Τις νύχτες κοιμάται ανήσυχα. «Βλέπω πάντα τον ίδιο εφιάλτη» λέει ο Αντρέας Κρίγκερ. «Είμαι σε αγώνες στίβου και αγωνίζομαι στη σφαιροβολία. Μόνο που ο σφαιροβόλος δεν είμαι εγώ. Το σώμα μου είναι γυναικείο». Οταν κατόπιν ξυπνά, νιώθει μπερδεμένος. Για πολλή ώρα δεν ξέρει τι ακριβώς είναι – άνδρας ή γυναίκα.
Απόγευμα στο Μαγδεμβούργο. Στο «Kriegers-Laden», ένα κατάστημα για στρατιωτικά είδη από την Ανατολική Γερμανία: στολές, κράνη, υπνόσακοι, θυρεοί, κυνηγητικοί σουγιάδες. Εξω βρέχει. Και μέσα, ο 45χρονος μαγαζάτορας κλαίει τη μοίρα του. Η μεταλλαγή του από γυναίκα σε άνδρα τον κυνηγά και στον ξύπνιο του. «Δεν ήταν γραφτό μου, ούτε και το ήθελα» λέει.

Η αλλαγή φύλου ήταν προϊόν ανάγκης, λόγω των αναβολικών με τα οποία τον «πατίκωναν» την εποχή του υπαρκτού σοσιαλισμού στην Ανατολική Γερμανία – τότε που ο σημερινός Αντρέας ήταν, ως Χάιντι, το νούμερο ένα της χώρας του στις ρίψεις. Γυναικών. «Δεν πρόκειται για απλή εγχείρηση. Ηταν δολοφονία» μου λέει. «Η Χάιντι δολοφονήθηκε από τους προπονητές και τους αθλητικούς γιατρούς της».

Κατά παράδοξο τρόπο ωστόσο, η «δολοφονία» τής βγήκε σε καλό, αφού έτσι κατόρθωσε να ικανοποιήσει τον βαθύτερο πόθο της: Να γίνει άνδρας. Οχι όμως εντελώς. Η εγχείρηση ήταν «μισή». «Ορισμένα αμφισεξουαλικά άτομα, αλλάζοντας φύλο, θέλουν να μεταβληθούν πλήρως σε άνδρες» λέει. «Εγώ ήθελα όμως μόνο ψυχολογικά την ανδρική ιδιότητα, όχι φυσιολογικά. Με την εγχείρηση έπαψα μόνο να είμαι γυναίκα. Τα δέκα γραμμάρια κρέατος ανάμεσα στα πόδια δεν τα έχω».
{{{ moto }}}
Γιατί όμως τότε οι καταγγελτικές κορόνες για «δολοφονία»; Και γιατί δεν μπόρεσε να συμβιβαστεί με το γεγονός ότι η αμφιφυλία είναι φυσιολογική κατάσταση που προέρχεται από τη φύση και τον Θεό; Ή ότι στη Γερμανία οι τρανσέξουαλ θεωρούνται όλο και περισσότερο – ιατρικά, σεξουαλικά και κοινωνικά – ισότιμο φύλο με το ανδρικό και το γυναικείο και ότι πολλοί από αυτούς δεν διστάζουν να το δηλώνουν δημόσια; «Η διαφορά μου από τους άλλους είναι ότι εγώ δεν είχα ποτέ τη δυνατότητα επιλογής» λέει. «Με έσπρωξαν άλλοι σε αυτή».

