευκαιρίες σε ορισμένες κοινωνικές ομάδες και να καταδικάζει άλλες σε μακροχρόνια ανεργία ή περιθωριοποίηση.
Οι Αγγλοι έπαψαν να βλέπουν την Ευρώπη ως σύμβολο του κοινωνικού κράτους ή ενιαία πολιτισμική οντότητα από τη δεκαετία του 1980, όταν άρχισε και η υποχώρηση στην εκμάθηση των ευρωπαϊκών γλωσσών. Αν ο Ελιοτ στο κλασικό του δοκίμιο «Η ενότητα της ευρωπαϊκής κουλτούρας» (1948) έβλεπε αυτή την ενότητα στον χριστιανισμό και στους αρχαίους πολιτισμούς της Ελλάδας, της Ρώμης και του Ισραήλ, σήμερα ο αγγλικός ευρωσκεπτικισμός βλέπει αυτή την ενότητα στη δύναμη των αγορών.
O κ. Δημήτρης Tζιόβας είναι καθηγητής στο Πανε¹ιστήμιο του Birmingham της Aγγλίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