Προσπαθούσαμε επίμονα και για αρκετές μέρες να κλείσουμε τη διαδικτυακή μας συνάντηση. «Τι καιρό κάνει στη Νέα Υόρκη; Εμείς εδώ έχουμε πάλι καύσωνα» του είπα στην αρχή της συζήτησης, για να σπάσει κάπως ο πάγος. «Μη στεναχωριέστε, τουλάχιστον δεν σας κυβερνά κάποιος δικτάτορας» μου απάντησε με ένα υπαινικτικό και αφοπλιστικό χαμόγελο.
Εμπνευσμένος θεωρητικός των νέων Μέσων, «νονός» ευρέως διαδεδομένων πλέον όρων, όπως viral media, digital nomad, social currency και screenagers, συγγραφέας 20 και πλέον βιβλίων για τα αδιέξοδα της ψηφιακής κοινωνίας, δημιουργός πολλών ντοκιμαντέρ αλλά και του δημοφιλούς podcast «Team Human», ο Ντάγκλας Ράσκοφ θεωρείται μία από τις πιο εμβληματικές μορφές της ψηφιακής αντικουλτούρας.
Το 2013 το ΜΙΤ τον κατέταξε έκτο πιο επιδραστικό στοχαστή στον κόσμο, ανάμεσα στον Στίβεν Πίνκερ και τον Νάιαλ Φέργκιουσον.
Το βιβλίο του «Survival of the Richest: Escape Fantasies of the Tech Billionaires» (εκδόσεις Norton & Company, 2022) αποτελεί την πρώτη ανθρωπολογική σπουδή στους δισεκατομμυριούχους της τεχνολογίας, στον τρόπο με τον οποίο βλέπουν τον κόσμο, την πολιτική, την κοινωνία, αλλά και στη σχεδόν μανιώδη εμμονή τους με το «τέλος του κόσμου».
Γιατί οι δισεκατομμυριούχοι της τεχνολογίας χτίζουν καταφύγια για το τέλος του κόσμου; Ξέρουν κάτι που δεν ξέρουμε;
«Νομίζω ότι ξέρουν αυτό που ξέρουμε κι εμείς».
Δηλαδή;
«Οι περισσότεροι εξ ημών καταλαβαίνουν ότι το τρέχον επίπεδο της εξόρυξης της φύσης, της εκθετικής ανάπτυξης και της στέρησης δικαιωμάτων των ανθρώπων είναι μη βιώσιμο. Οπότε, ναι, ξέρουν κάτι που ξέρουμε κι εμείς, ότι τα πράγματα δεν μπορούν να συνεχίσουν έτσι. Αρα είτε θα αλλάξουμε πορεία είτε θα συμβεί το αναπόφευκτο “συμβάν”.
Δεν μπορείς να καταστρέψεις το περιβάλλον και τον κόσμο χωρίς να απελευθερώσεις τρομακτικούς ιούς, χωρίς να μολύνεις τους πάντες με μικροπλαστικά, χωρίς να οδηγήσεις σε κατάρρευση την οικονομία, χωρίς να προκαλέσεις πυρηνικό πόλεμο, χωρίς άνοδο της στάθμης των ωκεανών, χωρίς εκατοντάδες εκατομμύρια κλιματικούς πρόσφυγες, χωρίς κοινωνικές αναταραχές, χωρίς πυρηνικά ατυχήματα… Ο πολιτισμός γίνεται ολοένα και πιο εύθραυστος όσο προσεγγίζουμε αυτό το σημείο».
Οπότε το αντιλαμβάνονται και θέλουν να προστατευθούν;
«Για τους tech-bros, η φυσική τάξη των πραγμάτων είναι ότι τα διάφορα είδη που υπάρχουν στον κόσμο βρίσκονται σε διαφορετικές φάσεις ανάπτυξης και εξέλιξης. Πιστεύουν πως οι περισσότεροι άνθρωποι στον πλανήτη βρίσκονται στο στάδιο της προνύμφης του είδους μας. Πιστεύουν πως είμαστε τα σκουλήκια που ζούμε στα αφοδεύματα, και πως μέσω της τεχνολογίας και της αυτοβελτίωσης λίγα εκλεκτά σκουλήκια μπορούν να βγάλουν φτερά, να εγκαταλείψουν τον πλανήτη και να πάνε στο επόμενο μέρος. Είτε αυτό είναι ο Αρης, είτε το Σύμπαν, είτε η μεταφόρτωση σε μια τεχνητή νοημοσύνη. Συνεπώς, δεν χτίζουν απλώς καταφύγια. Πιστεύουν ότι χτίζουν νέους κόσμους για να αφήσουν τους υπόλοιπους από εμάς πίσω».
