Ας ξεκινήσουμε από μια αναγωγή στο σήμερα για να κατανοήσουμε τη σημασία που είχε αλλά και την αίγλη που προσέδιδε στους αρχαίους Ρωμαίους η χιλιοτραγουδισμένη πόλη της Μπάια. Για τους αυτοκράτορες, τους συγκλητικούς, τους ζάπλουτους και εν γένει τους επιδραστικούς εκείνης της εποχής, η σήμερα βυθισμένη πόλη στα βόρεια του κόλπου της Νάπολι ήταν λίγο πολύ ό,τι το Κάπρι για τους σύγχρονους influencers των κοινωνικών δικτύων.
Ή τα Χάμπτονς για τους κοσμικούς Νεοϋορκέζους, το Μαρ-Α-Λάγκο στο Μαϊάμι για τον πρόεδρο Τραμπ και τα απάγκια της Κυανής Ακτής για όποιον επιθυμεί να επιδείξει τον πλούτο και την ισχύ του μετουσιωμένα σε κάποιο πολυτελές σκαρί. Η Μπάια υπήρξε για την ελίτ της Ρώμης του 1ου και 2ου αιώνα μ.Χ. αυτό που οι σύγχρονοι ταξιδιωτικοί οδηγοί κωδικοποιούν και διαφημίζουν ως εμπειρία. Δηλαδή ένας προορισμός που απευθυνόταν σε λίγους και βέβαια τιμολογούνταν αναλόγως.
Η Μπάια δεν ήταν απλώς ένα θέρετρο αναψυχής. Αλλά ένα θέατρο μυστικών παθών και αδιάντροπων απολαύσεων με κεντρικούς ήρωες τους αυτοκράτορες και τους αυλικούς τους, τους στρατηγούς και τις παλλακίδες τους, τους ποιητές και τους δημαγωγούς.

Ο Νέρων, ο Καλιγούλας, ο Οκταβιανός ήταν οι απόλυτοι πρωταγωνιστές σε έναν τόπο όπου σήμερα «κατοικείται» από κοπάδια ψαριών, στρατιές μαλακόστρακων και λιβάδια ποσειδωνίας. Καλυμμένη από το χρόνο, την ηφαιστειακή τέφρα, την αλμύρα αλλά καθόλου λησμονημένη, η Μπάια, που στα χρόνια της ακμής της έγινε εικόνα και ομοίωση της ανθρώπινης ματαιοδοξίας και επιτομή της τρυφηλής ζωής, είναι μια πόλη που δεν πέθανε ποτέ. Απλώς χάθηκε από προσώπου Γης και μεταλλάχθηκε σε μια πολιτεία εκκωφαντικής, σχεδόν απόκοσμης σιωπής.
Το Λας Βέγκας της αρχαίας Ρώμης
Η Μπάια (Baiae), σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, πήρε το όνομά της από τον Βάιο (Baiae), σύντροφο και κυβερνήτη του πλοίου του Οδυσσέα στον δρόμο της επιστροφής προς την Ιθάκη, ο οποίος λέγεται ότι πέθανε και ετάφη στην περιοχή. Η πόλη άρχισε να αναπτύσσεται έντονα κατά τον 2ο αιώνα π.Χ., στην περίοδο που η Ρώμη είχε ήδη ξεκινήσει να αναδεικνύεται ως υπολογίσιμη δύναμη στη Μεσόγειο. Η γεωθερμική δραστηριότητα της περιοχής – ζεστά νερά, φυσικές πηγές με θεραπευτικές ιδιότητες κ.λπ. – την κατέστησε ιδανικό τόπο αναψυχής για την ελίτ της εποχής.
