Επαναφέροντας στη μνήμη την εικόνα της Ντέμπορα Κερ, μια πρώτη σκέψη είναι ότι ο τίτλος της ταινίας «Τσάι και συμπάθεια» (Tea and Sympathy, 1956) που γύρισε με σκηνοθέτη τον Βινσέντε Μινέλι ταίριαζε γάντι στη γεννημένη στη Σκωτία από άγγλους γονείς ηθοποιό.

Είναι αλήθεια ότι στην κινηματογραφική οθόνη η κοκκινομάλλα Κερ έδινε συχνά την εντύπωση μιας συμπαθητικής γυναίκας που έπινε μόνο… τέιον. Στο Χόλιγουντ, όπου επίσης διέπρεψε, το παρωνύμιό της διόλου τυχαία ήταν «Το Εγγλέζικο Ρόδο» (The English Rose) και δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο ταιριαστό. Ωστόσο την ίδια ώρα – και αυτό είναι που στην περίπτωση της Κερ κάνει τη διαφορά – ορισμένες από τις πιο γνωστές κινηματογραφικές ηρωίδες της ήταν γυναίκες οι οποίες πίσω από αυτή τη βιτρίνα του γαλήνιου, μη μου άπτου βρετανικού «καθωσπρεπισμού», έκρυβαν άσβεστο πάθος, το οποίο, ευκαιρίας δοθείσης, ξεσπούσε σαν ηφαίστειο.

Η Ντέμπορα Κερ (κατά πολλούς Καρ) συμμετείχε άλλωστε στην αποτύπωση του «τολμηρότερου ερωτικού φιλιού στο σελιλόιντ», όπως το 1953 ο διεθνής Τύπος αποκάλεσε την κλασική πλέον σκηνή της με τον Μπαρτ Λάνκαστερ στην ταινία «Οσο υπάρχουν άνθρωποι» (ή «Από εδώ ως την αιωνιότητα»): ξαπλωμένοι σε μια ακρογιαλιά της Χαβάης, λίγο πριν από την αεροπορική επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ, η Κερ και ο Λάνκαστερ, υποδυόμενος τον στρατιωτικό, ζούσαν στιγμές παράνομης ηδονής, καθώς εκείνη ήταν παντρεμένη με ανώτερό του.

Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι η Κερ κέρδισε τον ρόλο με ανταγωνίστρια την Τζόαν Κρόφορντ (που ποτέ δεν θύμισε γυναίκα α λα «Τσάι και συμπάθεια»), ενώ λέγεται επίσης ότι την εποχή των γυρισμάτων τού «Οσο υπάρχουν άνθρωποι» ήταν ζευγάρι με τον Λάνκαστερ.

Το γεγονός ότι η Κρόφορντ επέμενε να γυρίσει την ταινία με τον δικό της εικονολήπτη προκάλεσε δισταγμούς στο στούντιο της Columbia, το οποίο αποφάσισε τελικά να ρισκάρει επιλέγοντας σε κόντρα ρόλο την Κερ, η οποία συν τοις άλλοις τότε δεν ήταν ακόμη πρώτο όνομα στις Ηνωμένες Πολιτείες και πάλευε με τα γυναικεία στερεότυπα στο σινεμά. Το κάστινγκ αποδείχθηκε τελικά ιδανικό και η καριέρα της Κερ πήρε ενδιαφέρουσα τροπή.

Γεννημένη ως Ντέμπορα Τζέιν Τρίμερ στο Ελενσμπεργκ, λίγο έξω από τη Γλασκώβη της Σκωτίας, στις 30 Σεπτεμβρίου 1921, η Κερ ήταν κόρη άγγλου βετεράνου του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και ανιψιά διάσημης στην εποχή της ηθοποιού του ραδιοφώνου. Ανασφαλές και ντροπαλό κορίτσι, ανακάλυψε ότι η υποκριτική ήταν ο τρόπος μέσω του οποίου μπορούσε να εκφράσει τον βαθιά κρυμμένο συναισθηματικό κόσμο της.