Αυτό εννοείτε όταν μιλάτε για φαντασιώσεις διαφυγής των δισεκατομμυριούχων της τεχνολογίας;
«Ακριβώς. Υπάρχει αυτό το όνειρο να ξεφύγουν από εμάς. Αυτή η ιδέα ότι ο πλανήτης μας και οι άνθρωποί του είναι το καύσιμο και η εργατική δύναμη που χρειάζονται οι σπουδαίοι άνδρες για να προχωρήσουν στο επόμενο στάδιο. Είναι σαν τους Φαραώ, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν όλον αυτόν τον ανθρώπινο μόχθο για να χτίσουν πυραμίδες, που θα τους επέτρεπαν να επιβιώσουν για πάντα στην επόμενη ζωή».
Μπορείτε να μας μιλήσετε για αυτή την περίεργη συνάντηση που είχατε με κάποιους από αυτούς τους δισεκατομμυριούχους της τεχνολογίας στη μέση της αμερικανικής ερήμου; Σας έθεσαν στ’ αλήθεια ερωτήματα για το τι θα μπορούσαν να κάνουν εάν συμβεί κάποιου είδους «Αποκάλυψη»;
«Πάντα με εκπλήσσει το γεγονός ότι ο κόσμος με ρωτάει συνεχώς για αυτή την ιστορία».
Αυτό συμβαίνει διότι είναι σχεδόν απίστευτη…
«Σύμφωνοι. Αλλά πλέον, επτά χρόνια μετά, γνωρίζουμε. Εχουμε δει τα σχέδια για τα καταφύγια πολλών δισεκατομμυριούχων. Τέλος πάντων, το 2018 πέντε δισεκατομμυριούχοι με κάλεσαν να κάνω μια διάλεξη για το μέλλον της τεχνολογίας στη μέση της ερήμου. Οταν έφτασα, συνειδητοποίησα ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν ήθελαν καμία διάλεξη, ήθελαν τη συμβουλή μου για το πού θα φτιάξουν τα καταφύγιά τους. Θεωρούσαν ότι είμαι ένας μελλοντιστής (futurist).
Και ήθελαν να μάθουν τι θα είναι πιο ασφαλές σε περίπτωση που λάβει χώρα το “συμβάν”, όπως το αποκαλούσαν (σ.σ.: μια συνεκδοχή για μια παγκόσμιας εμβέλειας περιβαλλοντική καταστροφή, κοινωνική εξέγερση, πυρηνική έκρηξη, πανδημία ή κάτι παρεμφερές): «Να χτίσουμε το καταφύγιο στην Αλάσκα ή στη Νέα Ζηλανδία; Κάτω από τη γη ή πάνω από τη γη; Σε ένα νησί;».
Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν κάνει αυτό που ονομάζουμε “ανάλυση δεύτερης τάξης” (second order analysis). Είχαν κάνει μόνο ανάλυση πρώτης τάξης, κινούμενοι στην ακόλουθη λογική: “Θα είμαι στο καταφύγιό μου, εκατομμύρια άνθρωποι θα θέλουν να εισβάλουν για να πάρουν τις προμήθειές μου. Οπότε θα προσλάβω ειδικές δυνάμεις για να με προστατεύσουν”. Δεν είχαν σκεφθεί όμως πώς θα πληρώσουν τις ειδικές δυνάμεις μετά το “τέλος του κόσμου”. Το Bitcoin θα είναι άχρηστο τότε, αφού δεν θα υπάρχει τίποτα. Πώς ελέγχεις λοιπόν τις ειδικές δυνάμεις; Σε εκείνο το σημείο της συζήτησης άρχισα λίγο να διασκεδάζω μαζί τους».
