Ο εκλογικός αγώνας είναι φανερό ότι έχει ξεκινήσει, παρότι ο ακριβής χρόνος διεξαγωγής των εκλογών παραμένει ακόμη αδιευκρίνιστος. Προκύπτει από την τραχύτητα των λόγων, από την ένταση των ιδεολογικοπολιτικών αντιπαραθέσεων αλλά και από τα επιχειρήματα που επιστρατεύουν οι κ.κ. Μητσοτάκης και Τσίπρας προκειμένου να πείσουν τους εκλογείς.

Οσο δε εξελίσσεται η τρέχουσα προεκλογική αντιπαράθεση τόσο επιβεβαιώνεται η επικράτηση του διπόλου μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ. Ο διπολισμός ή καλύτερα ο δικομματισμός, όπως έχει επικρατήσει στην πολιτική ορολογία, είναι κυρίαρχος στη μεταπολίτευση και μπορεί να πει κανείς ότι πλέον συνιστά ελληνική πολιτική παράδοση.

Στους δύο μονομάχους τρίτος δεν χωρεί

Κοινή λοιπόν είναι πια η πεποίθηση ότι στις διπλές κάλπες που θα στηθούν τους προσεχείς μήνες κατά βάση θα παλέψουν δύο. Τρίτος, κατά τα φαινόμενα, δεν χωρεί και όποιος αποπειραθεί να μπει ανάμεσά τους το πιθανότερο είναι να συνθλιβεί στις συμπληγάδες που θα ορθώσουν οι δύο μονομάχοι. Οσο φιλότιμες και αν είναι οι προσπάθειες του Νίκου Ανδρουλάκη είναι πολύ δύσκολο να υπερβεί το προνόμιο εκπροσώπησης της ευρύτερης δημοκρατικής παράταξης που απέκτησε ο κ. Τσίπρας όλα τα προηγούμενα χρόνια, ούτε και να ξεπεράσει τη μακρά διαδικασία φθοράς στην οποία περιήλθε το ΠαΣοΚ από το 2011 και εντεύθεν.

Επιπλέον έχει να αντιπαρατεθεί με στελέχη και τμήματα του κόμματός του που συνδιαμόφωσαν το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο στις εκλογές του 2019 και επιμένουν με φανατισμό στην αναβίωσή του και σε τούτες τις εκλογές. Παρά ταύτα, ο χρόνος διεξαγωγής των εκλογών δεν είναι αδιάφορος, ούτε οι συνθήκες, οικονομικές και άλλες, υπό τις οποίες θα ψηφίσουν οι πολίτες. Πολύ περισσότερο όταν είναι διαπιστωμένο ότι σχεδόν το 20% των ψηφοφόρων αποφασίζει πάνω από την κάλπη.

Επιπλέον παροχές άνω του 1 δισ. ευρώ

Ο Πρωθυπουργός θα ήθελε τις καλύτερες δυνατές συνθήκες. Προτιμά οι κάλπες να στηθούν σε περιβάλλον κατά το δυνατόν ελεγχόμενο, χωρίς το πλήθος των αβεβαιοτήτων για τις τιμές των καυσίμων, των τροφίμων και τα εισοδήματα να καταδιώκουν τους ψηφοφόρους.

Ηδη λαμβάνει ενθαρρυντικά μηνύματα από το υπουργείο Οικονομικών και την Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά γνωρίζει ότι χρειάζεται χρόνος για την επιβεβαίωσή τους. Τα φορολογικά έσοδα εξελίσσονται πολύ καλύτερα του αναμενομένου, ιδιαιτέρως από την υπεραπόδοση του ΦΠΑ. Και οι δαπάνες επίσης κάμπτονται εξαιτίας της ταχείας υποχώρησης των τιμών του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος, που περιορίζει στο ελάχιστο τις επιδοτήσεις. Γεγονός που δημιουργεί προϋποθέσεις για δημιουργία επιπρόσθετου οικονομικού χώρου. Στον βαθμό που στο τέλος του προσεχούς Μαρτίου επιβεβαιωθούν οι παραπάνω τάσεις θα υπάρξει δυνατότητα επιπρόσθετων παροχών, ύψους άνω του 1 δισ. ευρώ, πέραν των ήδη υπεσχημένων.