Μετά το σχολείο άρχισε να συνεργάζεται με ερασιτεχνικούς θιάσους. Την ανακάλυψε το μάτι του έμπειρου παραγωγού Γκάμπριελ Πασκάλ, ο οποίος έδωσε στην Κερ τον πρώτο αξιοσημείωτο κινηματογραφικό της ρόλο, στη «Major Barbara» (διασκευή του θεατρικού έργου «Αξιωματικός Μπάρμπαρα» του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο). Ακολούθησε το «Love on the Dole» – και οι δύο ταινίες προβλήθηκαν το 1941.

Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1940 οι συνεργασίες της Κερ με το ντουέτο Μάικλ Πάουελ – Εμερικ Πρέσμπεργκερ είχαν ως αποτέλεσμα δύο αριστουργήματα: την «Αξέχαστη μορφή» («The Life and Death of Colonel Blimp», 1943) και τον «Μαύρο νάρκισσο» (Black Narcissus, 1947), όπου η Κερ υποδύθηκε μια μοναχή.

Εκείνη την εποχή, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1940, η Κερ απορροφήθηκε από το Χόλιγουντ, υπογράφοντας συμβόλαιο με τη Metro-Goldwyn-Mayer. Μάλιστα, ήταν ο ίδιος ο μεγαλοπαραγωγός Λούις Μπ. Μάγερ που επέβαλε την προφορά του επιθέτου της σαν «Καρ», γιατί, όπως είχε χαρακτηριστικά πει, «κάνει ρίμα με το σταρ».

Το (ξεχασμένο) «Εδουάρδε, παιδί μου» (Edward my Son, 1949) την οδήγησε για πρώτη φορά στα Οσκαρ, με μια υποψηφιότητα Α’ γυναικείου ρόλου, τα «Κβο Βάντις» (Quo Vadis?, 1951) και «Οι θησαυροί του Σολομώντα» (King Solomon’s Mines, 1950) υπήρξαν τεράστιες εισπρακτικές επιτυχίες και ο «Ιούλιος Καίσαρ» (Julius Casar, 1953) την έφερε στο πλευρό του Μάρλον Μπράντο. Αλλά ήταν το «Οσο υπάρχουν άνθρωποι» που πραγματικά την απογείωσε, χαρίζοντας στην Κερ μια δεύτερη υποψηφιότητα στα Οσκαρ.

Προτάθηκε συνολικά έξι φορές στην κατηγορία του Α’ ρόλου, αλλά δεν κέρδισε ποτέ το βραβείο (της δόθηκε απλώς ένα τιμητικό αγαλματίδιο το 1994). Οι υπόλοιπες υποψηφιότητές της ήταν για τις ταινίες «Ο βασιλιάς κι εγώ» (The King and I, 1956), πλάι στον Γιουλ Μπρίνερ, «Σάρκα και ψυχή» («Heaven Κnows, Mr. Allison», 1957), στο πλευρό του γόη της εποχής Ρόμπερτ Μίτσαμ, σε σκηνοθεσία Τζον Χιούστον, «Χωριστά τραπέζια» (Separate Τables, 1958), όπου ξανασυναντήθηκε με τον Μπαρτ Λάνκαστερ, και «Αυτοί που δεν ριζώνουν πουθενά» («The Sundowners», 1960).

Ερωτες που έγραψαν ιστορία

Τρία είναι τα φιλμ που σημάδεψαν την καριέρα της Ντέμπορα Κερ. Τα «Οσο υπάρχουν άνθρωποι», «Μεγάλε μου έρωτα» (An Αffair to Remember, 1957) και «Ο βασιλιάς κι εγώ».

