Ο Κυριάκος Πιερρακάκης είναι το μοναδικό μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠαΣοΚ που γεννήθηκε το 1983, δύο χρόνια μετά την «Αλλαγή» του 1981. Είναι ο νεότερος που συμμετέχει στο ανώτατο κομματικό όργανο, στην εποχή που το πιο επιτυχημένο κόμμα της Μεταπολίτευσης διανύει τη χειρότερη περίοδο της… μυθιστορηματικής σχέσης του με την ελληνική κοινωνία. Πώς μπορεί να υπερασπιστεί το ΠαΣοΚ ένας τόσο νέος άνθρωπος σε μια εποχή που ακόμη και ιστορικά στελέχη του κόμματος εύχονται να επικρατήσει συλλογική αμνησία σχετικά με τη συμμετοχή τους στις κυβερνήσεις του; Ευτυχώς, ο Κυριάκος δεν έχει υπάρξει ποτέ υπουργός, αν και έχει συνεργαστεί με την Αννα Διαμαντοπούλου το 2009. Είναι οικονομολόγος και πολιτικός επιστήμονας που έχει σπουδάσει στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο MIT και στο Χάρβαρντ, ενώ αυτή την περίοδο, όταν δεν συντάσσει εμπιστευτικές αναφορές στον Ευάγγελο Βενιζέλο για τα υπαρξιακά αδιέξοδα της συγκυβέρνησης, ολοκληρώνει ένα διδακτορικό στην Οξφόρδη, στην Πολιτική Οικονομία. Εχει εργαστεί ως σύμβουλος στον χώρο των μικρών επιχειρήσεων και της καινοτομίας, ενώ ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ τον ξεχώρισε το καλοκαίρι του 2012, όταν τον τοποθέτησε επικεφαλής στη Μονάδα Ανάπτυξης Πολιτικών στην οποία συμμετέχουν νέοι επιστήμονες.
Κύριε Πιερρακάκη, το ΠαΣοΚ έχει σχεδόν εξαφανιστεί στις περισσότερες δημοσκοπήσεις, ενώ πολλοί τού αποδίδουν όλες τις ευθύνες για την τροπή που πήρε η Μεταπολίτευση. Εσείς πιστεύετε ότι η προσφορά του ΠαΣοΚ τα τελευταία 40 χρόνια είναι θετική ή αρνητική; «Η μεγάλη ιστορική παρακαταθήκη του ΠαΣοΚ, περισσότερο ίσως από οτιδήποτε άλλο, είναι η έννοια της «κοινωνικής κινητικότητας». Η δημιουργία και η άνοδος της «μεσαίας τάξης» είναι έργο του ΠαΣοΚ, των πολιτικών που ακολουθήθηκαν το ’80 και το ’90. Θυμόμαστε, άραγε, ποια ήταν η κατάσταση στις αρχές της δεκαετίας του ’80; Πόσο δύσκολο ήταν να αγοράσει κανείς ένα αυτοκίνητο, ένα σπίτι, βασικά είδη διαβίωσης, να συμβάλει στις σπουδές των παιδιών του; Μέχρι την εκδήλωση της κρίσης η ελληνική κοινωνία βρισκόταν σε μια διαρκή πορεία προόδου. Η Μεταπολίτευση, η οποία σήμερα λοιδορείται, υπήρξε η καλύτερη περίοδος στην Ιστορία της νεότερης Ελλάδας, μας επέτρεψε να σταθούμε στα πόδια μας ως λαός».
Ακόμη και σήμερα δεν μπορεί να γίνει κριτική στη διακυβέρνηση του ΠαΣοΚ; «Κριτική φυσικά μπορεί να γίνει. Μπορεί να γίνει πάνω στο αν αυτή η κοινωνική κινητικότητα προέκυψε με θεσμικές εκπτώσεις. Μπορεί να γίνει στο ότι μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να είχαν γίνει στη χώρα μας εδώ και δεκαετίες καθυστέρησαν δραματικά. Από το 1981 εισέρρευσαν δέκα σχέδια Μάρσαλ στη χώρα με τη μορφή διάφορων πακέτων –ΜΟΠ, Ντελόρ, Σαντέρ, ΕΣΠΑ κ.τ.λ. Τα χρήματα αυτά έπαιξαν μεγάλο ρόλο για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας, αλλά οφείλουμε να πούμε ότι διοχετεύτηκαν ασύμμετρα στην κατανάλωση σε σχέση με την επένδυση, ότι δεν χτίσαμε ισχυρούς θεσμούς και ανθεκτικό εξωστρεφές παραγωγικό μοντέλο».