Τι εννοείτε;
«Τους έκανα ερωτήσεις που τους προκαλούσαν κάποιον πανικό, επειδή ακριβώς δεν τις είχαν σκεφθεί. Και τους έβλεπες εκεί μπροστά σου, σε πραγματικό χρόνο, να κατεβάζουν ιδέες: “Να τους βάλουμε κολάρα εκπαίδευσης (shock-collars)”, “Να τους βάλουμε μικροτσίπ, ώστε να μπορούμε να επιβάλλουμε την πειθαρχία”, “Μόνο εμείς θα ξέρουμε τους κωδικούς των χρηματοκιβωτίων στα οποία θα φυλάσσεται το φαγητό”… Δεν τα είχαν σκεφτεί αυτά τα πράγματα. Εκείνο δε που δεν τους πέρασε ποτέ από το μυαλό είναι να καλλιεργήσουν αφοσίωση ή να αναπτύξουν ένα αίσθημα κοινότητας με αυτούς τους ανθρώπους. Ζουν σε μια σφαίρα όπου ισχύει το δίκαιο του ισχυροτέρου».
Φαντάζομαι ότι θα σας έχουν κάνει την ερώτηση αυτή εκατοντάδες φορές, αλλά μήπως μπορείτε να μας πείτε ποιοι ήταν αυτοί οι δισεκατομμυριούχοι που σας κάλεσαν;
«Οχι, δεν μπορώ. Αλλά δεν χρειάζεται κιόλας. Είναι καταγεγραμμένα αυτά τα προστατευμένα οχυρά. Μπορεί ο οποιοσδήποτε να τα δει στο Google. Ο Πίτερ Τιλ (σ.σ.: συνιδρυτής του PayPal και της Palantir Technologies) έχει ένα στη Νέα Ζηλανδία, ο Ζάκερμπεργκ στο Μάουι. Ορισμένα από αυτά διαθέτουν μάλιστα και τάφρους με φωτιά. Θέλω να πω, δεν είναι διόλου διακριτικά».

Πίτερ Τιλ. AP Photo/Rebecca Blackwell, File
Εάν κάποιος σάς έλεγε να περιγράψετε τα δύο ή τρία βασικά χαρακτηριστικά του τρόπου σκέψης αυτών των ανθρώπων, τι θα λέγατε;
«Πιστεύουν ότι με το χρήμα και την τεχνολογία μπορούν να διαφύγουν από τη ζημιά που έχουν προκαλέσει, χρησιμοποιώντας ακριβώς το χρήμα και την τεχνολογία. Πιστεύουν πως πάντοτε μπορείς να κάνεις περισσότερα, ως εάν να ήταν δυνατό να φτιάξεις ένα αυτοκίνητο που θα πηγαίνει τόσο γρήγορα, ώστε να ξεφύγει από την ίδια του την εξάτμιση. Τα βασικά στοιχεία αυτού του τρόπου σκέψης είναι ότι όλα κινούνται σε ευθείες, δεν υπάρχουν κύκλοι. Δεν υπάρχει κάρμα, δεν υπάρχουν φυσικές διαδικασίες, δεν υπάρχει κυκλική οικονομία. Απλώς αρπάζεις και προχωράς, αρπάζεις και προχωράς. Είναι η αντίληψη του αποικιοκράτη, σύμφωνα με την οποία όλοι και όλα υπάρχουν για να καταστούν αντικείμενο εκμετάλλευσης».
Αυτό που περιγράφετε μοιάζει κάπως με τη δράση ενός ιού…
«Με τον καρκίνο θα έλεγα. Είναι ο μόνος που αυξάνεται εκθετικά, αλλά εν τέλει σκοτώνει τον ξενιστή του. Η μορφή του τεχνοκαπιταλισμού στην οποία επιδίδονται αυτοί οι άνθρωποι σκοτώνει επίσης τον ξενιστή. Και οι ίδιοι το αντιλαμβάνονται, για αυτό και κάνουν σχέδια να πάνε αλλού. Ενα δεύτερο στοιχείο του τρόπου σκέψης τους είναι η νοοτροπία του παίκτη βιντεοπαιχνιδιών, όπου το ζητούμενο είναι να περάσεις στο επόμενο επίπεδο.
