Τον εντοπίσαμε στο Παρίσι. Εκεί σκοπεύει να μείνει άλλη μια χρονιά, διότι γράφει ένα μυθιστόρημα «που προετοιμάζω για κάτι παραπάνω από μια δεκαετία». Στο επίκεντρο της συγκεκριμένης αφήγησης είναι η κολομβιανή γλύπτρια Φελίσα Μπούρστιν (1933-1982), η οποία «έμαθε την τέχνη της εδώ, στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου και επρόκειτο να πεθάνει πρόωρα». Ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες, γεννημένος στην Μπογκοτά το 1973, συγκαταλέγεται στους επιφανέστερους λατινοαμερικανούς συγγραφείς της γενιάς του. Σοβαρή, πολύπλευρη περίπτωση.

Το πιο πρόσφατο βιβλίο του στη χώρα μας (κυκλοφόρησε κι αυτό από τις εκδόσεις Ικαρος, σε μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη πάντοτε) δεν είναι πεζογραφία, όπως έχουμε συνηθίσει, αλλά μια σειρά δοκιμίων για την τέχνη της μυθοπλασίας και τον ρόλο που διαδραματίζει στις ζωές μας, δημιουργών και αναγνωστών. Η Μετάφραση του κόσμου (La traducción del mundo, 2023) περιλαμβάνει τις διαλέξεις που έδωσε ο ίδιος στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, στην Εδρα Συγκριτικής Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας Weidenfeld, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο του 2022.

Και με αφορμή την ελληνική έκδοση, ακριβώς, «Το Βήμα» βρήκε την ευκαιρία να συνομιλήσει μαζί του. Ο Βάσκες αναμένεται να επισκεφθεί την Ελλάδα σε λίγους μήνες, στο πλαίσιο του Ιβηροαμερικανικού Φεστιβάλ ΛΕΑ (Λογοτεχνία Εν Αθήναις). Ακολουθεί η εκτεταμένη κουβέντα που είχε με την εφημερίδα.

Ο Τσέχοφ υποστήριζε ότι ένας συγγραφέας δεν είναι υποχρεωμένος να απαντά σε ερωτήματα αλλά, μονάχα, να τα διατυπώνει σωστά. Δίκιο είχε. Αναρωτιέμαι ωστόσο, ως προς την περίπλοκη, καθημερινή μας ζωή, πρακτικά αν θέλετε, τι σημαίνει αυτό.

«Ασφαλώς, πασχίζουμε για διαφάνεια και βεβαιότητα σε όλη μας τη ζωή. Και ασυνείδητα πολλές φορές, δίχως να το ομολογούμε. Πλην όμως, αν δεν έχουμε επίγνωση πόσο ανέφικτες είναι η διαφάνεια και η βεβαιότητα σε κάποιες περιοχές της ζωής μας, τότε είμαστε προορισμένοι για την απογοήτευση και την απελπισία.

Αν δεν μπορούμε να αποδεχθούμε ότι οι δικές μας βεβαιότητες δεν ευθυγραμμίζονται απαραιτήτως με τις βεβαιότητες των άλλων, τότε είμαστε προορισμένοι για την έλλειψη ανεκτικότητας και τον φανατισμό. Η σοφία της αβεβαιότητας, όπως έξοχα το είχε θέσει ο Κούντερα, είναι να ενστερνιζόμαστε τη θεμελιώδη αμφισημία της ανθρώπινης ζωής και, εδώ που τα λέμε, την ουσιαστική της ειρωνεία».

Βρίσκω ενδιαφέρουσα (και κάπως θαρραλέα) τη λέξη «ηθική», μια λέξη την οποία επαναλαμβάνετε  στο βιβλίο σας σε σχέση με τη μυθοπλασία. Κατά πόσον θεωρείτε ότι είναι και επίμαχη στο ίδιο πλαίσιο;

«Εννοώ με τη λέξη ηθική, στο ίδιο πλαίσιο, ένα πλέγμα πεποιθήσεων ή διαισθητικών αντιλήψεων για τον ρόλο της μυθοπλασίας στις ζωές μας: τι κάνει η μυθοπλασία ή τι θα μπορούσε να κάνει και τι αξιώνει για τον εαυτό της. Η μυθοπλασία γίνεται με λέξεις και οι λέξεις είναι αναπόφευκτα πολιτικές και ορισμένες επιλογές που θα χαρακτηρίζαμε ηθικές αφορούν όλους τους εμπλεκόμενους στη μυθοπλασία. Για παράδειγμα, η ηθική της μυθοπλασίας ενσωματώνει μια πεποίθηση που συνηγορεί υπέρ της απόλυτης ελευθερίας, μια πεποίθηση που βλέπει τη μυθοπλασία ως μια συνθήκη όπου μπορείς να σκεφτείς και να πεις τα πάντα.

