H πόλη δεν είναι ελληνική ευρεσιτεχνία. Τέτοιοι οικισμοί των « πολλών »- εξ ου πολύ πιθανόν και η λέξη «πόλις»- υπήρξαν ήδη πριν από 5.000 χρόνια στην Εγγύς Ανατολή και στην Αίγυπτο, και ακόμη νωρίτερα (έβδομη χιλιετία) στην κοιλάδα του Ινδού.

Η πόλη-κράτος της Ελλάδας διέφερε όμως απ΄ όλους αυτούς. Ο λόγος ήταν η ποιοτική μετεξέλιξη μιας επαναστατικής τότε καινοτομίας στον διακανονισμό «των κοινών»της πολιτικής. Χάρη σε αυτήν γεννήθηκε ένα αυτόνομο υποκείμενο, ο πολίτης, και μια αυτοτελής συλλογικότητα, ο πολιτισμός, που έδωσαν νέα τροπή στην εξέλιξη της ανθρωπότητας.

Στο βιβλίο του Η αρχαία ελληνική πολιτική σκέψη στην πράξη ο βρετανός ιστορικός Πολ Κάρτλετζ εντοπίζει την πρώτη εμφάνιση της πολιτικής σκέψης στα έργα του ποιητή Ησιόδου τον 8ο ή 7ο αιώνα π.Χ. Η αποφασιστική εξέλιξη ωστόσο, προσθέτει, «ήρθε με την πνευματική και συμβολική μεταμόρφωση που συνδέεται με τον λεγόμενο ιωνικό διαφωτισμό του 6ου αιώνα π.Χ.»- όταν η πολιτική σκέψη άρχισε να μετατρέπεται σε πολιτική θεωρία.

Η μετατροπή έφθασε στο αποκορύφωμά της τον 4ο αιώνα π.Χ. μέσω του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη . Με τα έργα του τελευταίου ιδίως, η πολιτική θεωρία μετεξελίχθηκε σε επιστήμη. Σε αυτήν αποτυπωνόταν η υπεροχή της πολιτικής τόσο ιδεολογικά, ως της κυρίαρχης πνευματικής δραστηριότητας, όσο και τοπογραφικά, ως του χώρου που βρισκόταν «ες μέσον» της κοινότητας. «Η αγορά ως τόπος συνάθροισης της πόλης και η ακρόπολις ήταν οι δύο συμβιωτικοί κόμβοι της αρχαίας ελληνικής πολιτικής δικτύωσης» γράφει.

Η νέα μορφή της πολιτικής θα έμενε όμως ημιτελές κατασκεύασμα αν δεν συμπληρωνόταν από έναν δεύτερο κοσμοϊστορικό νεωτερισμό- τη δημοκρατία. «Αν έγινε ποτέ μια “ελληνική επανάσταση” στην πολιτική,αυτή ήταν η επινόηση της δημοκρατίας (και της δημοκρατικής πολιτικής θεωρίας) και η εξάπλωσή της,κατά κύριο λόγο χάρη στον ρόλο της Αθήνας ως αυτοκρατορικής πρωτεύουσας και “πρυτανείου της σοφίας” (Πλάτωνας), έτσι ώστε στα χρόνια του Αριστοτέλη η δημοκρατία να είναι η μια από τις δύο κυρίαρχες μορφές δημοκρατικού πολιτεύματος» προσθέτει ο ίδιος.

Οι αρχαίοι Ελληνες ήταν οι πρώτοι πολιτικοί στοχαστές. Η σύγχρονη πολιτική επιστήμη στηρίζεται εν πολλοίς στις ιδέες τους. Από την άλλη όμως διαφέρουν συχνά μεταξύ τους όπως η μέρα με τη νύχτα. Για τον Αριστοτέλη, για παράδειγμα, τα πολιτικά δεν σήμαιναν «πολιτική» με τη σημερινή της έννοια, «αλλά ζητήματα που αφορούσαν την πόλιν» – τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο.

