Επειδή προσφάτως ανέτειλαν οι νέοι Βενιζέλοι που θα μας οδηγήσουν στη γη της επαγγελίας, καλό θα ήταν να θυμηθούμε τι πράγματι πρέσβευε ο μεγάλος Κρητικός. Γιατί εδώ και πολλές δεκαετίες αυτοί που τον επικαλούνται είναι οι κυρίως υπαίτιοι για την εξαφάνιση του πολιτικού του λόγου και της πολιτικής του πρακτικής από τη δημόσια σκηνή – και όσο πιο στεντόρεια η προσωπολατρική υπερύψωση τόσο πιο ειδεχθής η κακοποίηση της μορφής του.

Ο Βενιζέλος έμοιαζε με τον Λένιν, και ίσως γι’ αυτό ο διάχυτος λενινισμός της Μεταπολίτευσης έφτασε να τον ταυτίζει με τον διαβόητο μπολσεβίκο – έχω ακούσει γυμνασιόπαιδα μπροστά σε προτομές του Βενιζέλου να συζητούν με θαυμασμό γιατί στήθηκε το ομοίωμα του κομμουνιστή. Σοβαρά όμως: ο Βενιζέλος είναι ο μεγάλος άγνωστος, γιατί εκτός από ένα σημαδιακό εγχείρημα του 2006 (με επιμέλεια του Πασχάλη Κιτρομηλίδη) να παρουσιασθεί το έργο του στο αγγλόφωνο κοινό στην Ελλάδα απουσιάζει η συστηματική επιστημονική ενασχόληση με τη μορφή και την κληρονομιά του. Κι έτσι ξεμένουμε με τα ξεφτίδια της καφενόβιας ρητορείας που ξεβράζει η τύρβη της ανερμάτιστης και αστοιχείωτης κομματικής εμπάθειας.

Η εικόνα του Βενιζέλου που ξεχωρίζει έτσι στη «λαϊκή συνείδηση» είναι του αρματοζωσμένου επαναστάτη στο Θέρισσο που πολεμάει τη βασιλεία και τους ξένους. Ομως, το Θέρισσο ζητούσε την υπαγωγή της Κρήτης στους νόμους του «συνταγματικού και φιλελεύθερου ελληνικού Βασιλείου». Και το κίνημα εκείνο κατέληξε σε έναν συμβιβασμό με τις Μεγάλες Δυνάμεις – από τις οποίες ειρήσθω εν παρόδω μόνο η Ρωσία επενέβη στρατιωτικά για να το καταπνίξει. Από τον συμβιβασμό εκείνο αναγνωρίσθηκε το δικαίωμα του Βασιλέα των Ελλήνων να διορίζει τον Αρμοστή στην Κρήτη, τουτέστιν η de facto ενσωμάτωση στο Βασίλειο.

Ο διαρκής φάρος της βενιζελικής εξωτερικής πολιτικής υπήρξε από τότε η εξασφάλιση ισχυρών συμμάχων στην Ευρώπη για την προώθηση των εθνικών συμφερόντων. Εξού και η υποστήριξη στην Αντάντ. Η εικόνα ενός βενιζελικού αντιδυτικισμού είναι ένα ιστορικό ψέμα, με πρώτη την Αριστερά της εποχής να καταγγέλλει τον μεγάλο Κρητικό ως «ενεργούμενο του ιμπεριαλισμού» (οι πρώτοι μαρξιστές βουλευτές εκλέγονται με τα βασιλικά ψηφοδέλτια). Δεν υπάρχει τίποτα πιο αντιβενιζελικό από την ιδέα μιας Ελλάδας που πολεμάει μόνη της την «κακή» Ευρώπη. Μονάχα η συμπαράσταση ισχυρών δυνάμεων μέσα σε έναν ταραγμένο κόσμο θα εξασφαλίσει την ευόδωση των θεμιτών εθνικών βλέψεων.

Στην Κύπρο, π.χ., ο Βενιζέλος αντιτάχθηκε σφοδρά στην εθνικιστική «ανοησία», όπως την αποκάλεσε, του 1931. Μια άλλη συνιστώσα του βενιζελισμού είναι η ιδέα ότι δεν υπάρχουν αιώνιοι, μεταφυσικο-θεολογικά προκαθορισμένοι εχθροί ενός έθνους. Οταν κλείσει ένας ιστορικός κύκλος (όπως εκείνος της εδαφικής μεγάλης ιδέας με τη Λωζάννη), το εθνικό συμφέρον είναι η ειρηνική και αμοιβαία επωφελής συμβίωση με τον πρώην εχθρό.

Ολα αυτά δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τις αντιευρωπαϊκές ψυχώσεις που κυριάρχησαν κατά τη Μεταπολίτευση, την ίδια στιγμή που οι πραγματικοί συνεχιστές του Βενιζέλου κατόρθωναν να εντάξουν την Ελλάδα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα εξασφαλίζοντας τεράστια οικονομικά και πολιτικά ωφελήματα. Να θυμίσω τη φανατική αντίθεση του υποτιθέμενου θεματοφύλακα του βενιζελισμού, του ΠαΣοΚ, στην ένταξη στις ευρωπαϊκές κοινότητες; Για την Αριστερά ας μη γίνει λόγος: ο Βενιζέλος ήταν μόνο το ιδιώνυμο και η συμμετοχή στον πόλεμο.

Το «Βενιζέλος πόλεμος» τους ένωνε με τους κωνσταντινικούς. Τη δεκαετία του ’60 ο Ηλίας Ηλιού ονόμαζε την ευρωπαϊκή κοινότητα «λάκκο των λεόντων» (αργότερα, βέβαια, μετανόησε και γι’ αυτό καταποντίσθηκε). Οι εμμονές αυτές έφεραν το ’15 τη χώρα στα πρόθυρα της καταστροφής ενός Grexit και ακόμα ζούμε τις συνέπειές τους. Και τα πρόσωπα που τις εξέφρασαν τολμούν σήμερα να αυτοπροβάλλονται ως νέοι Βενιζέλοι. Την ίδια στιγμή που μας πληροφορούν ότι η Βαρσοβία και το Κίεβο «είναι πολύ μακριά»! Αν ισχύει αυτό, το ίδιο μακριά είναι από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο, το Αιγαίο και η Κύπρος.

Ο κ. Περικλής Σ. Βαλλιάνος είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας ΕΚΠΑ.