Εχοντας υποδυθεί τον Βασιλιά του Σιάμ στο θέατρο με τεράστια επιτυχία, ήταν ο ίδιος ο Γιουλ Μπρίνερ που άσκησε πίεση ώστε να επιλεγεί η Ντέμπορα Κερ ως Αννα στην ταινία που ακολούθησε (η επιλογή υπήρξε και ζήτημα συγκυριών, διότι η σταρ του Μπρόντγουεϊ Γκέρτρουντ Λόρενς, που ενσάρκωσε στη σκηνή πλάι στον Μπρίνερ την ηρωίδα του μιούζικαλ «Ο βασιλιάς κι εγώ», Αννα Λιονόουενς, είχε νοσήσει σοβαρά ενώ η παράσταση του Μπρόντγουεϊ ακόμη βρισκόταν στη δεύτερη χρονιά της και έχασε τη μάχη λίγο μετά το τέλος εκείνης της σεζόν).

Ο Μπρίνερ, ο οποίος είχε ήδη δει μερικές από τις δουλειές της Κερ στο θέατρο, εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ μαζί της που ήταν πεπεισμένος ότι δεν υπήρχε καταλληλότερη για τον ρόλο της Αννα Λιονόουενς, τουλάχιστον για μια κινηματογραφική εκδοχή του έργου. Βεβαίως η Κερ, σε εκείνο το σημείο της καριέρας της, βρισκόταν ούτως ή άλλως στη λίστα των υποψήφιων ηθοποιών πρώτου μεγέθους που θα μπορούσαν να στηρίξουν μια τόσο μεγάλη παραγωγή.

Ριμέικ της ταινίας «Ο πόνος της αγάπης» (1939) του ιδίου σκηνοθέτη, Λίο Μακ Κάρεϊ, το «Μεγάλε μου έρωτα» παραμένει ένα από τα πιο χαρακτηριστικά μελοδράματα στην ιστορία του Χόλιγουντ και μια ταινία που εξακολουθεί να αγαπιέται, ανανεώνοντας το κοινό της. Στην ταινία, ένας άνδρας και μια γυναίκα (Κάρι Γκραντ – Ντέμπορα Κερ) ζουν ένα ειδύλλιο κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με πλοίο από την Ευρώπη στη Νέα Υόρκη.

Παρά το γεγονός ότι διατηρούν δεσμό με άλλους, συμφωνούν να ξαναβρεθούν στην κορυφή του Empire State Building σε έξι μήνες. Ωστόσο, ένα ατυχές συμβάν τούς εμποδίζει από την επανένωση και ο πρωταγωνιστής φοβάται ότι η αγαπημένη του έχει παντρευτεί ή ότι δεν τρέφει αισθήματα για αυτόν πια… Πιο μελό δεν γίνεται, αλλά η ταινία είχε τέτοιον αντίκτυπο στο κοινό που πλέον θεωρείται κλασική και το 1994 ξαναγυρίστηκε, με τον τίτλο «Ενας μεγάλος έρωτας» και πρωταγωνιστές τους Γουόρεν Μπίτι και Ανέτ Μπένινγκ.

Τη δεκαετία του 1960 η Ντέμπορα Κερ εξακολούθησε να είναι αρκετά δραστήρια, δοκιμάζοντας τις δυνάμεις της σε όλα τα κινηματογραφικά είδη. Ισως η καλύτερη ταινία της από εκείνη την εποχή να είναι η «Μια μορφή στο παράθυρο» (The Ιnnocents, 1961) του Τζακ Κλέιτον, με έμπνευση από την εμβληματική νουβέλα «Το στρίψιμο της βίδας» του Χένρι Τζέιμς, το οποίο πολλά χρόνια αργότερα έδωσε υλικό και για την ταινία «Οι άλλοι» (2001), με πρωταγωνίστρια μια άλλη κοκκινομάλλα, τη Νικόλ Κίντμαν. Ξανασυνεργάστηκε με τον Τζον Χιούστον στη «Νύχτα της Ιγκουάνα» (The Night of the Iguana, 1964), έκανε ένα πέρασμα με έναν μικρό ρόλο στο «Τζέιμς Μποντ 007: Καζίνο Ρουαγιάλ» (1967) και το 1969, μετά την εμφάνισή της στον «Συμβιβασμό» (The Αrrangement) του Ελία Καζάν, όπου υποδύθηκε την παραμελημένη σύζυγο του Κερκ Ντάγκλας (κάνοντας μάλιστα μια πολύ γενναία εμφάνιση εντελώς γυμνή μπροστά στον φακό), η Ντέμπορα Κερ αποσύρθηκε από τον κινηματογράφο.