Η μοναξιά μιας πρώην γυναίκας: Για πολλά χρόνια, η Κρίγκερ νόμιζε ότι είναι η μόνη σφαιροβόλος στον κόσμο που υποβλήθηκε σε τέτοια εγχείρηση. Εως ότου άκουσε τελευταία ότι πριν από έναν περίπου χρόνο μια άλλη αθλήτρια έκανε ακριβώς το ίδιο. «Ηταν σαν λύτρωση» λέει. «Εκλαψα από τη χαρά μου, επειδή τώρα ήξερα ότι δεν είμαι πια μόνη». Και το γεγονός ότι στη Γερμανία γίνονται κάθε χρόνο περί τις 3.000 εγχειρήσεις για αλλαγή φύλου;

«Αυτό δεν είναι πραγματική παρηγοριά» λέει. «Αυτές οι περιπτώσεις δεν έχουν καμία σχέση με τη δική μου».
Αλλά και όταν ήταν μικρή, από μοναξιά άλλο τίποτα. Εκείνο που κυριαρχούσε όμως μέσα της ήταν η διαίσθηση ότι είναι κάτι το διαφορετικό. Και αυτό επιβεβαιωνόταν καθημερινά στην πράξη. «Μεγάλωσα με τρεις αδελφούς» λέει.

«Οταν μας τηλεφωνούσαν στο σπίτι και πήγαινα εγώ στο τηλέφωνο με ρωτούσαν κατ’ αρχάς αν είμαι ένας από τους τρεις. Η φωνή μου ήταν τόσο βαθιά, που με έπαιρναν αμέσως για αγόρι». Η αγορίστικη όψη της έγινε ακόμη πιο έντονη στο γυμνάσιο. Εκεί όμως μπορούσε να την αποδίδει εύκολα στη συστηματική της άθληση. «Ηδη στα 13 μου χρόνια σήκωνα σχεδόν έναν τόνο βάρη την ημέρα» λέει.

Εξω από το σχολείο βέβαια, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Πολλοί την περνούσαν αμέσως για άνδρα. Οπως κάποτε στο αεροδρόμιο Σβέχατ της Βιέννης, όπου ρώτησε έναν περαστικό πού είναι η τουαλέτα. «Μου έδειξε αμέσως το ανδρικό WC» λέει. Αλλά και η ίδια έπαιζε το αγοροκόριτσο. «Δεν φορούσα φουστάνια ούτε είχα μια καλύτερη φίλη» λέει. «Αντιθέτως, με τραβούσαν ερωτικά τα κορίτσια, χωρίς να μπορώ να πω ότι ήμουν λεσβία. Ο μεγάλος μου έρωτας ήταν μια καθηγήτριά μου. Δυστυχώς, έμεινε και αυτός πλατωνικός».

Επόμενο ήταν έτσι να κρατά το στόμα της ερμητικά κλειστό. Οχι μόνο στο σχολείο. Αλλά και στο «κλαμπ» της, τη «Δυναμό» του Βερολίνου – όπως λεγόταν το αθλητικό σωματείο της μυστικής αστυνομίας Στάζι – στο οποίο ήταν μέλος.

Στην Ανατολική Γερμανία, θυμάται, αναγνωριζόταν, ανεπίσημα, μόνο ένα είδος σεξουαλικής διαφορετικότητας – η ανδρική ομοφυλοφιλία. Οι αμφιφυλόφιλοι και οι λεσβίες ήταν σαν να μην υπήρχαν. Αυτό το συνειδητοποίησε για πρώτη φορά το 1982, όταν μια γραμματέας της «Δυναμό» αυτοκτόνησε επειδή την είχε εγκαταλείψει η ερωτική της σύντροφος.

Σε γράμμα που άφησε πίσω της εξηγούσε τους λόγους της αυτοκτονίας. Αυτό δεν βρήκε όμως κατανόηση. Το αντίθετο μάλιστα. «Μέχρι τότε η γραμματέας ήταν το αγαπημένο παιδί του κλαμπ» λέει. «Από τη στιγμή που δήλωσε όμως λεσβία, όλοι άρχισαν να την κακολογούν. “Τέτοια κουμάσια δεν έχουν θέση μεταξύ μας” έλεγαν».

H σιωπή ήταν λοιπόν τότε πραγματικά χρυσός. Και έτσι ήταν και το 1986, όταν, μετά τη νίκη της στη σφαιροβολία στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου της Στουτγάρδης, άρχισε μια σχέση με μια νεαρή υπάλληλο του κλαμπ.
Μόνο που τώρα δεν φοβόταν ότι θα υποστεί συνέπειες.