Ο Πίτερ Τιλ έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο “Από το μηδέν στο ένα”. Το βασικό θέμα του είναι το πώς αναπτύσσεις μια επιχείρηση. Αυτό που πρέπει να κάνεις, λέει, είναι να είσαι πάντα μια τάξη μεγέθους πάνω από τον ανταγωνισμό. Εάν λοιπόν όλοι έχουν επιχειρήσεις “.com”, εσύ δεν ανοίγεις άλλη μια ίδια. Ανοίγεις μια πλατφόρμα, εντός της οποίας οι “.com” επιχειρήσεις θα ανταγωνίζονται μεταξύ τους.
Εάν κάποιος έχει μια επιχείρηση που πάει καλά, παίρνεις μετοχές σε αυτή την επιχείρηση. Εάν όλοι παίρνουν μετοχές, παίρνεις χρηματο-οικονομικά παράγωγα σε αυτές τις μετοχές. Εάν όλοι παίρνουν παράγωγα, τότε παίρνεις παράγωγα των παραγώγων και ούτω καθεξής. Η ιδέα είναι ότι πάντοτε πηγαίνεις πάνω και πέρα από αυτό που υπάρχει («you keep going meta»)».
Κι αυτό πώς μεταφράζεται στο κοινωνικό;
«Κάνουν το ίδιο και με την πραγματικότητα. Στοχεύουν στο πέρα και πάνω. Οποιος βρίσκεται εδώ κάτω, στο έδαφος και τη λάσπη, είναι αποτυχημένος. Και όποιος είναι ψηλά, αποτραβηγμένος, είναι ο νικητής. Το πρόβλημα με αυτό είναι ότι οδηγεί σε ένα εικονικό συμβολικό σύστημα».
Η ιδέα του μετα-ανθρώπινου δεν αναφέρεται σε κάτι παρόμοιο; Σε αυτή τη συνεχή επιθυμία υπέρβασης των ανθρώπινων ορίων… Αυτό δεν κάνει ο Μασκ όταν λέει ότι θέλει να εποικίσει τον Αρη; Ή ο Τιλ, που θέλει να αντιστρέψει τη γήρανση; Ή ακόμα και ο Σαμ Αλτμαν, όταν λέει ότι θέλει να μεταφορτώσει το μυαλό του στο cloud;
«Ναι. Αυτό που έχει ενδιαφέρον για μένα είναι ότι όλα αυτά είναι αντιδραστικές και συντηρητικές παρορμήσεις. Δεν έχουν να κάνουν με την αλλαγή ή την πρόοδο. Οταν κάποιος λέει ότι θέλει να πάρει το μυαλό του και την προσωπικότητά του, ακριβώς όπως είναι τώρα, και να την αναπαραγάγει σε 1 δισεκατομμύριο τεχνητές νοημοσύνες σε όλον τον κόσμο, προσπαθεί ακριβώς να μην αλλάξει τίποτα.
Ο λόγος που θέλουν να φτιάξουν αυτές τις εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης τόσο γρήγορα ή ο λόγος που έβαλαν πλάτη στον Τραμπ και υποστήριξαν την απορρύθμιση των δεδομένων και της πυρηνικής ενέργειας είναι ότι θέλουν να διατηρήσουν τα μονοπώλιά τους. Εάν υπήρχε μια πιο αργή και διαμοιρασμένη ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης, τότε όλοι θα τη χρησιμοποιούσαμε για να σχεδιάσουμε νέα κοινωνικά συστήματα. Για αυτό θέλουν να πηγαίνουν γρήγορα. Διότι δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα».

Πώς κρίνετε τη συμμαχία των τεχνο-μεγιστάνων με τους υποστηρικτές του «Πρώτα η Αμερική»; Τη βλέπετε να κρατάει; Γιατί επέλεξαν να στηρίξουν τον Τραμπ;
«Πήδηξαν στο κίνημα “Πρώτα η Αμερική” διότι ο Τζο Μπάιντεν και η επόμενη ηγεσία του Δημοκρατικού Κόμματος θα το οδηγούσαν σε μια πορεία επιστροφής στις αριστερές ρίζες του. Οι tech-bros τα πήγαιναν μια χαρά με τον Ομπάμα και τον Κλίντον, γιατί οι τελευταίοι εξυπηρετούσαν τον τραπεζικό κλάδο. Ο Μπάιντεν και η Χάρις συζητούσαν για την ανάγκη ρύθμισης της δραστηριότητας των τεχνολογικών εταιρειών, για την ανάγκη ρύθμισης της τεχνητής νοημοσύνης.