Αρνείστε ότι το ΠαΣοΚ διέπραξε μια σειρά από θανάσιμα λάθη που καταδίκασαν την Ελλάδα σε μια ιστορική δοκιμασία; «Θα μπορούσαμε να είχαμε ένα καλύτερο πρόγραμμα αν υπήρχε βούληση να μας διατεθούν μεγαλύτερα ποσά, ώστε το πρόγραμμα να επιμηκυνθεί, οι μεταρρυθμίσεις να μπουν μπροστά και η λιτότητα να μετατεθεί στο μέλλον. Αυτή η βούληση δεν υπήρχε. Διεφάνη στην Κύπρο, διαφαίνεται στις σημερινές ισορροπίες στην Ευρώπη, ακόμη και μέσα στην ίδια τη γερμανική ομοσπονδία, που τα πλουσιότερα γερμανικά κρατίδια, όπως η Βαυαρία, δεν θέλουν να χρηματοδοτούν σε αυτά τα επίπεδα τους συγκριτικά αδύναμους συμπατριώτες τους».
Και σήμερα; «To 2010 ένα μοντέλο κατέρρευσε στην Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή τα πράγματα φαίνεται σε πρώτη ανάγνωση να έχουν ισορροπήσει: με δυσθεώρητο κοινωνικό κόστος έχει επιτευχθεί πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα, υπάρχει ένα ιστορικό πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο της χώρας, τα spreads των ομολόγων πέφτουν, το χρηματιστήριο ανεβαίνει, ενώ η συζήτηση για τη ρύθμιση του χρέους φαίνεται επίσης ότι θα λάβει χώρα μέσα στο ’14. Παρ’ όλα αυτά, το ερώτημα παραμένει: Θεραπεύτηκε το πρόβλημα; Ή μήπως θεραπεύτηκαν μόνο τα συμπτώματα;».
Ωραία ερώτηση. Ποια είναι η δική σας απάντηση; «Για να είμαστε σίγουροι ότι θεραπεύουμε το πρόβλημα πρέπει να επιταχύνουμε τον δρόμο των πολιτικών που θα θωρακίσουν μια κοινωνία με νέες ευκαιρίες, με ανθρωπιά και αλληλεγγύη. Αυτά, όμως, στον σημερινό κόσμο απαιτούν προσπάθεια, γνώσεις και θάρρος, απαιτούν προτάσεις του εφικτού και όχι του ευκταίου».
Είστε το νεότερο μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠαΣοΚ. Δεν βλέπετε, όμως, ότι η κοινωνία απομακρύνεται από τη συγκυβέρνηση; Γιατί ασχολείστε με την πολιτική; «Σε μια αποστροφή του ο Λένιν είχε πει ότι υπάρχουν δεκαετίες που δεν
συμβαίνει τίποτε και εβδομάδες μέσα στις οποίες συμβαίνουν δεκαετίες.
Μέσα στο προσεχές διάστημα θα κριθεί η πορεία της χώρας μας για τις
επόμενες δεκαετίες, μέσα σε ένα ρευστό οικονομικό, κοινωνικό και
πολιτικό τοπίο. Είναι μακράν η ουσιαστικότερη στιγμή για να συμβάλει
κανείς στα πολιτικά πράγματα, με ιδέες, εφαρμόσιμες προτάσεις και με μια
θετική ματιά στα πράγματα».
Συμφωνείτε με όσους εκτιμούν ότι η σοσιαλδημοκρατία έχει χρεοκοπήσει σε ολόκληρη την Ευρώπη; «Ο χώρος της λεγόμενης «σοσιαλδημοκρατίας» αντιμετωπίζει μια διεθνή προγραμματική αμηχανία. Το μείγμα της κινητικότητας κεφαλαίων και της δημογραφικής κάμψης αυξανόμενα οδηγεί σε συρρίκνωση των κοινωνικών μεταβιβάσεων στην Ευρώπη και άρα σε συρρίκνωση του ρόλου των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων πέρα από το κομμάτι των κοινωνικών δικαιωμάτων. Βλέπουμε τον Ολάντ να εκλέγεται στη Γαλλία και να μην αλλάζει τίποτα στις ευρωπαϊκές ισορροπίες, κυρίως λόγω των οικονομικών αδυναμιών της Γαλλίας σε σχέση με τη Γερμανία… Η κρίση που συνεχίζουμε να βιώνουμε στη χώρα μας είναι στην πραγματικότητα μια ευρωπαϊκή κρίση, μια κρίση του κοινού νομίσματος».
Πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν ότι η πολιτική της ΕΚΤ για το ευρώ οξύνει την κρίση στην Ελλάδα… «Είναι δεδομένο πως τα πράγματα θα ήταν ευκολότερα για εμάς αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσιζε να πληθωρίσει περισσότερο το ευρώ ή αν υπήρχε μια αύξηση των αναπτυξιακών κονδυλίων για τον Νότο. Αντίθετα, ακόμη και στη μεταμνημονιακή εποχή, το δημοσιονομικό πλαίσιο της Ευρώπης διαφαίνεται ασφυκτικό, με διαρκή επιτήρηση, λιτότητα και περιορισμένους πόρους για την ανάπτυξη. Αυτό το περιβάλλον πρέπει να αγωνιστούμε να το αλλάξουμε, αλλά με ρεαλισμό, στο πλαίσιο του εφικτού».
Και πώς θα το αλλάξουμε; «Θα διεκδικήσουμε άλλες ισορροπίες στην Ευρώπη, με ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, με τη διαμόρφωση συμμαχιών, με τη σταδιακή ισχυροποίηση της χώρας μας. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να αλλάξει κανείς τα πράγματα –όχι η ψευδής υπόσχεση μιας εύκολης λύσης ή μιας αυθαίρετης επαρκέστερης διαπραγμάτευσης. Γι’ αυτό και εκτιμώ πως η επιλογή του κ. Βενιζέλου και του ΠαΣοΚ να στηρίξουμε με σημαντικό πολιτικό κόστος τη σημερινή κυβέρνηση, με έναν εταίρο ο οποίος υπονόμευσε την εθνική προσπάθεια κατά τα πρώτα της βήματα το 2010, αποτυπώνει ότι το εθνικό συμφέρον μπήκε πάνω από το παραταξιακό».
Μπορεί, αλλά ο λαός δεν φαίνεται να συμφωνεί… «Σχολιάζοντας τα σημερινά ποσοστά του ΠαΣοΚ, εκτιμώ ότι θα ήταν αδύνατο με μια κρίση που οδήγησε σε 25% πτώση το ΑΕΠ, 30% ανεργία και 60% ανεργία νέων, το πολιτικό σύστημα να είχε μείνει αλώβητο. Τα πράγματα άλλαξαν και θα αλλάξουν ακόμη περισσότερο. Στη Γαλλία, που έχει πολύ λιγότερα προβλήματα, βλέπουμε το κόμμα της κυρίας Λεπέν πρώτο στις δημοσκοπήσεις. Αντίστοιχα φαινόμενα παρατηρούμε στη Βρετανία, στην Αυστρία, στην Ολλανδία, καθώς και σε άλλες χώρες».
Να υποθέσω ότι προεξοφλείτε εκπλήξεις στις ευρωεκλογές; «Στην πραγματικότητα, το ελληνικό πολιτικό σκηνικό είναι απολύτως ρευστό. Είδαμε, για παράδειγμα, τα πράγματα να αλλάζουν μέσα σε έναν μήνα, από τον Μάιο στον Ιούνιο του 2012. Ο ευρύτερος χώρος της ελληνικής Κεντροαριστεράς, ο οποίος έχει υποστεί μια ασύμμετρη κάμψη και πολυδιάσπαση, πρέπει να ανασυγκροτηθεί, με μια υπέρβαση εγωισμών όλων των βασικών πρωταγωνιστών, με ανανέωση, με σεβασμό στην ιστορική κληρονομιά του χώρου. Αλλά, κυρίως, με έμφαση όχι τόσο στο «ποιοι», αλλά στο «τι», όχι τόσο στην «Ελιά», αλλά στο «λάδι» που αυτή βγάζει».

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