«Στη Δυναμό, οι πράκτορες της Στάζι ήξεραν ακόμη και πότε πηγαίναμε για κατούρημα» λέει. «Παρ’ όλα αυτά δεν έκαναν ποτέ νύξη για τη σχέση μας. Με θεωρούσαν προφανώς πολύ σημαντική για τον σύλλογο, επειδή οι επιτυχίες μου του απέφεραν μεγάλες χρηματικές επιχορηγήσεις».

Βαθμιαία ωστόσο ο τόνος της συζήτησης αλλάζει: Το «κλάψιμο» και τα παράπονα παίρνουν τέλος. Ο Αντρέας Κρίγκερ δείχνει ότι είναι όντως όνομα και πράγμα: Krieger σημαίνει πολεμιστής στα γερμανικά. Και ανάλογη πολεμική διάθεση επιδεικνύει και στο υπόλοιπο διάστημα της συνέντευξής μας.

«Δεν το βάζω κάτω» λέει. «Εκείνοι που με δηλητηρίαζαν με τεστοστερόνη και Oral Turinabol σχεδόν για 15 χρόνια θα πρέπει να ξέρουν ότι ούτε τους ξέχασα ούτε τους συγχώρησα». Αυτό δεν σημαίνει ότι επιθυμεί εκδίκηση. Το αίτημά του λέγεται απλά: αποκατάσταση – νομική, ιστορική, οικονομική.

Το πρώτο βήμα για αυτό έχει γίνει. Το πρωτοδικείο του Βερολίνου τον συμπεριέλαβε προ καιρού στη λίστα των 191 αθλητών που έπεσαν θύματα δηλητηρίασης με απαγορευμένες χημικές ουσίες τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 στην Ανατολική Γερμανία. Ταυτόχρονα του επιδίκασε αποζημίωση ύψους 10.000 μάρκων.

Οι δράστες όμως, με ελάχιστες εξαιρέσεις, παραμένουν ατιμώρητοι. Και όχι μόνο. Σχεδόν όλοι τους συνεχίζουν την καριέρα τους σαν να μην είχε συμβεί τίποτε. Οι περίπου 4.000 προπονητές της χώρας, που κάλυπταν διάφορα ολυμπιακά αθλήματα, έγιναν ανάρπαστοι σε όλον τον κόσμο ύστερα από την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού το 1989.

Το ίδιο και εκατοντάδες αθλητικοί γιατροί. «Οι ξένες αθλητικές ομοσπονδίες ήξεραν να εκτιμήσουν την τεχνογνωσία τους στον τομέα του ντόπινγκ, λαμβάνοντας υπόψη τις επιτυχίες τους στους Ολυμπιακούς Αγώνες και σε άλλες διεθνείς διοργανώσεις» λέει.

Παράλληλα, οι γερμανικές αρχές αρνούνται να του παράσχουν έστω μια συμβολική σύνταξη. «Θέλουν πρώτα να με δουν ανίατα άρρωστο, με τη γλώσσα πεταγμένη έξω, ή καθηλωμένο σε ένα αναπηρικό καροτσάκι» προσθέτει. «Επιπλέον, πρέπει να αποδείξω ότι είμαι άπορος. Μόνο τότε θα ελεήσουν να μιλήσουν για σύνταξη».

Εξω η βροχή δυναμώνει, μέσα το πρόσωπο του Αντρέα Κρίγκερ ανάβει όλο και περισσότερο. «Δεν θα τους χαρίσω τίποτε» δηλώνει. Οπως δεν χάριζε και τότε, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν, ούσα ακόμη μαθήτρια σε ένα γυμνάσιο του Βερολίνου, έγινε αντικείμενο καζούρας από τους συμμαθητές της, λόγω της ανδροπρεπούς εμφάνισής της.