Εκεί κατασκεύασε εξοχική έπαυλη ο Ιούλιος Καίσαρας, εκεί διέμενε ο Οκταβιανός Αύγουστος όταν δεν βρισκόταν στη Ρώμη, ενώ ο Νέρων και ο Καλιγούλας τη μετέτρεψαν σε σκηνικό τόσο πολιτικής ίντριγκας όσο και οργιαστικής κραιπάλης. Αλλωστε ιστορικοί της εποχής, όπως ο Σουητώνιος και ο Δίων Κάσσιος, περιγράφουν την Μπάια ως «τόπο ραδιουργιών και ηδονών». Λέγεται πως ο Νέρων εκεί ενορχήστρωσε και διέπραξε τη δολοφονία της μητέρας του Αγριππίνας μέσω μιας υποθαλάσσιας παγίδας: ένα πλοίο που κατέρρευσε σκόπιμα και τελικά βυθίστηκε στη διάρκεια του πλου του προς την περιοχή.

Αρχιτεκτονικά, η πόλη υπήρξε πρότυπο ρωμαϊκής πολυτέλειας. Τα πολυτελή λουτρά της, όπως για παράδειγμα το Tempio di Mercurio με τον εντυπωσιακό θόλο του και το Tempio di Diana, ήταν τεχνικά καινοτόμα για την εποχή. Η πόλη διέθετε σύνθετα υδραυλικά δίκτυα, θερμαινόμενες πισίνες (hypocausts), εσωτερικές αυλές με κήπους, βιβλιοθήκες, ακόμα και υπόγειες σήραγγες για τελετουργίες αλλά και μυστικά περάσματα.
Η γεωλογική μοίρα της Μπάια
Το τέλος της αγαπημένης λουτρόπολης των Ρωμαίων δεν ήρθε με αιματηρές μάχες, αν και από τον 4ο αιώνα η Μπάια οδηγήθηκε σταδιακά σε μαρασμό, ακολουθώντας τη φθίνουσα πορεία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, και δέχτηκε σποραδικές βαρβαρικές επιθέσεις. Ομως το πιο καίριο χτύπημα το δέχτηκε από την ίδια τη γεωμορφολογία της. Η αντίστροφη μέτρηση για την παραθεριστική πόλη, που συνδέθηκε όσο καμία άλλη με τις ηδονές, το γλεντοκόπι και την υπερβολή, είχε ξεκινήσει ήδη από τα χρόνια της ακμής της. Ομως κανείς δεν είχε τα μέσα για να αντιληφθεί τι συντριπτική επίπτωση θα είχε το φαινόμενο του βραδυσεισμού που τελικά «κατάπιε» την Μπάια.
Τα Φλεγραία Πεδία (Campi Flegrei), ένα ενεργό ηφαιστειακό σύμπλεγμα στη Νάπολι, προκάλεσαν τη σταδιακή καθίζηση της γης. Από τον Μεσαίωνα μέχρι και τον 16ο αιώνα ολόκληρα τμήματα της αρχαίας πόλης βυθίστηκαν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Το νερό σκέπασε τις αυλές, τα μωσαϊκά, τα λουτρά. Θα έλεγε κανείς ότι η πόλη-καύχημα των Ρωμαίων ήταν τυχερή μες στην άτυχη μοίρα της. Η βύθισή της σε βάθος 5-6 μέτρων κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας έγινε και ο λόγος που κατάφερε να διατηρηθεί και να διασωθεί έως σήμερα. Αθέατη αλλά υπαρκτή. Δύο χιλιετίες μετά, στον κόλπο της Νάπολι εξακολουθεί να ζει η σκελετική μνήμη μιας πόλης γεμάτης από μυστικά, ίντριγκες, σεξουαλική απόλαυση και πάθη.
