Το 1978, στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου στο Μπουένος Αϊρες, η Αργεντινή κέρδισε την Ολλανδία. Εκείνη η διοργάνωση πέρασε στην Ιστορία και για τη σκοτεινή της πλευρά: στις κερκίδες του σταδίου Μονουμεντάλ στον τελικό βρισκόταν ο Χόρχε Βιδέλα, δικτάτορας της Αργεντινής (1976-1981), επικεφαλής μιας από τις σκληρότερες δικτατορίες που έζησε η χώρα, στη διάρκεια της οποίας δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι «εξαφανίστηκαν» από το καθεστώς και δεν εντοπίστηκαν ποτέ.
Σαράντα πέντε χρόνια αργότερα, η Αργεντινή συναντά ξανά την Ολλανδία, αυτή η φορά στο γήπεδο του αντισυστημισμού.

Την περασμένη Κυριακή, πρόεδρος της Αργεντινής εξελέγη ο Χαβιέρ Μιλέι, ο επονομαζόμενος «Τρελός», ένας τηλεοπτικός αστέρας – οικονομολόγος, πολιτικά άπειρος, με ροπή στις ύβρεις και στις απειλές κατά πάντων, στο όνομα υποτίθεται της ελευθερίας. Τρεις ημέρες αργότερα, την περασμένη Τετάρτη, στην Ολλανδία τις εκλογές κέρδισε ο ακροδεξιός Χερτ Βίλντερς, έμπειρος πολιτικός, με ροπή στα σόου δημοσίως και εμμονή στον αντιμεταναστευτικό και αντιευρωπαϊκό λόγο.

Μιλέι και Βίλντερς ευαγγελίζονται την απαλλαγή των χωρών τους από το «κατεστημένο» και ντύνουν το πολιτικό τους μήνυμα με τον μανδύα του λαϊκισμού των εύκολων υποσχέσεων. Οι συνθήκες ωστόσο στις δύο χώρες είναι εντελώς διαφορετικές, η Αργεντινή είναι βυθισμένη σε μείζονα οικονομική κρίση και στη φτώχεια, ενώ στην Ολλανδία η ανεργία βρίσκεται στο 3,6% και η οικονομία της είναι η 18η πιο ισχυρή στον κόσμο. Και οι δύο ηγέτες όμως προσελκύουν ψήφους πατώντας στο θυμικό, στην οργή του εκλογικού σώματος από τις αποτυχίες των προηγούμενων κυβερνήσεων. Στην εποχή της απόλυτης κυριαρχίας της εικόνας, οι Μιλέι και Βίλντερς δίνουν τον τόνο της πολιτικής χωρίς πολιτική, υστερικής και επικίνδυνης.

Επεσε το επί χρόνια ισχυρό προπύργιο του φιλελευθερισμού στην Ευρώπη, η Ολλανδία, σημείωναν πολλοί αναλυτές μετά τις εκλογές της περασμένης Τετάρτης στη χώρα, οι οποίες ανέδειξαν πρώτο το Κόμμα της Ελευθερίας (PVV) του ακροδεξιού ευρωσκεπτικιστή Χερτ Βίλντερς. Η νίκη της ολλανδικής Ακροδεξιάς είναι ακόμη πιο εντυπωσιακή, καθώς όλες οι δημοσκοπήσεις έφερναν το PVV να ισοψηφεί με τo VVD, το κεντροδεξιό κόμμα του απερχόμενου πρωθυπουργού Μάρκ Ρούτε, ακολουθούμενο, με μικρή διαφορά, από τον συνασπισμό Οικολόγων και Σοσιαλιστών του Φρανς Τίμερμανς, πρώην αντιπροέδρου του Ευρωκοινοβουλίου.

Τελικώς, το κόμμα του Βίλντερς κατέλαβε 37 έδρες (20 περισσότερες από τις εκλογές του 2021) έναντι 25 των Σοσιαλιστών και 24 του VVD. Ο Βίλντερς προστίθεται έτσι στον κατάλογο των λαϊκιστών πολιτικών της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς: η Μαρίν Λεπέν στη γαλλική αντιπολίτευση, ο Βίκτορ Ορμπαν πρωθυπουργός στην Ουγγαρία, η Τζόρτζια Μελόνι πρωθυπουργός στην Ιταλία, ο Σαντιάγο Αμπασκάλ του Vox στην ισπανική αντιπολίτευση, ο Ρόμπερτ Φίτσο προ διμήνου εκλεγείς πρωθυπουργός στη Σλοβακία, για να αναφέρουμε μόνο μερικά παραδείγματα. Δεν είναι συνεπώς διόλου παράλογες οι ανησυχίες της ΕΕ για την άνοδο των ακροδεξιών δυνάμεων, οι οποίες ζητούν «λιγότερη Ευρώπη και περισσότερο εθνικό κράτος», σε μια ιδιαιτέρως επιβαρυμένη διεθνή χρονική συγκυρία.

