«Εγώ σκότωσα στα 14 χρόνια μου τη μικρή μου αδελφή. Ηταν ενάμισι έτους. Εγώ σκότωσα τις δυο μου κόρες, 19 ημερών η μία και 2 ετών η άλλη. Εγώ σκότωσα και το μωρό της φίλης μου Κατερίνας. Οποτε μάλωνα με τη μητέρα μου ήθελα να κάνω κακό. Κλείδωνε το μυαλό μου. Το έκανα, μετά το μετάνιωνα, και το ξανάκανα. Με το που τσακωνόμουν με αυτή μού γύριζε το μάτι, ήθελα να κάνω κακό».
Στο προσκήνιο έρχεται η δυσχέρεια μιας μητέρας αλλά και μιας κοινωνίας να περιέξει ένα υπό κατάρρευση πλάσμα όπως μοιάζει να ήταν από την αρχή της ζωής της η Ειρήνη Μoυρτζούκου.
Η αλήθεια όμως μιας κοινωνίας αποκαλύπτεται από το πώς μιλά για το ανείπωτο. Με πόση ευχέρεια ο δημόσιος λόγος, αντί να ρίχνει φως, ρίχνει σκιά.
«Δεν είναι ανθρώπινο ον. Δεν υπόκειται στον νόμο, είναι εκτός ανθρώπινης υπόστασης» δήλωσε ένας εκπρόσωπος της νομικής επιστήμης σε τηλεοπτικό πάνελ. Στο προσκήνιο και πάλι η Χάνα Αρεντ.
Στη μελέτη της για την κοινοτοπία τoυ κακού, έδειξε ότι το κακό δεν προέρχεται από δαίμονες, αλλά από συνηθισμένους ανθρώπους. Η ευκολία με την οποία η Μουρτζούκου αναγορεύεται σε «μη ανθρώπινο ον», «εκτόπλασμα», «ανωμαλία της φύσης» κ.λπ. φανερώνει τη δυσανεξία να συλλογιστούμε το Κακό ως συστατικό στοιχείο του ανθρώπινου ψυχισμού.
Η δήλωση «δεν είναι ανθρώπινο ον» δεν είναι μια αθώα φράση. Δεν είναι μια απλή αποστροφή θυμού ή φρίκης. Είναι μια ισχυρή γλωσσική και πολιτική πράξη που αποκαλύπτει τον μηχανισμό με τον οποίο η κοινωνία μας διαχειρίζεται το τραύμα, το ασύλληπτο, το κακό.
Αυτό που φαντάζει σήμερα σαν αυθόρμητη αντίδραση στο φρικτό έγκλημα εντάσσεται σε ένα βαθύ ιστορικό και ψυχικό υπόστρωμα. Από τον Μεσαίωνα μέχρι το Ολοκαύτωμα, από την αποικιοκρατία μέχρι τη σύγχρονη ρητορική του μίσους. Η φιλοσοφία της ηθικής από τον Καντ έως τον Μπατάιγ έχει παλέψει με την έννοια του κακού.
Το «κακό» οφείλει να μην έχει ανθρώπινο πρόσωπο για να μην αναγκαστούμε να το αναγνωρίσουμε εντός μας. Η μητέρα φόνισσα αγγίζει ένα βαθύ αρχέτυπο. Της μήτρας που, αντί να γεννά ζωή, αφαιρεί. Το πολιτισμικό σοκ είναι τόσο μεγάλο που το υποκείμενο δεν μπορεί να το «ψυχο-ποιήσει». Το «ον» που διέπραξε τα αποτρόπαια, ενάντια στη φύση εγκλήματα, δεν ανήκει στη σφαίρα του ανθρώπινου.
Η ίδια η εμφάνιση της Ειρήνης, ο Ρήνος δηλαδή, κάτι ανάμεσα σε γυναίκα, έφηβο και άγουρο αγόρι, συμβάλλει σε αυτό. Ο εξοβελισμός της Μουρτζούκου από τη γη των ανθρώπων επιτρέπει σε αυτή την αιματοβαμμένη γη να προστρέχει στην ευχέρεια μιας πανούργας στρατηγικής: στη στρατηγική μιας κοινωνικής αποσυμπίεσης. Τα μη ανθρώπινα όντα επιτρέπουν στην κοινωνία μας να μπορεί στοιχειωδώς να συνεχίσει να πορεύεται με όρους μιας ήρεμης απενοχοποίησης.
Οταν αρνείσαι σε κάποιον την ανθρώπινη ιδιότητά του, του αρνείσαι να αναλάβει, με οποιονδήποτε τρόπο, την ευθύνη των πράξεών του. Δεν μπορεί να δικαστεί, ούτε καν να του αναγνωριστεί το ακαταλόγιστο ή έστω κάποιος μειωμένος καταλογισμός. Απλώς ο δράστης εξαφανίζεται. Λιντσάρεται, εκτελείται συμβολικά ή πραγματικά.
***
Η διαταραγμένη σχέση της Ειρήνης Μουρτζούκου με τη μάνα της φέρνει στον νου τα λόγια της σπουδαίας Μαργαρίτας Καραπάνου. Λόγια που σε πηγαίνουν κατευθείαν στην καρδιά των πραγμάτων: «Γεννήθηκα Ιούλιο. Λυκόφως. Αστερισμό του Καρκίνου, όταν με πήγαν να με δει γύρισε το κεφάλι της στον τοίχο».