Η ρωμαϊκή Ατλαντίδα
Οσο οργιαστική υπήρξε η ζωή και η καθημερινότητα στο ρωμαϊκό θέρετρο άλλο τόσο αργή και σταδιακή ήταν η ανακάλυψή της από την αρχαιολογική σκαπάνη. Αν και υπήρχαν μαρτυρίες για την ύπαρξη εντυπωσιακά διατηρημένων αρχαιοτήτων κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας ήδη από τον 16ο αιώνα, χρειάστηκε να φθάσουμε στα μέσα του 20ού αιώνα για τις πρώτες οργανωμένες έρευνες που έφεραν τελικά στο φως την έκταση και τον πλούτο της βυθισμένης πόλης. Κατά τη δεκαετία του 1950, ψαράδες και δύτες της περιοχής ανέφεραν την παρουσία κολόνων, μωσαϊκών και τοίχων κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.

Οι υποθαλάσσιες ανασκαφές εντατικοποιήθηκαν από τη δεκαετία του 1980, υπό την εποπτεία της ιταλικής αρχαιολογικής υπηρεσίας, με τη χρήση νέων τεχνολογιών, όπως σόναρ και τρισδιάστατη χαρτογράφηση. Η αποκάλυψη των περιοχών της Villa a Protiro, του μαρμάρινου εμπορικού κέντρου και των θερμών λουτρών, ανέδειξε μια πόλη σχεδόν ανέπαφη από τον χρόνο και τη φθορά του. Το 2002 η περιοχή ανακηρύχθηκε επισήμως Υποθαλάσσιο Αρχαιολογικό Πάρκο και η θρυλική Μπάια αναδύθηκε από το σκοτάδι της λήθης στο φως της γνώσης. Μαζί και οι ιστορίες των κατοίκων και οι συνήθειες των επισκεπτών της.
Ένα μοναδικό υποθαλάσσιο πάρκο
Σήμερα η Μπάια είναι επισκέψιμη από το κοινό και έχει εξελιχθεί σε ένα πρώτης τάξεως δέλεαρ για τους επισκέπτες της περιοχής. Το Υποθαλάσσιο Αρχαιολογικό Πάρκο (Parco Archeologico Sommerso di Baia) εγκαινιάστηκε το 2002 και έγινε μεμιάς ξακουστό χάρη στη μοναδικότητά του.
Το πάρκο περιλαμβάνει πάνω από 1,8 τετραγωνικά χιλιόμετρα υποθαλάσσιου εδάφους, με τουλάχιστον 6 διακριτούς αρχαιολογικούς τομείς: από τη Villa a Protiro με τα περίφημα μαυρόλευκα μωσαϊκά μέχρι το Secca delle Fumose, περιοχή με υποθαλάσσια θερμά αέρια που αναδύονται ακόμη.
Στην πραγματικότητα, η βυθισμένη ρωμαϊκή πόλη δεν είναι απλώς ένας τουριστικός προορισμός. Αλλά πολιτιστική παρακαταθήκη, μαζί και υπόμνηση της θνητότητας του ανθρώπου. Η κατάδυση στο αρχαιολογικό πάρκο δεν θυμίζει επίσκεψη σε μουσείο, αλλά αιώρηση σε κάποιο βυθισμένο όνειρο.
Εκεί που δεν βλέπεις μόνο τα απομεινάρια ενός κόσμου που χάθηκε. Αλλά το αποτύπωμα (και την κατάληξη) της αλαζονείας, του μεγαλείου και του προσωρινού θριάμβου.
Ο πολιτισμός της Ρώμης δεν καταστράφηκε εν μιά νυκτί. Χάθηκε όπως ακριβώς βυθίστηκε η Μπάια: σταδιακά, αθόρυβα, σχεδόν ευγενικά.
Και σε μια εποχή όπου κι εμείς ίσως οικοδομούμε τις δικές μας Μπάιες – με τεχνολογικά θαύματα, αυτοκρατορίες του ψηφιακού, χρηματοπιστωτικού ή εικονικού κόσμου –, ίσως αξίζει καμιά φορά να αναρωτιόμαστε τι απ’ όλα αυτά θα διασωθεί αν ποτέ βυθιστούμε.






