Αδύναμη και κατακερματισμένη αντιπολίτευση η Ελλάδα έχει ζήσει και άλλες φορές. Την περίοδο 1952-1963 οι κυβερνήσεις Αλέξανδρου Παπάγου (Ελληνικός Συναγερμός) και Κωνσταντίνου Καραμανλή (ΕΡΕ) ήταν σχετικά μόνες τους στο πολιτικό ρινγκ. Σκόρπιες κομματικές δυνάμεις στα αριστερά του πολιτικού άξονα δεν μπορούσαν να διαμορφώσουν κάποιον ενιαίο πόλο, μέχρι να εμφανιστεί η Ενωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου.
Με το τέλος της δικτατορίας και με την επάνοδο του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην εξουσία, αυτή τη φορά με τη Νέα Δημοκρατία, η περίοδος 1974-1981 χαρακτηρίστηκε επίσης από την κομματική μονοκρατορία της ΝΔ, όσο ο Ανδρέας Παπανδρέου συσπείρωνε κάτω από τον ήλιο του ΠαΣοΚ τη μισή και κάτι παραπάνω Ελλάδα.
Η αίσθηση δηλαδή που έχουμε ότι πρώτη φορά γνωρίζει η χώρα τόση νωχελικότητα στα κοινοβουλευτικά έδρανα (εξαιρείται η Ζωή Κωνσταντοπούλου που μόνο νωχελική δεν τη λες) είναι απλά αίσθηση και όχι πραγματικό ιστορικό δεδομένο. Μάλιστα, τα κοινά στοιχεία που συνδέουν εκείνες τις περιόδους με τη σημερινή είναι τα προφανή: κατακερματισμός κομμάτων, απουσία πολιτικής, κατ’ επέκταση κυβερνητικής πρότασης, έλλειψη χαρισματικού ηγέτη που θα μπορέσει να κερδίσει τον «Κανένα» (πρώτα) και τον Κυριάκο Μητσοτάκη (μετά).
Για την πολιτική παράδοση, ιστορία ή έστω χούι του Ελληνα, η απουσία προσώπου είναι ο βασικός λόγος που δεν σηκώνει κεφάλι η αντιπολίτευση εδώ και έξι χρόνια. Μετά την αυτο-αποδόμηση του Αλέξη Τσίπρα και τις συνεχόμενες ήττες του, ουδείς φαίνεται να μπορεί να πάρει την μπάλα στα χέρια του τώρα που καίει.
Και αυτό για τους Ελληνες είναι μείζον. Πάντα και αποκλειστικά (εκτός από υπηρεσιακές, οικουμενικές και γενικώς εκτάκτων συνθηκών κυβερνήσεις, όπως η κυβέρνηση συνεργασίας Σαμαρά – Βενιζέλου) επιλέγουν να εμπιστεύονται το πρόσωπο έναντι οποιασδήποτε ιδεολογίας ή προγράμματος, ακόμα κι αν αυτό στο τέλος – ή στα μισά – της διαδρομής τούς προδώσει.
Οπότε χωρίς τον ηγέτη, τον σταρ, τον μάνατζερ, τον λαοφιλή, τον χαρισματικό αρχηγό, τα πράγματα είναι πολύ πιθανό να μείνουν ως έχουν ή να οδηγηθούν σε μη προσωπαγή κυβέρνηση, επειδή θα αναγκαστούν κάποιοι να συνεργαστούν υπό τον φόβο της γενικότερης ακυβερνησίας.
Υπάρχει κάποιος στον ορίζοντα; Ούτε με κιάλια. Δηλαδή Μητσοτάκης μέχρι να σβήσει ο ήλιος;
Οχι, γιατί κατ’ αρχάς ο ήλιος θα αργήσει να σβήσει και επειδή η πολιτική, όπως και η φύση, σιχαίνεται τα κενά.