Αν τώρα κάποιοι, συγγραφείς ή αναγνώστες, απαιτούν με τον οποιονδήποτε τρόπο από ένα μυθιστόρημα να λογοκρίνει τον ίδιο του τον εαυτό, διορθώνοντας τη γλώσσα του ώστε να προσαρμόζεται σε τρέχουσες ευαισθησίες (θρησκευτικές, συναισθηματικές, ψυχολογικές) ή ώστε να προσκολλάται εσχάτως στις προδιαγραφές της λεγόμενης πολιτικής ορθότητας, τότε παραβιάζουν κατάφωρα την ηθική της μυθοπλασίας».

Σκέφτομαι τώρα τη διαφορά ανάμεσα στην ηθική, όπως την εννοείτε, και την ηθικολογία…

«Πιστεύω ότι η μυθοπλασία είναι μια συνθήκη μες στην οποία αναστέλλουμε τις ηθικολογικές μας κρίσεις για τον κόσμο. Δεν διαβάζουμε μυθιστορήματα για να καταδικάσουμε ή να δώσουμε άφεση αμαρτιών στους ήρωες, αλλά για να τους καταλάβουμε.

Το να χρησιμοποιούμε τη μυθοπλασία για να κρίνουμε, από μια ηθικολογική ή ηθοπλαστική σκοπιά, τους άλλους, να τους χωρίζουμε σε ένοχους και αθώους, δεν είναι μόνο κοινότοπο και ανούσιο, είναι επίσης στον αντίποδα του φιλοπερίεργου, διερευνητικού πνεύματος που εμπλουτίζει το μυθιστόρημα ως είδος τέχνης. Λοιπόν, αυτή είναι μια ηθική στάση, δεν νομίζετε; Και σαφέστατα αποτελεί μέρος της ποιητικής του μυθιστορήματος. Κατά τη γνώμη μου, κάθε ποιητική προϋποθέτει πάντα και μια ηθική στάση».

Γιατί η μυθοπλασία συνιστά ένα είδος διακριτής, ξεχωριστής γνώσης;

«Η μυθοπλασία δεν είναι το μοναδικό, είναι όμως εκείνο το είδος γνώσης που διευρύνει κατεξοχήν την προοπτική μας σχετικά με τη φύση των ανθρώπινων όντων. Από αυτή την άποψη, νομίζω ότι με τη μυθοπλασία γινόμαστε καλύτερα άτομα. Ωστόσο, η μυθοπλασία δεν είναι κάποιο εγχειρίδιο αυτοβοήθειας, κάποιο πρόγραμμα αυτοβελτίωσης. Και τα μεγάλα μυθιστορήματα δεν είναι, σίγουρα, ιεροκήρυκες ή δικηγόροι. Από τη μυθοπλασία μαθαίνουμε.

Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι είναι πολύ συγκεκριμένο αυτό το είδος της μάθησης, τέτοιο μάλιστα που είναι αδύνατον να υποβιβαστεί απλώς σε γεγονότα, αριθμούς, απτά δεδομένα. Δεν διαβάζουμε το Πόλεμος και ειρήνη του Τολστόι για να μάθουμε πόσοι σκοτώθηκαν στην τάδε μάχη, ή ποια στρατηγική ακολούθησε ο Ναπολέων στη δείνα μάχη. Πάντως, αν κλείσει κανείς το Πόλεμος και ειρήνη και δεν αισθάνεται ότι έχει πια μάθει κάτι που πριν δεν το γνώριζε – δηλαδή πώς οι ιστορικές εξελίξεις επηρεάζουν τα ατομικά πεπρωμένα ή κάτι για την αγάπη, τον θάνατο, τον ηρωισμό, τη δειλία – τότε τον συλλυπούμαι, ειλικρινά, διότι είναι απρόσβλητος από εκείνο το είδος γνώσης που προσφέρει η μυθοπλασία. Ναι, έχει ανοσία και δεν γίνεται τίποτα για αυτό».