«Με κορόιδευαν πίσω από την πλάτη μου» λέει. «Γύρισα απότομα και πέτυχα με τον ώμο μου κάποιον στο πρόσωπο. Επεσε αμέσως ξερός. Οπως έμαθα αργότερα, ήταν ο καλύτερος πυγμάχος του γυμνασίου μας».
Η συζήτηση περνάει στην καριέρα της ως αθλήτριας, που άρχισε σε τρυφερή ηλικία. Το «κβαντικό» άλμα στις επιδόσεις της έγινε όμως το 1981, όταν την έβαλαν – εν αγνοία της – στη λίστα των προσώπων που έπαιρναν αναβολικά, με το νούμερο «54».

Το 1982, όπως αναφέρεται στις μυστικές εκθέσεις των αθλητίατρων, «κατάπιε» συνολικά 885 χιλιοστόγραμμα της απαγορευμένης ουσίας Oral Turinabol, με τη μορφή μπλε χαπιών που της τα έδινε ο προπονητής της Βίλι Κίιλ. «Τα έπαιρνα χωρίς να ρωτάω» λέει. «Δεν σκεφτόμουν τίποτε το κακό. Είχα απόλυτη εμπιστοσύνη στον προπονητή μου».

Ανάλογη ήταν και η εκτίναξη στις επιδόσεις της: Από 14,05 μ. στη σφαιροβολία και 45,66 μ. στη δισκοβολία, που έριξε το 1981, ρίχνει αντιστοίχως 16,82 μ. και 56,28 μ. το 1982. Η Χάιντι συνέχισε ωστόσο να μένει ανυποψίαστη. Το γεγονός ότι γινόταν από μήνα σε μήνα πιο μυώδης και πιο ογκώδης δεν της φαινόταν ύποπτο.

«Την ίδια εμφάνιση είχαν και τα άλλα κορίτσια που έκαναν ρίψεις» λέει. Η ξέφρενη πορεία της προς τα πάνω συνεχίστηκε και τον επόμενο χρόνο. Το 1983, όντας 18 ετών, έριξε τη σφαίρα στα 19,03 μ. και τον δίσκο στα 61,98 μ. Μόνο τις πρώτες 22 εβδομάδες του χρόνου είχε πάρει 1.820 χιλιοστόγραμμα της ίδιας ουσίας. Το 1984 «καταπίνει» 2.590 χιλιοστόγραμμα Oral Turinabol μέσα σε 29 εβδομάδες, ήτοι τη διπλή ποσότητα σε τεστοστερόνη που παράγει το ανδρικό σώμα στο ίδιο διάστημα.

Αυτό της επιτρέπει να ξεπεράσει για πρώτη φορά τα 20 μέτρα στη σφαιροβολία και να πάρει την τρίτη θέση στους Πανευρωπαϊκούς Αγώνες Κλειστού Στίβου στο Γκέτεμποργκ στο ίδιο άθλημα. Η μεγάλη ώρα της έρχεται το 1986, στους θερινούς Πανευρωπαϊκούς Αγώνες της Στουτγάρδης, όπου με την πρώτη της βολή πιάνει τα φανταστικά 21,10 μ. και κερδίζει έτσι το χρυσό μετάλλιο.

Το βράδυ παίρνει ένα τηλεγράφημα. «Αγαπητή φίλη, τα συγχαρητήριά μου» αναφερόταν σε αυτό. Υπογραφή: Εριχ Χόνεκερ, γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος. Τα μπλε χαπάκια – κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της έπαιρνε καθημερινά 25 χιλιοστόγραμμα Oral Turinabol – έκαναν και εδώ το θαύμα τους.

Η Χάιντι απέκτησε ηράκλειες δυνάμεις. «Ημουν ζωντανή μηχανή» θυμάται. «Στο γυμναστήριο σήκωνα δίσκους 150 κιλών σαν παιχνιδάκι. Μέσα σε δύο εβδομάδες ανύψωσα περί τους 100 τόνους. Και η σφαίρα ήταν σαν να πετούσε από μόνη της».