Για «κράτος» με τη σημερινή έννοια του όρου, ως «μια αδιάλειπτη δημόσια εξουσία τόσο επί των κυβερνώντωνόσο και επί των κυβερνωμένων » ( Μόγκενς Χάνσεν ) δεν μπορούσε πάντως να γίνει λόγος. «Η πόλις ήταν,μάλλον,μια χωρίς κρατική οντότητα (όχι ακέφαλη) κοινότητα πολιτών, που διέθεταν πολιτική εξουσία και συμμετείχαν ενεργά, ένα κράτος πολιτών» τονίζει.

Επιπλέον, προσθέτει, δεν υπήρχαν ανθρώπινα ή ατομικά δικαιώματα, αλλά ούτε και μια κατοχυρωμένη εξουσία μιας ομάδας πολιτών. «Τα συλλογικά όργανα των ελλήνων πολιτών ασκούσαν την εξουσία διαδοχικά» γράφει. Η πολιτική ήταν λοιπόν, τόσο θεσμικά όσο και πολιτιστικά (με την έννοια των αστικών κανόνων συμπεριφοράς), ένα πεδίο λειτουργιών «που βρισκόταν υπό διαρκή διαπραγμάτευση» .

Σε μια τέτοια πόλη-κράτος, οι λειτουργίες του δημόσιου τομέα ήταν, σε σύγκριση με εκείνες των σημερινών κρατών, κυριολεκτικά υπανάπτυκτες. Το ίδιο ισχύει και για τις αντίστοιχες πολιτικές θεωρίες. Μια απλή αντιπαραβολή αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Τα Πολιτικά του Αριστοτέλη συμπεριλαμβάνουν, εκτός από μια περιγραφή των διάφορων τύπων πολιτευμάτων (βασιλεία, αριστοκρατία, πολιτεία, ήτοι εξουσία των πολλών) και του σκοπού τους (την ευδαιμονία του ατόμου), ελάχιστες άλλες έννοιες«κλειδιά».

Η σημερινή πολιτική επιστήμη, αντίθετα, ξεκινώντας από τις έννοιες της εξουσίας και του κράτους, είναι πλημμυρισμένη με πολιτικούς νεολογισμούς: τάξη, συμβιβασμός, συναίνεση, leadership, σύγκρουση, αγώνας, ταξικός αγώνας – και πάει λέγοντας…

Και μόνο αυτό δείχνει ότι η διαφορά μεταξύ της αρχαίας και της σύγχρονης πολιτικής δεν είναι απλώς ποσοτικού χαρακτήρα. Η σχέση τους είναι πολύπλοκη- η συνέχεια διακόπτεται συχνά από τη ρήξη.

Το «ωραίο» είναι ότι ο βρετανός ιστορικός βρίσκει και τις δύο αυτές εξελίξεις συναρπαστικές. Εκεί όμως που κυριολεκτικά «ηλεκτρίζεται» είναι όταν διαβλέπει δυνατότητα εφαρμογής των αρχαίων ιδεών- σε εκσυγχρονισμένη μορφή- στη σημερινή εποχή. Παράδειγμα, η αθηναϊκή συμμετοχική δημοκρατία, που δεν θα αποκλείει βέβαια πλέον αλλά, αντίθετα, θα εμπερικλείει τη συμμετοχή των γυναικών και των ξένων- προσφύγων, εμιγκρέδων, μεταναστών.

Αυτή η διευρυμένη πολιτική οπτική ανοίγει νέες προοπτικές: Ο πολίτης του κόσμου, προτείνει ο συγγραφέας, πρέπει να μεταβληθεί σε νέο είδος πολιτικού ζώου, που θα μπορεί να προσαρμόζεται ευκολότερα στις ανάγκες μιας παγκόσμιας δημοκρατικής πολιτικήςσαν εκείνη που είχε οραματιστεί πριν από περίπου 250 χρόνια και ο Ιμάνουελ Καντ με στόχο την «αιώνια ειρήνη».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