H εξάντληση της τετραετίας

Επιπλέον στην Τράπεζα της Ελλάδος και στις μεγάλες εμπορικές τράπεζες παρατηρούν ότι οι ιδιωτικές καταθέσεις συνεχίζουν να αυξάνονται. Τον περασμένο Δεκέμβριο έφθασαν τα 180 δισ. ευρώ, στα επίπεδα του 2011, πριν δηλαδή αρχίσει η ραγδαία μείωσή τους εξαιτίας της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Στη διάρκεια της πανδημίας, εξαιτίας των αφειδώς προσφερθέντων μεταβιβαστικών πληρωμών αυξήθηκαν κοντά στα 35 δισ. ευρώ.

Οι περισσότεροι υπέθεταν ότι με την επιστροφή σε κανονικές υγειονομικές συνθήκες το απόθεμα αποταμίευσης θα ξοδευόταν προκειμένου να υπηρετηθούν οι καταπιεσμένες καταναλωτικές επιθυμίες. Ωστόσο παρότι η κατανάλωση εκτοξεύθηκε στα ύψη, οι καταθέσεις όχι μόνο δεν απομειώθηκαν, παρά διαπιστώθηκε ότι διευρύνθηκαν και οι τοποθετήσεις σε νέα επενδυτικά προϊόντα, τα οποία μέχρι πρότινος αντιμετωπίζονταν με επιφύλαξη και καχυποψία από το ευρύ αποταμιευτικό κοινό. Πράγμα που σημαίνει ότι η μεταπανδημική οικονομία εξελίσσεται δυναμικά, δημιουργώντας νέα ταμειακά και αποταμιευτικά αποθέματα. Βάσει των παραπάνω ο ευρύς κύκλος των οικονομικών συμβούλων προτρέπει τον Πρωθυπουργό να αντέξει την πίεση που του ασκεί ο κ. Τσίπρας και να εξαντλήσει την τετραετία, προσβλέποντας ακριβώς στην άρση των αβεβαιοτήτων και στην αναπτέρωση των προσδοκιών.

Η επιλογή του καλού καιρού

Ετσι κι αλλιώς ο κ. Μητσοτάκης δεν θέλει τις εκλογές καταχείμωνο, ούτε πολύ νωρίς την άνοιξη, όταν ακόμη δεν θα έχουν προδιαγραφεί οι οικονομικές προοπτικές του 2023. Επίσης έχει λόγους αμιγώς εκλογικούς να μη θέλει διεξαγωγή των εκλογών σε κακές μετεωρολογικές συνθήκες. Ο κακός καιρός, ως γνωστόν, αποτρέπει τους ηλικιωμένους ψηφοφόρους, στους κύκλους των οποίων κερδίζει κατά κράτος, να προσέλθουν στις κάλπες. Προτιμά αυτές να στηθούν σε θερμές ηλιόλουστες μέρες. Επίσης θα προτιμούσε να έχει σαφή σημάδια για ταχύτερη έναρξη μιας καλής τουριστικής χρονιάς, η οποία ως γνωστόν καλύπτει τις ανάγκες της με νεανικό πληθυσμό, ο οποίος δεν τρέφει τα καλύτερα των αισθημάτων για τον Πρωθυπουργό και τη Νέα Δημοκρατία.