Το όργιο με τα χαπάκια συνεχίζεται. Το 1987 παίρνει καθημερινά πέντε από αυτά. Το σώμα της όμως έχει αγγίξει τα όριά του. Οι μύες και τα κόκαλά της αρχίζουν να απεργούν. Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Κλειστού Στίβου στην Ινδιανάπολη των Ηνωμένων Πολιτειών έρχεται μόλις τέταρτη. «Τα σκάτωσες» της λένε οι προπονητές της.
Ακολουθεί η απότομη κατηφόρα. Το δυναμικό της φθίνει συνεχώς. Το 1991 αναγκάζεται να βάλει οριστικά τέρμα στην καριέρα της. Ενας ορθοπεδικός τής λέει ότι, αν συνεχίσει, η σπονδυλική της στήλη, που έχει ήδη τα κακά της χάλια, θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά.

Υπήρχαν βέβαια και αθλητίατροι που νοιάστηκαν έγκαιρα για την υγεία της. Για παράδειγμα, ο Λόταρ Χιντς, ο οποίος σε εμπιστευτικό έγγραφο προς τον σύλλογό της, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ανέφερε ότι η κατάχρηση φαρμάκων θα σμπαράλιαζε σύντομα την υγεία της.

«Δεν επιτρέπεται να παίρνει περισσότερο από 1.000 χιλιοστόγραμμα αναβολικά τον χρόνο» προειδοποιούσε. Εις μάτην όμως. Οι προπονητές συνέχισαν να αυξάνουν, αντί να μειώσουν, τη «δόση» της. Αυτό και πολλά άλλα τα έμαθε όμως αργότερα, πολύ μετά την πτώση του Τείχους, το 1989. Οχι ότι δεν είχε τη δυνατότητα να τα πληροφορηθεί νωρίτερα. Αλλά μια φωνή μέσα της, όπως λέει, της ψιθύριζε: «Μην πιστεύεις στις φήμες, εκείνοι που σε καθοδηγούν θέλουν μόνο το καλό σου».

Αυτό συνέβη και με το βιβλίο «Ντοκουμέντα του ντόπινγκ» της συγγραφέως Μπριγκίτε Μπέρεντοκ, που της το χάρισε το 1992 η μητέρα της. «Εχουν και σένα μέσα» της είπε. Και, πράγματι, στο βιβλίο γίνεται ευθεία αναφορά τόσο στην ίδια, ως «αθλήτρια 54» και «Η Χάιντι με τις ορμόνες», όσο και στο υπ’ αριθμόν 14.25 κρατικό σχέδιο για τη χορήγηση αναβολικών, που υπογράφει ο «αγαπητός φίλος» Εριχ Χόνεκερ. Η αντίδρασή της όμως είναι πάλι αρνητική. «Μου μύριζε κακοστημένη προπαγάνδα» λέει. «Τότε ήμουν εντελώς απλοϊκή».

Αβεβαιότητα, αμφιβολίες, αποτυχίες, σύγχυση: Με τον καιρό, η Χάιντι Κρίγκερ βυθίζεται σε κατάθλιψη. Το 1994 επιχειρεί να αυτοκτονήσει κόβοντας τις φλέβες της στο μπάνιο. Η σωτηρία ήρθε από τον σκύλο της, που άρχισε να την τραβά από την μπανιέρα επειδή ήθελε να τον βγάλει περίπατο.

Η παραζάλη συνεχίζεται και μετά την εγχείρηση, το 1997. Ο Αντρέας Κρίγκερ δεν καταλαβαίνει τον κόσμο, επειδή δεν καταλαβαίνει τον εαυτό του. Η αλλαγή φύλου δεν του έχει λύσει την απορία για την πραγματική του ταυτότητα. Η «αποκάλυψη» έρχεται λίγο αργότερα, όταν κάποιος του συνιστά να έρθει σε επαφή με τον καθηγητή της Σεξολογίας Βέρνερ Φράνκε.

