Η ισότητα δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ προσώπων είναι ένα από τα μεγαλύτερα αξιακά διακυβεύματα της εποχής μας. Ένα από τα τελευταία μεγάλα προτάγματα του νεωτερικού Διαφωτισμού, δηλαδή – κατ’ αναλογία ασφαλώς – ό,τι ήταν παλαιότερα η απελευθέρωση των δούλων ή η ισότητα ανδρών και γυναικών. Η διοικούσα Εκκλησία επιλέγει, όμως, να δώσει μια μάχη οπισθοφυλακής. Άνθρωποι άγαμοι, που έχουν συνειδητά επιλέξει να μην κάνουν οικογένεια, προτιμώντας την αγάπη του «νυμφίου Χριστού», είναι αυτοί που κατ’ εξοχήν νιώθουν ένα βαρύ άγχος να συντηρηθεί ο υπάρχων τρόπος οικογένειας, σαν η Εκκλησία να πρέπει να περιορίζεται σε έναν θεματοφύλακα της παραδοσιακής οικογένειας για χάρη της εθνικής συνοχής. Αυτό που επικρατεί ντε φάκτο στην Εκκλησία της Ελλάδος είναι ένας δομικός «πλουραλισμός», όπου ορισμένοι επίσκοποι εκφράζουν δυναμικά τις αγωνίες ενός παραδοσιακού μέρους του ποιμνίου, ενώ μια κρίσιμη μάζα επισκόπων φροντίζει να κατισχύει η σιωπηρή μακροπρόθεσμη συναίνεση προς τις πρωτοβουλίες της Πολιτείας.

Θα μπορούσε να είναι αλλιώς; Τα ίσα δικαιώματα βασίζονται στον «δεοντοκρατικό ουνιβερσαλισμό», δηλαδή στο ότι είναι καθήκον μας να είμαστε ίσοι, ανεξαρτήτως εμπειρικών υπολογισμών. Αλώστε, η νεωτερική εμπειρία βασίζεται στην επιτελεστικότητα. Δηλαδή, όπως η χορήγηση δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες συνδέθηκε με την ισότητα στην πολιτική μόρφωση, παρομοίως με το να παραχωρηθεί δικαίωμα γάμου στα ΛΟΑΤΚΙ ζεύγη, δίνεται ένας ορίζοντας για σχέσεις πιστότητας, αφοσίωσης και ευθύνης. Αλλά και κάτι παραπάνω: Οπως ο φεμινισμός οδηγεί στο να έχουμε καλύτερους άνδρες, με μεγαλύτερη τρυφερότητα, ενσυναίσθηση και ανάγκη αυτοβελτίωσης, έτσι και ο ΛΟΑΤΚΙ γάμος οδηγεί στο να έχουμε καλύτερους γάμους ετερόφυλων, που θα βασίζονται κατ’ εξοχήν στην ελεύθερη αγάπη και στη συνειδητή ευθύνη για τα παιδιά, όπου ένας πατέρας θα μπορεί να έχει «μητρική» φροντίδα και μια μητέρα να ασκεί το παιδί στην κοινωνικοποίησή του στον δημόσιο χώρο.

Θα μπορούσε, όμως, να ειπωθεί και κάτι επιπλέον. Τα προτάγματα του Διαφωτισμού αποτελούν προωθημένες μορφές εκκοσμικευμένων σπόρων του Χριστιανισμού. Στη ρωμαϊκή εποχή,  ο απόστολος Παύλος τόλμησε να πει ότι δεν υπάρχει άνδρας και γυναίκα στον ορίζοντα του μέλλοντος, ότι ο γάμος εικονίζει μια αιώνια αγάπη, αυτή του Χριστού και της Εκκλησίας, χωρίς κοινωνικές και βιολογικές προϋποθέσεις. Για πολλούς Πατέρες, όπως ο Μάξιμος Ομολογητής, το φύλο είναι τρόπος ιστορικής επιτέλεσης, όχι προϋπάρχουσα ουσία. Για τους χριστιανούς μυστικούς, ο άνδρας ενώπιον του Θεού αποκτά θηλυκά χαρακτηριστικά όπως τη δεκτικότητα και την πνευματική γονιμότητα, ενώ αντιστρόφως η γυναίκα «ανδρίζεται» στην πίστη και κατέρχεται με γενναιότητα στον στίβο του δημόσιου αγώνα. Το να κραδαίνει έναν πρωτόγονο νατουραλισμό η Εκκλησία, η οποία κατ’ εξοχήν στην ιστορία της έχει αμφισβητήσει τη στεγανότητα των έμφυλων ρόλων, αποτελεί αναχρονιστική αντίφαση.

Αν το σκεφτεί κανείς με παρθένο μάτι, η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα αποτελεί μια μεταμοντέρνα «εκκλησία» της εποχής μας, επαναλαμβάνοντας ακριβώς ό,τι έκανε η Εκκλησία στη ρωμαϊκή περίοδο. Σήμερα, όχι λίγοι άνθρωποι πηγαίνουν στις λιτανείες των επιταφίων, σε Gay Prides, αλλά και σε διαδηλώσεις μνήμης για ΛΟΑΤΚΙ μάρτυρες όπως ο Ζακ Κωστόπουλος/Ζάκι. Συγκριτικά είναι στις τελευταίες εκεί που μπορεί κανείς να αισθανθεί το ρίγος της θυσίας και της ευθύνης οι περιλειπόμενοι να κρατήσουν ζωντανό μέσα τους τον θυσιασμένο και την παρακαταθήκη του, κάτι που ήταν κατ’ εξοχήν το βίωμα των πρώτων χριστιανών. Ο Ζακ/Ζάκι, που σκοτώθηκε 33 ετών, που συκοφαντήθηκε, που κατέστη «σημείον αντιλεγόμενον», δίνει την ευκαιρία στους Ελληνες να ξανανιώσουν τι σημαίνει να μπορείς να κλαις και να αγκαλιάζεσαι με αγνώστους, επειδή δεν αντέχεις την αδικία.  Επί ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, οι χριστιανοί στέριωναν τους ναούς τους πάνω σε οστά μαρτύρων. Τώρα ζητούν δημοψηφίσματα για νομικά θέματα δικαιωμάτων. Όμως δεν μπορεί η πλειοψηφία της κοινωνίας να αποφασίζει για δικαιώματα μειονοτήτων. Αν γίνονταν δημοψηφίσματα στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, πιθανότατα ο λαός θα ψήφιζε καταφατικά να κατασπαράσσονται οι χριστιανοί από τα λιοντάρια. Σήμερα, η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα έχει ένα μεγάλο μαρτυρολόγιο, επί του οποίου μπορεί να στεριώσουν νέοι καινοτόμοι θεσμοί. Είναι μια κοινότητα που πρέπει να της δοθεί το δικαίωμα να «νοικοκυρευτεί», από «queer» να γίνουν «νοικο-queer-ηδες», ώστε να μην είναι για πάντα καταδικασμένη στην καταναγκαστική εναλλακτικότητα του αποκλεισμένου. Αλλά είναι και μια κοινότητα που οφείλει να δώσει διαθεματικούς αγώνες για τη σύνολη ανθρωπότητα και να μην πέσει στην παγίδα των «σταυροφοριών» του χριστιανισμού, δίνοντας μόνο ταυτοτικές μονοθεματικές «ιριδοφορίες». Για όλα αυτά είναι αναγκαία μια πρωτότυπη θεσμική ισότητα.

Ο κ. Διονύσιος Σκλήρης είναι διδάκτορας Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Σορβόννης (Paris-IV).