Η… αποφυγή της ετυμηγορίας των νέων

Οι δημοσκόποι δεν αρνούνται ότι παρατηρούν στις έρευνές τους ότι στην ηλικιακή ομάδα 17-34 η εκλογική συμπεριφορά αλλάζει δραματικά σε βάρος της συντηρητικής παράταξης. Είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται τέτοια απόσταση μεταξύ των προτιμήσεων της νέας γενιάς και του υπόλοιπου εκλογικού σώματος. Θα προτιμούσε, με άλλα λόγια, ο νεανικός πληθυσμός να έχει μετακομίσει μαζικά στις παραλίες όταν στηθούν οι πρώτες κάλπες και έτσι να εκμεταλλευθεί στον μέγιστο βαθμό το έλλειμμα επιρροής της Κεντροαριστεράς στον πολυπληθέστερο ώριμο πληθυσμό. Επιπλέον μετά τις βιβλικών διαστάσεων καταστροφές από τους απίστευτα φονικούς σεισμούς στην Τουρκία θεωρεί ότι το ενδεχόμενο ενός αναμενόμενου θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο που έθετε τους δικούς του περιορισμούς στον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών απομακρύνεται. Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν είναι απίθανο η πρώτη κάλπη να στηθεί ακόμη και μετά τις τουρκικές εκλογές που έχουν ανακοινωθεί για τις 14 Μαΐου του τρέχοντος έτους.

Η πρόγνωση της μικρής διαφοράς

Από την άλλη πλευρά, ο Αλέξης Τσίπρας αντιμετωπίζει τον μετεωρισμό του κ. Μητσοτάκη ως προς τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών ως ισχυρή ένδειξη της ανασφάλειας που τον χαρακτηρίζει. «Ο Μητσοτάκης είναι ανασφαλής» λέει και ξαναλέει στους συνομιλητές του ο κ. Τσίπρας «και γι’ αυτό μένει αναποφάσιστος ως προς τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών». Επίσης ο κ. Τσίπρας απορρίπτει τα δημοσκοπικά ευρήματα, θεωρεί ότι οι έρευνες έχουν μεθοδολογικά και άλλα προβλήματα και ακόμη, παρά τα πολλά μηνύματα που λαμβάνει, επιμένει πώς η διαφορά είναι μικρή και πως οι εκλογές θα κριθούν στα ίσα.

Εκτιμά μάλιστα ότι και τα δύο κόμματα θα ξεπεράσουν το 30%. Αν μάλιστα επιβεβαιωθεί η πρόγνωση της μικρής διαφοράς και ο ΣΥΡΙΖΑ προσεγγίσει τα ποσοστά του 2019, τότε τα νεοδημοκρατικά αφηγήματα θα καταρρεύσουν εν ριπή οφθαλμού και μετά το παιχνίδι στη δεύτερη κάλπη θα είναι ανοιχτό. Προς επίρρωση των παραπάνω ο κ. Τσίπρας επικαλείται τα αποτελέσματα των κυπριακών εκλογών, τα οποία εξέπληξαν τους δημοσκόπους, ιδιαιτέρως ως προς την επίδοση του υποψηφίου του ΑΚΕΛ. Και βεβαίως οι συνεργάτες του υπενθυμίζουν ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ φορτσάρει στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, είναι ικανός να δημιουργεί διαρκώς γεγονότα και να προσεγγίζει με δυναμικό τρόπο το εκλογικό σώμα. Το έπραξε το 2019 όταν τον είχαν όλοι «σφαγμένο» και έπιασε σχεδόν 32%. Το ίδιο θα πράξει και σε τούτες τις εκλογές στις οποίες θεωρούν ότι κατέρχεται με καλύτερες προϋποθέσεις.

Οι εκτιμήσεις των δημοσκόπων

Παρά ταύτα οι εκπρόσωποι των δημοσκοπικών εταιρειών επιμένουν στα ευρήματά τους. Δεν βρίσκουν στις έρευνές τους τη δυναμική που επικαλείται ο κ. Τσίπρας και αντιθέτως προειδοποιούν ότι για πρώτη φορά στα μεταπολιτευτικά χρόνια εμφανίζεται τόσο πολιτικά και ιδεολογικά αδύναμος ο ευρύτερος κύκλος της Κεντροαριστεράς, υπονοώντας ότι η έκπληξη μπορεί αυτή τη φορά να έλθει από την άλλη πλευρά.

Οπως και να έχει, τούτες οι εκλογές μόνο απλές δεν θα είναι. Αντιθέτως όλα τα στοιχεία δηλώνουν ότι θα είναι σκληρές, μετωπικές και βαθιά πολωτικές…