Ο Κρίγκερ αποφασίζει να του τηλεφωνήσει. «Το πρώτο πράγμα που τον ρώτησα στο τηλέφωνο ήταν αν το ότι είμαι σήμερα Αντρέας οφείλεται στο ντόπινγκ» λέει. Η απάντηση του καθηγητή ήταν σαφής: Μια γυναίκα μπορεί να μετατραπεί – μέσω των ορμονών – σε άνδρα, αν το φύλο της δεν έχει οριστικοποιηθεί ακόμη στην εφηβική της ηλικία.

«Αυτό που συνέβη όμως σε εσάς δεν ήταν απλό ντόπινγκ» προσθέτει. «Ηταν βίαιος σεξουαλικός μετασχηματισμός». Η εξέλιξη αυτή αλλάζει πολλά. Οχι όμως όλα. Οι φόβοι στον ύπνο και στον ξύπνιο παραμένουν. Αλλά τώρα ξέρει τουλάχιστον ποιοι, πώς και γιατί συνέβαλαν στο να αλλάξει τόσο θεμελιακά η ζωή του.
Εξω, η βροχή το βιολί της. Αυτό δεν είναι προφανώς καλό για τις δουλειές. Στις δύο και πλέον ώρες που βρισκόμαστε εκεί δεν έχουν μπει στο μαγαζί περισσότεροι από δυο-τρεις πελάτες. Ο μαγαζάτορας τους συμβουλεύει με αφάνταστη υπομονή, παρ’ όλο που φαινομενικά ξέρει ότι τελικά δεν θα αγοράσουν τίποτε.

«Πώς έτσι και γίνατε έμπορος πολεμικών ειδών εσείς, ένας τόσο ειρηνικός άνθρωπος;» ρωτάμε για να αλλάξουμε κλίμα. «Δεν πουλάω όπλα» απαντά εκείνος. «Καθετί που θα προξενούσε πόνο στους άλλους δεν μπαίνει στο μαγαζί. Διακινώ μόνο είδη που μπορούν να χρησιμοποιήσουν και οι άλλοι πολίτες. Οι στρατιωτικοί σάκοι, για παράδειγμα, έχουν το πλεονέκτημα να είναι πιο πρακτικοί και ταυτόχρονα πιο φθηνοί».

Εναλλακτικός μιλιταρισμός ή μαγνήτης για τους νεοναζιστές της πόλης; «Καθόλου» λέει. «Εχω και νεοναζιστές πελάτες, αλλά αυτοί δεν βρίσκουν εκείνο που θέλουν. Οταν μου ζητούν σημαίες με τη σβάστικα ή άλλα ναζιστικά σύμβολα, τους λέω ευθέως ότι “τέτοια σκατά δεν πουλάει το κατάστημα”».

Απομένουν οι πρώην προπονητές και γιατροί του: Θα υπάρξει έλεος ή τουλάχιστον «σκόντο» στην τιμωρία για αυτούς; «Ούτε κατά διάνοια» λέει. «Το μεγάλο πρόβλημα όμως δεν είναι αυτοί, αλλά οι σημερινοί αθλητικοί παράγοντες, που υπό το κάλυμμα της δημοκρατίας επεκτείνουν το σύστημα του ντόπινγκ». Αυτούς, προσθέτει, έχει τώρα κυρίως στο στόχαστρο.

Φεύγει η βροχή, έρχονται οι πελάτες. Το μαγαζί γεμίζει βαθμιαία με κόσμο. Ο τζίρος όμως παραμένει ελάχιστος. «Η αγοραστική δύναμη στο Μαγδεμβούργο είναι πολύ χαμηλή λόγω της υψηλής ανεργίας» λέει σχεδόν απολογητικά. «Πολλοί έρχονται εδώ, επειδή θέλουν απλώς να συζητήσουν μαζί μου. Οχι επειδή με θεωρούν νoύμερο, αλλά επειδή περνούν και αυτοί κρίση ταυτότητας. Η περίπτωσή μου τους βάζει σε σκέψεις».

*Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε στο BHMagazino στις 6 Μαρτίου 2011.