Ο αθλητισμός κινεί πάθη αλλά και τεράστια ποσά χρημάτων, σε μία χρονιά ρεκόρ για τη βιομηχανία του αθλητισμού. Το 2025 είναι μια ιστορική χρονιά για την αγορά, ιδιαίτερα στο NBA, όπου πριν λίγους μήνες οι Μπόστον Σέλτικς και οι Λος Αντζελες Λέικερς κατέρριψαν κάθε ρεκόρ. Έγιναν οι ακριβότερες ομάδες που έχουν πωληθεί ποτέ και ταυτόχρονα έθεσαν νέα στάνταρντ στον χώρο.
Οι Σέλτικς πέρασαν τον περασμένο Μάρτιο στα χέρια του επενδυτή Μπιλ Τσίλσομ με μια συμφωνία αξίας 6,1 δισ. δολαρίων (5,23 δισ. ευρώ). Μόλις τρεις μήνες αργότερα, ο Μαρκ Γουόλτερ, CEO της Guggenheim Partners, αγόρασε τους Λέικερς για 10 δισ. δολάρια, με αποτέλεσμα να ξεπεραστεί η μέχρι τότε πιο ακριβή πώληση των Ουάσιγκτον Κομάντερς της NFL, που το 2023 είχαν αγοραστεί από τον Τζος Χάρις έναντι 6,05 δισ. δολαρίων.
Τα δεδομένα δείχνουν πως οι αθλητικές ομάδες έχουν γίνει νέα σύμβολα κύρους, η αιχμή του δόρατος στο φαινόμενο των λεγόμενων «trophy assets». Δηλαδή επενδύσεων με υψηλή συμβολική αξία, κύρος ή αποκλειστικότητα, που γίνονται περιζήτητες για τη στρατηγική τους σημασία.
Βλέπουν ανάπτυξη 8%
Σε αυτό το πλαίσιο, η παγκόσμια βιομηχανία του αθλητισμού εκτιμάται στα 417 δισ. δολάρια και προβλέπεται να φτάσει τα 602 δισ. το 2030. Από το 2020 σημειώθηκε μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης 5%, που θα επιταχυνθεί στο 8% την επόμενη πενταετία. Επιβεβαιώνεται κοινώς ότι ο αθλητισμός δεν είναι πια απλώς ένα πάθος για τους επενδυτές, αλλά εξελίσσεται σε μια κατηγορία επενδύσεων υψηλής ανάπτυξης και απόδοσης.
Η καινοτομία του κλάδου και η τεχνολογία (οι πλατφόρμες streaming, η αλληλεπίδραση στα social media, η εικονική πραγματικότητα και η τεχνητή νοημοσύνη) μεταμορφώνουν την εμπειρία των φιλάθλων και δημιουργούν νέες πηγές εσόδων για τις ομάδες.
Αυτό έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον επενδυτικών funds, σε μια συγκυρία όπου η είσοδος ιδιωτικού κεφαλαίου έχει εκτοξεύσει τις αποτιμήσεις, ειδικά στα αμερικανικά πρωταθλήματα μπάσκετ και αμερικανικού ποδοσφαίρου, όπου η σπανιότητα διαθέσιμων συλλόγων αυξάνει τον ανταγωνισμό μεταξύ αγοραστών. Παρά τις υψηλές τιμές, οι αναλυτές εκτιμούν ότι η ζήτηση για εμβληματικά αθλητικά assets εξακολουθεί να ξεπερνά την προσφορά, διατηρώντας την ελκυστικότητα των επενδύσεων μακροπρόθεσμα.
Αποδόσεις στο 430%
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, οι εξαιρετικές αποδόσεις προσελκύουν όλο και πιο διαφοροποιημένο κεφάλαιο στο αθλητικό οικοσύστημα. Την τελευταία δεκαετία, η τράπεζα εκτιμά ότι ο αθλητισμός έχει προσφέρει αποδόσεις περίπου 430%, αναδεικνύοντας την ανθεκτικότητα του κλάδου σε σχέση με τη μεταβλητότητα άλλων επενδυτικών κατηγοριών. Οι αναλυτές τονίζουν ότι υπήρχαν ήδη θεσμικοί επενδυτές που πρωτοπορούσαν στον αθλητισμό πριν από τη δεκαετία αυτή, αλλά η πανδημία απέδειξε τη δυναμική της βιομηχανίας και προκάλεσε μαζική εισροή κεφαλαίων.