Αντιμεταναστευτική ρητορική

Ο Βίλντερς εξελέγη ζητώντας πριν από όλα να ανακοπεί το «τσουνάμι» των μεταναστών στην Ολλανδία, το οποίο θεωρεί υπεύθυνο και για την όξυνση του προβλήματος στέγης που απασχολεί τους ψηφοφόρους. Πολέμιος του Ισλάμ, δεν δέχεται συζήτηση «περί τζαμιών και Κορανίου» στον δημόσιο διάλογο και ζητεί με επιμονή περισσότερα χρήματα για τους Ολλανδούς.

Ο Βίλντερς έχει αναπτύξει αυτή τη ρητορική εδώ και 20 χρόνια. Ολο αυτό το διάστημα κυκλοφορεί με αστυνομική προστασία λόγω των απειλών για τη ζωή του. Το 2009, εξαιτίας ρατσιστικών δηλώσεων, η Βρετανία τον χαρακτήρισε persona non grata και το 2011 o Bίλντερς βρέθηκε μπροστά στην ελληνική πρεσβεία στη Χάγη κρατώντας ένα πλακάτ σε σχήμα του παλιού χαρτονομίσματος των 1.000 δραχμών και ζητώντας Grexit. Στις ευρωεκλογές του 2014 το κόμμα του διατήρησε τις τέσσερις έδρες του, ενώ στις ευρωεκλογές του 2019 δεν εξέλεξε βουλευτή. Το 2016 ο Βίλντερς κρίθηκε ένοχος για ρατσιστικό λόγο και υποκίνηση μίσους από ολλανδικό δικαστήριο, χωρίς όμως να του επιβληθεί ποινή.

Ως νικητής πλέον των εκλογών, δήλωσε ότι επιθυμεί να είναι πρωθυπουργός και ότι προτίθεται να διεξαγάγει δημοψήφισμα για την παραμονή της Ολλανδίας στην ΕΕ (Nexit). Για να γίνει όμως πρωθυπουργός, θα πρέπει να συγκροτήσει κυβερνητικό συνασπισμό με τουλάχιστον άλλα τρία κόμματα, το κεντροδεξιό VVD, το Αγροτικό Κόμμα (ΒΒΒ), το οποίο κατέλαβε 6 έδρες, και το Νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο (NSC) του Πίτερ Ομτσιχτ, το άλλο κόμμα-έκπληξη των ολλανδικών εκλογών, προερχόμενο από τους Χριστιανοδημοκράτες, το οποίο κατέλαβε 24 έδρες, παρότι δημιουργήθηκε μόλις στις 23 του περασμένου Αυγούστου. O Ομτσιχτ χαρακτηρίζει το κόμμα του κεντρώο, εθνικιστικό και ευρωσκεπτικιστικό και ο ίδιος δεν επιθυμεί να γίνει, κατά δήλωσή, του, πρωθυπουργός διότι ως πατέρας τεσσάρων παιδιών έχει αυξημένες υποχρεώσεις.

Δύσκολο το παζλ της κυβέρνησης

Το άθροισμα αυτών των τεσσάρων κομμάτων δίνει 87 έδρες επί συνόλου 150 και εξασφαλίζει στον Βίλντερς πλειοψηφία. Κανένα όμως από τα άλλα τρία κόμματα δεν επιθυμεί τη ρήξη με τη ΕΕ, γεγονός που δυσκολεύει τη συγκρότηση κυβέρνησης. Στην Ολλανδία άλλωστε υπάρχει παράδοση ως προς το μάκρος των σχετικών διαπραγματεύσεων: για τον σχηματισμό της προηγούμενης κυβέρνησης χρειάστηκαν εννέα μήνες. O ίδιος ο Βίλντερς, το τελευταίο διάστημα της προεκλογικής εκστρατείας, περιόρισε τις αντιευρωπαϊκές κορόνες – γνωρίζει ότι το πολιτικό παιχνίδι δεν μπορεί να παιχθεί εκτός της ΕΕ.

Ο Κας Μούντε, ολλανδός πολιτικός επιστήμων και συγγραφέας βιβλίων για το ζήτημα του λαϊκισμού  («Λαϊκισμός», εκδόσεις Επίκεντρο, 2017), σημείωσε στον «Guardian» ότι η ΕΕ μπορεί να διδαχθεί από τη νίκη του Βίλντερς: όταν οι εκλογές σε μια ευρωπαϊκή χώρα στρέφονται γύρω από ζητήματα τα οποία θέτει η Ακροδεξιά, τότε η Ακροδεξιά κερδίζει…