Σε κάθε επέτειο της εθνικής ανεξαρτησίας ανοίγει μία μίζερη συζήτηση απ’ τα κόκαλα βγαλμένη, των Ελλήνων τα ιερά. Είμαστε, λέει, ανάξιοι των προγόνων, έχουμε ηγέτες με μικρό μπόι που αδυνατούν να υπηρετήσουν το εθνικό πεπρωμένο και του γένους τα μεγάλα ιδανικά. Σήμερα θα υπάρχουν και σχετικά πρωτοσέλιδα, ρίξτε μια ματιά. Και αν μάλιστα ο αρθρογράφος καταληφθεί πλήρως από πατριωτικό οίστρο, θα αποδώσει συλλογική μομφή στους Νεοέλληνες που παραστράτησαν από την οδό της εθνικής αρετής.

Στοιχηματίζω δε ότι υπάρχουν άρθρα στον κυριακάτικο Τύπο που αναρωτιούνται πώς θα αντιμετώπιζαν οι ήρωες του ’21 τη σημερινή Ελλάδα με τη μουσουλμανική διείσδυση και τον γάμο ομοφύλων. «Οι πρόγονοί μας έχυσαν αίμα για να τους εκδιώξουν και εμείς τους βάζουμε από το παράθυρο, σε μία χώρα που αποκόπτεται από τα βασικά συστατικά στοιχεία της». Κάπως έτσι. Βέβαια δεν είμαστε σίγουροι αν ο ήρωας του ’21 θα προτιμούσε να λερώνει τη φουστανέλα στο χώμα και στο αίμα από το να ζει στη σημερινή Ελλάδα. Ομως το πιθανότερο είναι ότι θα προτιμούσε τη δική μας συντροφιά.

Οι επαγγελματίες της μιζέριας λησμονούν ότι αυτά που κατάφερε η χώρα μέσα σε διακόσια χρόνια είναι ιστορικώς αδιανόητα. Το γένος των Ρωμιών απέκτησε εθνική συνείδηση συνδέοντας κομμάτια της κλασικής αρχαιότητας και των βυζαντινών χρόνων (που ιδιοποιήθηκε πλήρως), κέρδισε εδάφη, η κατοχή των οποίων δεν υπήρχε ούτε στα πιο ακραία όνειρα των αγωνιστών του ’21. Μπήκε στον σκληρό πυρήνα της φωτεινής πλευράς του κόσμου και έβαλε στην τσέπη το πιο ισχυρό νόμισμα. Και όλα αυτά, μέσα από εθνικά στραπάτσα, διχασμούς, πολιτικές εκτροπές και χρεοκοπίες. Στην επέτειο, λοιπόν, δεν πρέπει ούτε στάλα μιζέριας, παρά μόνο θαυμασμός και δέος για τις επιτυχίες. Και ας έβαλαν πλάτη και όπλα οι ισχυροί του κόσμου. Καταφέραμε και τους πήραμε με το μέρος μας.

Δεν εκριζώθηκαν βέβαια οι εθνικές και πολιτισμικές παθογένειες. Ως εθνική και κρατική οντότητα στρέφουμε το βλέμμα προς τη Δύση, πλην όμως κομμάτια της ιδιοσυγκρασίας παραμένουν ανατολίτικα, με το αποτύπωμα του οθωμανισμού να είναι ακόμα διακριτό. Σταθείτε, για παράδειγμα, στο ύφος της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας. Διατηρεί την έπαρση, την αλαζονεία, τον κυνισμό και ενίοτε την ξιπασιά που χορηγεί η ισχύς. Η σχέση της με το κράτος και τους αρμούς του, όπως θα έλεγε μία ψυχή από τα παλιά, είναι βαθιά ιδιοκτησιακή. Και οι θεσμικοί μηχανισμοί έχουν συναρμολογηθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να την υπηρετούν. Εχουμε ακόμα προεστούς, κοτζαμπάσηδες και μεγαλοτσιφλικάδες. Και ένα σύστημα εξουσίας που συχνά αντιμετωπίζει τον λαό ως ενοχλητική μύγα.

Για όσα έγιναν στην κοινοβουλευτική συζήτηση για τα Τέμπη και τα απόνερα που άφησαν, θα διαβάσατε στις προηγούμενες σελίδες. Ηταν εκεί και η αλαζονεία και η έπαρση και εκείνη η άγραφη αρχή που προστατεύει τους κοτζαμπάσηδες. Ομως έξω και μακριά από τη Βουλή, μέσα σε ένα υπολογιστικό νέφος, υπάρχουν 1,3 εκατομμύρια υπογραφές που, ουσιαστικά, δηλώνουν απώλεια εμπιστοσύνης προς το κράτος και τους θεσμικούς διαχειριστές του. Αυτές οι υπογραφές αντιστοιχούν σε κανονικούς ανθρώπους που συχνά δέχονται, θέλοντας και μη, μαθήματα με ένα τεντωμένο δάχτυλο που κινείται και δείχνει προς τις υποχρεώσεις του συνετού και υπεύθυνου πολίτη. Ε, αυτός ο υπεύθυνος, ο συνετός, ο μετριοπαθής και εγκρατής πολίτης, έχει λόγους να βγαίνει από τα ρούχα του. Και να εξοργίζεται όταν διαπιστώνει ότι η σπάθα της Δικαιοσύνης είναι μόνο για τη δική του κεφαλή, ενώ οι ισχυροί και οι έχοντες βαριά ονόματα τη χρησιμοποιούν για να χτενίζονται.

Συχνά ο Πρωθυπουργός καταφέρεται κατά του λαϊκισμού και της χειραγώγησης του λαού μέσα από συναισθηματική φόρτιση. Ομως, εν προκειμένω, ο λαός δεν εξοργίζεται από αυτά που ακούει, αλλά από εκείνα που βλέπει να εξελίσσονται μπροστά στα μάτια του. Τα άδεια υπουργικά έδρανα στην κοινοβουλευτική συζήτηση για τα Τέμπη ανήκουν σε ένα πολιτικό προσωπικό που προτίμησε να κρυφτεί πίσω από το δάχτυλό του για να μη βρίσκεται μέσα στο φωτογραφικό κάδρο μιας ζοφερής εικόνας. Αυτές οι απουσίες ενίσχυσαν την αντίληψη περί συγκάλυψης που διατρέχει το θυμικό της κοινής γνώμης. Και όλα αυτά, το ξέρετε, θα συζητηθούν πάνω από τον μπακαλιάρο και τη σκορδαλιά. Ο Κανένας είναι και πάλι πρώτος στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός. Και είναι πρώτος επειδή δεν τον ξέρει κανείς.