Με απανωτές νομοθετικές μεταβολές τα τελευταία χρόνια, επιχειρείται να γίνει πιο αυστηρή η νομοθεσία για πολλές εγκληματικές συμπεριφορές που έχουν λάβει χαρακτήρα χιονοστιβάδας ή εμφανίζουν μεγάλη ή πολύ μεγάλη αύξηση.

Τα περιστατικά, για παράδειγμα, ενδοοικογενειακής βίας πλέον είναι τόσο πολλά, και όλο και σκληρότερα, που η κοινωνία έκπληκτη παρακολουθεί την εγκληματική πραγματικότητα που ενυπάρχει μέσα στην οικογένεια και σοκάρεται.

Το ίδιο συμβαίνει και με τις γυναικοκτονίες που αριθμούν διψήφιους αριθμούς κάθε χρόνο, όλο και με μεγαλύτερη σκληρότητα σε όλη την επικράτεια.

Και βεβαίως τα βαριά τροχαία που έχουν πολλαπλασιαστεί, θυμίζοντας προηγούμενες δεκαετίες, τότε που το Πάσχα σήμαινε δεκάδες νεκρούς στους δρόμους. Τώρα κάθε μέρα η επικαιρότητα κατακλύζεται από βαριά τροχαία με παρασύρσεις πεζών, φονικά στους δρόμους με μετωπικές συγκρούσεις, όπως η περίπτωση του εγκληματικά επικίνδυνου οδηγού στα Χανιά που θέρισε έναν άφταιγο 22χρονο.

Μπροστά σε αυτή τη λαίλαπα εγκληματικών συμπεριφορών, οι νόμοι με τις αυστηρές ποινές, τη βαριά ποινική μεταχείριση των δραστών, επιχειρούν να ανακόψουν την επέκταση πολλών εγκλημάτων και να δώσουν ένα ισχυρό μήνυμα ότι οι δράστες θα τιμωρούνται στα αλήθεια και θα πηγαίνουν φυλακή.

Από την άλλη όμως, οι νόμοι αυτοί, όπως για παράδειγμα ο νόμος που ψηφίστηκε για βαριές ποινές σε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας ή τα βαριά τροχαία, προκαλούν έντονες αντιδράσεις από δικηγορικούς συλλόγους και δικαστικές ενώσεις.

Οι επικρίσεις τους σχετίζονται με την παραβίαση δικαιωμάτων των κατηγορουμένων, διάσπαση εμπεδωμένων ποινικών αντιλήψεων και πρακτικών, όπως ότι για πλημμέλημα δεν κρατείται κάποιος κατά κανόνα, προσωρινά κ.λπ.

Οι αιτιάσεις δεν μπορεί να αγνοηθούν. Εχουν τη βάση τους, όχι μόνον στην επιστημονική θεωρία και τις νέες τάσεις της νομικής επιστήμης, αλλά και στο πεδίο του κράτους δικαίου και της αναλογίας ποινής και εγκλήματος.

Αλλά όταν η κοινωνία δοκιμάζεται σκληρά, όταν τα εγκλήματα για τα οποία οι ποινές προβλέπονται πλέον βαριές κονιορτοποιούν βεβαιότητες, συνθλίβουν δικαιώματα, αφαιρούν ζωές, η στάθμιση ανάμεσα στα δύο, αυστηρός νόμος και δικαιώματα κατηγορουμένων πολιτών, είναι εξαιρετική δύσκολη. Και πάντως η στάθμιση αυτή θα γίνει από τα ίδια τα δικαστήρια. Από τους δικαστές δηλαδή που θα κληθούν να εφαρμόσουν τους νόμους.

Γιατί είναι αλήθεια ότι η πολιτεία δεν μπορεί να νομοθετεί στη λογική τού τι θέλει η κοινωνία, δηλαδή με κριτήρια λαϊκισμού, αλλά από την άλλη τα θύματα οφείλουν να προστατευθούν και η κοινωνία επίσης.

Δύσκολες εξισώσεις αυτές, με τεράστια όμως αξία για εκείνους που βρίσκονται στη θέση των θυμάτων που οφείλουν να προστατεύονται, των συγγενών τους και του κοινωνικού συνόλου που αξιώνει (και σωστά) το δικαίωμα της ασφάλειας να είναι πρωτεύον.