Τα συμβατικά και απαισιόδοξα κατά βάση διεθνοπολιτικά σενάρια θέλουν την ενεργειακή και πληθωριστική κρίση εντεινόμενη, τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο παρατεινόμενο, τον Πούτιν έτοιμο και ικανό να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα και τον πλανήτη ανάστατο και βυθιζόμενο σε γεωπολιτικές και άλλες πολυσήμαντες κρίσεις. Και κατ’ επέκταση τα ίδια σενάρια θέλουν την Ελλάδα κλυδωνιζόμενη, καθώς επιπρόσθετα αντιμετωπίζει και την υστερική επιθετικότητα του Ταγίπ Ερντογάν.

Ωστόσο υπάρχουν και άλλες, λιγότερο δηµοφιλείς, αναγνώσεις της τρέχουσας διεθνοπολιτικής κατάστασης, που παραπέµπουν σε εντελώς διαφορετικές, πολύ πιο αισιόδοξες, προοπτικές.

Σύµφωνα µε αυτές, παρά τα αντιθέτως διαδιδόµενα, είµαστε µπροστά σε µια δυναµική διεθνοπολιτική εξέλιξη, που πηγάζει όχι απλά από τη διαφαινόµενη, αλλά από την ήδη συντελεσθείσα ήττα του ρωσικού στρατού στις ουκρανικές πεδιάδες.

Κοινή είναι η πεποίθηση σε δυτικούς στρατιωτικοπολιτικούς κύκλους ότι ο µύθος του δεύτερου ισχυρότερου στρατού στον κόσµο έχει στην κυριολεξία καταρρεύσει. Οι ρωσικές Ενοπλες Δυνάµεις έχουν χάσει στον επτάµηνο πόλεµο δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες, εκατοντάδες ανώτατους αξιωµατικούς, η πολεµική αεροπορία δεν µπόρεσε να δράσει, το πολεµικό ναυτικό της Μαύρης Θάλασσας απεδείχθη ανήµπορο να επιχειρήσει αποτελεσµατικά και τα τεθωρακισµένα έγιναν εύκολος στόχος των ευέλικτων ουκρανικών δυνάµεων. Εχουν χαθεί περισσότερα από 1.000 τανκς και πολλά από αυτά έπεσαν στα χέρια των στρατιωτών του Ζελένσκι. Αποδεδειγµένα επίσης οι αλυσίδες εφοδιασµού δεν δούλεψαν, οι ρώσοι στρατιώτες ξέµειναν από τρόφιµα και εξοπλισµό και δεν άντεξαν την πίεση της ουκρανικής αντεπίθεσης.

Κατόπιν αυτών, το ηθικό του στρατεύµατος έπεσε στα Τάρταρα και η άπελπις επιστράτευση απεδείχθη φάρσα και ανίκανη να καλύψει τις µεγάλες απώλειες και τις ακόµη µεγαλύτερες ανάγκες του πολέµου. Και ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι η στρατιωτική ηγεσία αµφισβητείται ευθέως πια και υποκαθίσταται πλέον από παραστρατιωτικούς, όπως ο Τσετσένος Καντίροφ και ο αρχηγός της µισθοφορικής Βάγκνερ.

Σύµφωνα µε αυτή την εκδοχή των πραγµάτων η πυρηνική απειλή παρότι εκτοξευόµενη δεν θεωρείται πιθανή. Τα σήµατα για τις συνέπειες έχουν µεταφερθεί στη Μόσχα και είναι αρκούντως αποτρεπτικά.

Με άλλα λόγια, σηµειώνεται χαρακτηριστικά ότι ο πόλεµος µε συµβατικούς όρους έχει κριθεί και αυτό συνέβη χωρίς καν την παρουσία της Δύσης στα πεδία των µαχών. Η Δύση απλώς εξόπλισε τον ουκρανικό στρατό και µάλιστα µε όπλα µικρού βεληνεκούς. Με τη διαφορά ότι ήταν τεχνολογικά προηγµένα και είχαν απέναντί τους παλαιωµένα άρµατα και µια τεχνική πολέµου που παρέπεµπε στο 1945, παρά στο 2022.

Βάσει των παραπάνω το τέλος του πολέµου δεν θα παιχθεί στα ρωσο-ουκρανικά σύνορα αλλά στη Μόσχα. Εκεί εκτιµάται ότι έχει µεταφερθεί πια η λύση και κατά τα φαινόµενα θα λάβει χαρακτήρα εσωτερικής εκκαθάρισης.

Στα στρατιωτικοπολιτικά κέντρα της Δύσης πιστεύουν ακράδαντα ότι είµαστε µπροστά σε µοναδικές εξελίξεις, οι οποίες θα επανακαθορίσουν τους συσχετισµούς στον κόσµο και θα µεταβάλουν πλήρως τη γεωπολιτική. Οι οικονοµικές δε συνέπειες της µεταβολής θα είναι τεράστιες, θα ξεπεράσουν κατά πολύ τα τρέχοντα σενάρια. Η επαπειλούµενη ύφεση θα αποδειχθεί βραχύβια καθώς η έναρξή της θα συµπέσει µε το τέλος του πολέµου και την αποκατάσταση της ροής των ενεργειακών αγαθών. Ταυτόχρονα το στοιχείο της γεωπολιτικής ασφάλειας θα καταστεί κυρίαρχο, η Δύση θα γίνει πιο συντηρητική απέναντι σε τρίτους, θα απαιτήσει µεγαλύτερο έλεγχο στις αλυσίδες προσφοράς και βεβαίως θα επανατοποθετηθεί έναντι αυταρχικών ηγετών και αµφιλεγόµενων χωρών.

Η Αθήνα είναι ενήµερη και παρακολουθεί µε µεγάλη αγωνία τις εξελίξεις. Και δικαίως, γιατί απλούστατα η επιβεβαίωση των παραπάνω εκτιµήσεων, πέραν των άλλων, θα επιτρέψει και τον έλεγχο της τουρκικής επιθετικότητας. Στην κυβέρνηση εκτιµούν ότι η Τουρκία ενεργεί µε χρονική υστέρηση και συνεχίζει να κινείται επηρεαζόµενη από του Πούτιν το αποτυχηµένο σχέδιο.

Το ερώτηµα που τίθεται είναι πώς ο Ταγίπ Ερντογάν θα αναδιπλωθεί όταν διαπιστώσει το τέλος της αναθεωρητικής πολιτικής. Στην Πράγα έλαβε πολλά µηνύµατα. Η Ευρώπη της Πράγας κινείται δυναµικά προς άλλες κατευθύνσεις και εκείνος δεν ταιριάζει στο νέο δόγµα της γεωπολιτικής ασφάλειας που θα αναδυθεί σε λίγους µήνες. Εκτός και αν προσαρµοσθεί ταχέως και υιοθετήσει του Ερµπακάν την ανατολίτικη εκδοχή, που συνήθιζε να λέει ότι 24 ώρες είναι πολύς χρόνος στην πολιτική…

ΤΟ ΒΗΜΑ