Επανήλθε στην τηλεόραση 13 χρόνια αργότερα και εγκατέλειψε την υποκριτική το 1987, ζώντας από τότε στην Αγγλία. Πέθανε το 2007 σε ηλικία 86 ετών, ταλαιπωρημένη, δυστυχώς, από τη νόσο του Πάρκινσον.

Η Ντέμπορα Κερ παντρεύτηκε δύο φορές και ο πρώτος γάμος της, το 1945, ήταν με τον Αντονι Μπάρτλεϊ, ο οποίος υπηρέτησε στη Βασιλική Αεροπορία της Αγγλίας (RAF). Μάλιστα, ο Μπάρτλεϊ ήταν φίλος του αμερικανού ηθοποιού Κλαρκ Γκέιμπλ, ο οποίος ήταν ο πρώτος συμπρωταγωνιστής της Κερ σε ταινία του Χόλιγουντ, με τίτλο «The Hucksters» (1947).

Ο Γκέιμπλ είχε γνωρίσει τον Μπάρτλεϊ όταν υπηρετούσε στην Αγγλία στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο Μπάρτλεϊ ήταν που σύστησε την Κερ στον Γκέιμπλ. Με τον Μπάρτλεϊ, η ηθοποιός απέκτησε δύο κόρες, τη Μέλανι Τζέιν (1947) και τη Φραντσέσκα Αν (1951). Το 1959 το ζεύγος χώρισε και ο δεύτερος γάμος της Κερ ήταν με τον συγγραφέα Πίτερ Φίρτελ το 1960. Εμειναν μαζί ως το τέλος και ο Φίρτελ πέθανε από καρκίνο λίγο μετά τον θάνατο της Κερ.

Δαμάζοντας τα κύματα

Μέχρι το τέλος της ζωής της, πάντως, το φιλί της Ντέμπορα Κερ με τον Μπαρτ Λάνκαστερ στην ταινία «Οσο υπάρχουν άνθρωποι» δεν σταμάτησε να την «καταδιώκει». «Επρεπε να υπάρχουν βράχια στο βάθος, ώστε το νερό να μπορεί να χτυπάει επάνω τους και να εκτοξεύεται ψηλά – όλα πολύ συμβολικά» είχε πει για την περίφημη σκηνή η Κερ, η οποία ενώ τη θεωρούσε καταλυτικά συγκινητική για την ταινία (υπήρξε έμπνευση της τελευταίας στιγμής από τον σκηνοθέτη Φρεντ Τσίνεμαν), δεν είχε διασκεδάσει καθόλου όταν τη γύριζε.

«Επρεπε να τη συγχρονίσουμε με τα κύματα, έτσι ώστε την κατάλληλη στιγμή να εμφανιστεί ένα μεγάλο και να μας κατακλύσει. Τα περισσότερα κύματα έφταναν μόνο μέχρι τα πόδια μας, αλλά χρειαζόμασταν ένα που να ανέβαινε μέχρι το τέρμα.

Ημασταν σαν σέρφερ, περιμένοντας το τέλειο κύμα. Ανάμεσα σε κάθε λήψη έπρεπε να κάνουμε έναν πλήρη καθαρισμό. Οταν τελείωνε το γύρισμα, είχαμε τέσσερις τόνους άμμο στο στόμα μας – και σε άλλα σημεία…».