Ετσι ξεκινάει το πρώτο της βιβλίο, Η Κασσάνδρα και ο Λύκος. Η φωνή που απεικόνισε σε όλη της την έκταση το διφορούμενο της μοναδικής αυτής σχέσης μάνας – κόρης. Μίλησε με έναν μοναδικό τρόπο για το πόσο τα μικρά παιδιά είναι εξαρτημένα από μια ασίγαστη, συχνά τυραννική επιθυμία αγάπης και προστασίας.
«Είναι ανελέητα τα παιδιά γιατί δεν έχουν άμυνες. Οταν νιώθει ότι δεν το αγαπούν, δεν μπορεί να επιζήσει χωρίς αγάπη, οπότε στη θέση της αγάπης μπαίνει το μίσος. Είναι στον αέρα. Και πρέπει να μην πέσει από τον δωδέκατο όροφο. Είναι στιγμές που το παιδί δεν αντέχει τα κύτταρά του. Το παιδί που δεν αντέχει να μην το αγαπάνε είναι σαν να βρίσκεται σε μόνιμη κατάθλιψη. Και από την κατάθλιψη βγαίνει και η βία, ίσως βγαίνει και μια μανία. Δεν αντέχει. Εγώ αυτό έχω να πω. Το πιο βασικό. Δεν αντέχει στη βία των ενηλίκων. Τι πιο φοβερή πράξη από το να μη σε αγαπάνε».*
Σε κάθε εγκυμοσύνη η μελλοντική μητέρα αντιπαραβάλλεται με τη φαντασίωση της δικής της μητέρας. Ομως η Μαργαρίτα έγινε σπουδαία συγγραφέας. Η Μαργαρίτα δεν σκότωσε τη μητέρα της. Η Μαργαρίτα δεν κατέφυγε σε πράξεις ανείπωτης βίας για να διαχειριστεί τα τραύματά της. Η βία δεν είναι το πεπρωμένο… όχι…
Μεταφέρω και μια άλλη μαρτυρία της Μαργαρίτας. Οταν κυκλοφόρησε στην Αμερική Η Κασσάνδρα και ο Λύκος, η Μαργαρίτα, όπως μου εκμυστηρεύθηκε, έλαβε μια επιστολή.
«”Περάσαμε την ίδια παιδική ηλικία – φοβερή και τρομερή. Η διαφορά όμως είναι ότι εσείς γίνατε συγγραφέας κι εγώ δολοφόνος”. Το γράμμα ήταν μιας μαύρης θανατοποινίτισσας που είχε σκοτώσει τα τρία παιδιά της και είχε κατά τύχη βρει το βιβλίο μου στη βιβλιοθήκη της φυλακής. Δεν έμαθα ποτέ γιατί σκότωσε τα παιδιά της. Δεν ξέρω αν είναι ακόμα στη φυλακή ή αν εκτελέστηκε. Ξέρω ότι είχαμε μια παρόμοιa παιδική ηλικία, μια τραυματισμένη σχέση με τη μάνα μας, μια βασανισμένη παιδική ηλικία, κι εκείνη έγινε δολοφόνος των παιδιών της, κι εγώ γράφω για τα πάθη της παιδικής ηλικίας».*
Λοιπόν; Πώς ενώνονται αυτές οι ιστορίες, η παιδοκτόνος σίριαλ κίλερ Μουρτζούκου, η Μαργαρίτα Καραπάνου, η βαρυποινίτισσα της Αμερικής, παρόμοιες ιστορίες ζωής, ανέλπιστες καταλήξεις. Λοιπόν;
Η αλήθεια μιας κοινωνίας αποκαλύπτεται, εν τέλει, από το πώς μιλά για το ανείπωτο. Από την ευχέρεια με την οποία ο δημόσιος λόγος, αντί να ρίχνει φως, ρίχνει σκιά. Από την αβάσταχτη ευκολία με την οποία το τέρας γίνεται το δοχείο μιας αβάσταχτης βίας. Η φιγούρα στην οποία εναποθέτουμε τον τρόμο μας. Η αβάσταχτη ευκολία με την οποία το κοινωνικό σώμα καθαίρεται από τις ενοχές του.
Η κάθε κοινωνία κρίνεται εν τέλει από τη δυνατότητά της να περιέξει την ελπίδα πίσω από αυτό που φαίνεται εξαρχής καταδικασμένο.
Οχι! Δεν ήταν αναπότρεπτη η μεταμόρφωση της Μουρτζούκου σε σίριαλ κίλερ. «Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Τίποτα δεν είναι βέβαιο. Σε μια ισχνή βάση πραγματικότητας, το ανοιχτό ενδεχόμενο κλώθει τους δικούς του κανόνες».
Η κυρία Φωτεινή Τσαλίκογλου είναι καθηγήτρια Ψυχολογίας, συγγραφέας.
Οι αναφορές περιέχονται στο βιβλίο «Μήπως;» (Μ. Καραπάνου, Φ. Τσαλίκογλου. Εκδ. Καστανιώτη, 2019)