Με τα social media και το branding να αυξάνουν τις δυνατότητες, ο αθλητισμός είναι πια μια αναδυόμενη επενδυτική κατηγορία που κερδίζει συνεχώς περισσότερη προσοχή, αν και δεν έχει ακόμη πλήρως ωριμάσει.
Η αποτίμηση των δύο πωλήσεων
Οι Λος Αντζελες Λέικερς πρωταγωνίστησαν, λοιπόν, στη μεγαλύτερη πώληση στην ιστορία του αθλητισμού, σε μια συναλλαγή αξίας 10 δισ. δολαρίων (8,65 δισ. ευρώ). Απομένει βέβαια, η έγκρισή της εκκρεμεί από το Διοικητικό Συμβούλιο του NBA.
Ο αγοραστής Μαρκ Γουόλτερ, επικεφαλής της Guggenheim Partners με πάνω από 300 δισ. δολάρια υπό διαχείριση, δεν είναι άγνωστος στον χώρο: το 2012 συμμετείχε στην εξαγορά των Λος Αντζελες Ντόντζερς (ομάδα μπέιζμπολ) έναντι 2 δισ. δολαρίων, ενώ το 2014 ηγήθηκε μαζί με τον Μάτζικ Τζόνσον ενός consortium που απέκτησε την ομάδα του WΝΒΑ Λος Αντζελες Σπαρκς.
Η πώληση των Λέικερς δεν αντικατοπτρίζει μόνο την κληρονομιά τους στο NBA, αλλά και την παγκόσμια απήχηση και την αξία του brand, την οποία το Forbes αποτιμά στα 7 δισ. δολάρια.
Αντίστοιχα, οι Σέλτικς αγοράστηκαν τον Μάρτιο από έναν όμιλο επενδυτών έναντι 6,1 δισ. δολαρίων (5,27 δισ. ευρώ), ποσό πολύ κοντά στην τρέχουσα αποτίμησή τους. Η συμφωνία ήταν η μεγαλύτερη στην ιστορία των αμερικανικών franchises μέχρι την πώληση των Λέικερς τρεις μήνες αργότερα. Η δομή της συμφωνίας περιλαμβάνει δύο φάσεις, με τη συμμετοχή επενδυτών όπως ο δισεκατομμυριούχος Ρόμπερτ Χέιλ και ο Μπρους Μπιλ Τζ., πρόεδρος της Related Companies.
Ο νυν ιδιοκτήτης Γουίκ Γκρούσμπεκ θα παραμείνει στο τιμόνι μέχρι τη σεζόν 2027-2028. Η οικογένειά του είχε αποκτήσει τους Σέλτικς το 2002 έναντι περίπου 360 εκατ. δολαρίων, καταδεικνύοντας την εκρηκτική άνοδο της αξίας των συλλόγων τις τελευταίες δεκαετίες. Το ενδιαφέρον των επενδυτών ενισχύθηκε περαιτέρω από το νέο τηλεοπτικό συμβόλαιο-μαμούθ ύψους 76 δισ. δολαρίων που εξασφάλισαν TNT και ESPN για τα δικαιώματα μετάδοσης του NBA τα επόμενα 11 χρόνια.
Απόβαση στην Αγγλία
Αλλά οι αμερικανοί επενδυτές δεν μένουν μόνο στη δική τους πλευρά του Ατλαντικού, ούτε στα παραδοσιακά αμερικανικά σπορ. Το 2022, ο Τοντ Μποέλι ηγήθηκε ενός αμερικανικού επενδυτικού group που απέκτησε την Τσέλσι έναντι 4,25 δισ. λιρών (4,91 δισ. ευρώ), βάζοντας τέλος στην 20ετή εποχή του Ρόμαν Αμπράμοβιτς. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αγορά ποδοσφαιρικής ομάδας στην ιστορία, γεγονός που ανέδειξε την Premier League ως ελκυστικό προορισμό επενδύσεων.







