Tο περιστατικό στη Θεσσαλονίκη, όπου πριν από σχεδόν μια βδομάδα δεκάδες – αν όχι εκατοντάδες – άτομα επιτέθηκαν σε δύο μέλη της LGBTQ+ κοινότητας, είναι η καλύτερη, μέσα στην τραγικότητά της, απάντηση σε όσους μέμφονται τις παρελάσεις υπερηφάνειας της ίδιας κοινότητας.

Την κριτική που δέχονται αυτές οι εκδηλώσεις είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να την αποφύγει κανείς που παρακολουθεί τη δημόσια σφαίρα: Μετά το σύνηθες (και αναληθές) «εμένα δεν με ενδιαφέρει τι κάνουν στην κρεβατοκάμαρά τους», ακολουθεί το γνωστό «αρκεί να μην προκαλούν», που μοιάζει πολύ συχνά να ταυτίζεται με το «αρκεί να μην αναπνέουν».

Ωστόσο, θα μπορούσαμε να το «πιάσουμε» και αλλιώς. Να δούμε τι μπορούμε να μάθουμε από αυτές τις εκδηλώσεις, όπου χιλιάδες άτομα συγκεντρώνονται χωρίς καμία διάθεση να επιτεθούν σε κανέναν, σε αντίθεση με τα φαινόμενα στην Αριστοτέλους.

Η αποδοχή

Μπορούμε να μάθουμε πρώτα από όλα την αποδοχή. Να δούμε ότι αυτοί οι άνθρωποι, που σήμερα είναι πάνω στο άρμα, χθες ήταν αυτοί που οδήγησαν το λεωφορείο μας στον προορισμό του και αύριο θα είναι αυτοί που θα μας σερβίρουν στο εστιατόριο. Δεν χρειάζεται όλοι να βρίσκονται εντός των ορίων μιας ετεροφυλόφιλης κοινωνίας, δεν χρειάζεται όσοι διαφέρουν να είναι οι καρικατούρες με τις οποίες μας τροφοδοτούσε για δεκαετίες η τηλεόραση και ο κινηματογράφος.

Μπορούμε να μάθουμε και τη δύναμη της αλληλεγγύης. Ανθρωποι που στο πλαίσιο μιας περιοριστικής, καταπιεστικής κοινωνίας αναγκάζονταν να κρύβονται ο καθένας στην ντουλάπα του (κατά τη γνωστή ρήση) και να υποκρίνονται, πλέον εμφανίζονται ορατοί και ενωμένοι να διεκδικούν (και κάπου κάπου να κερδίζουν κιόλας) αυτονόητα δικαιώματα που οι υπόλοιποι απολαμβάνουν χωρίς καν να το συνειδητοποιούν. Οπως η ελευθερία να κυκλοφορείς ασφαλής βράδυ στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, ας πούμε.

Και, τέλος, μπορούμε απλά να μάθουμε. Μια παρέλαση υπερηφάνειας μπορεί να γίνει η αφορμή να ενημερωθούμε για την ιστορία των αγώνων της LGBTQ+ κοινότητας και να συνειδητοποιήσουμε πόσους αιώνες η σεξουαλικότητα ενέπιπτε στις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, για να μπορούμε να διαλύσουμε τα στερεότυπα με τα οποία έχουμε μεγαλώσει, ώστε να μη μεγαλώσουν έτσι και τα παιδιά μας.

Μιλώντας για παιδιά, ας επιστρέψουμε στην Αριστοτέλους, καθώς 12 από τους 21 συλληφθέντες είναι ανήλικοι. Δεν ξέρω αν φταίει η περίφημη επικράτηση της «woke κουλτούρας» (που τόσα εξανθήματα δημιουργεί σε ορισμένους), αλλά μου φαίνεται θλιβερό να δέχονται το 2024 επίθεση άτομα με βάση τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό.

Λάθος ετικέτα

Επιτρέψτε μου την απαισιοδοξία, αλλά έχω την αίσθηση ότι δεν έχει και τόσο μεγάλο βάρος, ή έστω δεν φέρει το αποκλειστικό βάρος, ο πολιτικός προσανατολισμός των επιτιθέμενων. Θέλω να πω ότι είναι πολύ βολικό να τσουβαλιάζουμε αυτή την επίθεση κάτω από την ετικέτα «ακροδεξιοί επιτέθηκαν σε μέλη της γκέι κοινότητας». Η πραγματικότητα νομίζω ότι παραπέμπει περισσότερο στο «Εγκλημα στο Οριάν Εξπρές», όπου (spoiler alert) ετερόκλητοι δράστες δολοφονούν το θύμα με κίνητρο το εξατομικευμένο τους μίσος και με κάλυψη την ομαδική τους δράση – τηρουμένων των αναλογιών φυσικά, καθώς εκεί το θύμα ήταν κάθαρμα.

Ο Πουαρό τελικά αθωώνει τους δράστες αποδίδοντας τη δολοφονία σε έναν ληστή που δήθεν παρεισέφρησε στο τρένο. Ας μην ακολουθήσουμε το παράδειγμά του. Ας μην εφεύρουμε έναν ληστή, όσο και αν βολεύει αυτό τη συνείδησή μας. Ας κοιτάξουμε κατάματα τα κίνητρα και τις αιτίες αυτής της επίθεσης, ακόμη κι αν αυτό μας αναγκάσει να φτάσουμε στον ελέφαντα στο δωμάτιο, την Αγία Ελληνική Οικογένεια. Και εικάζω (διότι στοιχεία δεν έχω) ότι κανείς από αυτούς που επιτέθηκαν στα δύο παιδιά δεν μεγάλωσε με δύο ομόφυλους γονείς…

Και η μεγάλη εικόνα…

Σαρακοστιανά ακατάλληλα για βετζετέριαν και για λαμβάνοντες τον βασικό μισθό…