Για το πώς βάζεις κανονιστικά πλαίσια, έτσι ώστε η ανάπτυξη αυτών των τεχνολογιών να προαγάγει τους ανθρώπους. Ηταν δε πιο πιθανό εκείνοι να ρυθμίσουν και τη βιομηχανία ενέργειας, και να αμφισβητήσουν την οικοδόμηση εκατοντάδων πυρηνικών εργοστασίων για την ενεργειακή τροφοδότηση των μηχανών τεχνητής νοημοσύνης. Οπότε στράφηκαν στον Τραμπ».
Δεν υπάρχει, λέτε, κάποια βαθύτερη ιδεολογική σύνδεση;
«Δεν νομίζω. Υπάρχει βεβαίως μια στυλιστική/αισθητική σύνδεση, εάν δει κανείς τον τρόπο που ο Τραμπ μιλάει, παρενοχλεί τις γυναίκες».
Ούτε στη βάση της ιδέας ότι μόνο ο πιο ισχυρός επιβιώνει;
«Στη βάση της θέσης ότι η ισχύς κάνει το δίκαιο. Η φιλοσοφία του καθεστώτος Τραμπ είναι σαφώς πιο κοντά, αλλά οι περισσότεροι tech-bros είναι αρκετά μυημένοι στα πράγματα ώστε να μη σκοτίζονται για τις δημόσιες δηλώσεις πολιτικών. Ο κλάδος της τεχνολογίας μετατοπίστηκε από τους δημοκρατικούς ιδεαλιστές όπως ο Μπιλ Γκέιτς, ο Στιβ Τζομπς ή ο Ριντ Χόφμαν, σε μια νέα, πιο ακραία γενιά, με φιγούρες όπως ο Τιλ και ο Μασκ».

Ντόναλντ Τραμπ, Ιλον Μασκ.
Και μια τελευταία ερώτηση. Είστε αισιόδοξος ή απαισιόδοξος για τη μελλοντική μας μοίρα;
«Ευτυχώς, δεν υπάρχει μοίρα. Υπάρχουν πάντοτε δυνατότητες. Και αισθάνομαι ότι εισερχόμαστε σε μία ακόμα στιγμή δυνατοτήτων. Υπήρξε ένα παράθυρο ευκαιρίας στα τέλη του ’80 και στις αρχές του ’90, με την ανάδυση του Internet. Eνα παράθυρο ευκαιρίας να κάνουμε κάτι διαφορετικό με τα μίντια και την τεχνολογία. Και αρχίσαμε να το κάνουμε ως το 1993, όταν εμφανίστηκε το περιοδικό “Wired”, λέγοντας ότι μπορούμε να βγάλουμε χρήματα από όλο αυτό το πράγμα, καλώντας μας να σταματήσουμε τον ανοιχτό κώδικα και να αρχίσουμε να εκμεταλλευόμαστε ο ένας τον άλλον… Νιώθω ότι σήμερα, με την ανάδυση της τεχνητής νοημοσύνης, τίθενται αναπόφευκτα θεμελιώδη ερωτήματα για τη φύση του πολιτισμού μας».
Οπως;
«Εάν, για παράδειγμα, η τεχνητή νοημοσύνη καταστρέφει τα πανεπιστήμιά μας, ίσως αυτό δεν είναι κάτι που κάνει η τεχνητή νοημοσύνη, αλλά οφείλεται σε προϋπάρχουσες ρωγμές στα θεμέλια του τρόπου που οργανώνουμε την εκπαίδευση. Παραδώσαμε, στην κυριολεξία, την εκπαίδευση στην αγορά εργασίας και την επικεντρώσαμε στις εξετάσεις, αντί για τη μάθηση και την επέκταση της συνείδησης. Νιώθω λοιπόν ότι η τεχνητή νοημοσύνη μάς αναγκάζει να θέσουμε τέτοια ερωτήματα για το πώς οργανώσαμε κάποια πράγματα και μας δίνει τη δυνατότητα να επιλέξουμε να αναδιοργανώσουμε την κοινωνία μας. Οπότε ίσως δεν είμαι αισιόδοξος, αλλά σε κάθε περίπτωση ελπίζω».