«Διάγουμε ζωές κατακερματισμένες και αποπροσανατολισμένες και ανεξέταστες»

Η μυθοπλασία αποκαλύπτει, μεταξύ άλλων, την άρρηκτη σχέση του ατομικού με το συλλογικό. Από την άλλη μεριά, καμιά φορά προβληματίζομαι. Μήπως επενδύουμε πάρα πολλά στη μυθοπλασία; Μην πάμε μακριά, εσείς που γράφετε κι εγώ που σας διαβάζω…

«Ισως το κάνουμε αυτό, ναι. Ισως επενδύουμε πολλά στη μυθοπλασία. Αλλά η ιδέα που αναφέρετε, για τη συνύφανση ατομικού και συλλογικού στη μυθοπλασία, εμένα μου φαίνεται ότι έχει ψωμί, ότι είναι γεμάτη νόημα. Νομίζω ότι διάγουμε ζωές κατακερματισμένες και αποπροσανατολισμένες και ανεξέταστες.

Παράλληλα, οι ζωές μας πλαισιώνονται από δυνάμεις – ιστορικές, κοινωνικές, πολιτικές, πολιτισμικές – που μας επηρεάζουν κάθε στιγμή, αδιάλειπτα. Αυτές οι δυνάμεις σμιλεύουν τις ιδιωτικές μας ζωές, πάρα πολύ, όσο και τις δημόσιες ζωές των κοινωνιών μας. Λοιπόν, πού να πάμε για να κατανοήσουμε τις διεργασίες αυτών των δυνάμεων; Πού να βρούμε τις διαφωτιστικές ποιότητες, κάποιες διασαφηνίσεις, εν πάση περιπτώσει, για τους τρόπους με τους οποίους η ιστορία και η πολιτική επιδρούν πάνω μας; Τα μυθιστορήματα είναι ένας σπουδαίος χώρος για να επιδοθούμε στις έρευνές μας.

Από την άλλη μεριά, μπορούμε να πορευόμαστε στις ζωές μας χωρίς να σκεφτόμαστε καν αυτές τις δυνάμεις και τις συνέπειές τους; Ναι, ασφαλώς. Οπως ακριβώς μπορούμε να ζούμε χωρίς καν να σκεφτόμαστε τη βαρύτητα. Πλην όμως, αν την αθετήσουμε, εμείς ρισκάρουμε και, πιθανώς, εμείς κινδυνεύουμε».

Είστε Κολομβιανός, κύριε Βάσκες. Σε ποιον βαθμό αυτό, πιστεύετε, έχει καθορίσει τη ζωή και τη γραφή σας;

«Η ιστορία της Κολομβίας έχει καθοριστεί από διαφορετικές μορφές βίας. Η μυθοπλασία είναι ο παράξενος εκείνος χώρος όπου οι ταραγμένες κοινωνίες προσπαθούν να απαντήσουν στα πλέον πιεστικά ερωτήματα που τις βασανίζουν. Η δική μου ζωή έχει διαμορφωθεί από τη βία και την απειλή της βίας. Και μια βασική εμμονή που έχω αναπτύξει ως μυθιστοριογράφος είναι να αντιληφθώ όσο μπορώ τις αόρατες δυνάμεις που κάνουν αυτή τη βία να συνεχίζεται. Γράφω, δηλαδή, για να τα καταλάβω όλα αυτά. Το 2012, ύστερα από 16 χρόνια παραμονής στην Ευρώπη, γύρισα πίσω στην Κολομβία.

Οι λόγοι της επιστροφής μου ήταν προσωπικοί, όμως οι λόγοι της παραμονής μου εκεί υπήρξαν πολιτικοί. Η άφιξή μου συνέπεσε με τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση του κράτους στους ένοπλους αντάρτες (FARC). Θέλησα να είμαι παρών στη διάρκεια αυτής της νευραλγικής περιόδου, θέλησα να συμμεριστώ και να στηρίξω τη λαχτάρα μας για ειρήνη. Εμεινα στην Κολομβία για 11 χρόνια, αλλά πέρυσι αποφάσισα να φύγω εκ νέου. Τον Αύγουστο της επόμενης χρονιάς θα μετοικήσω στη Μαδρίτη μόνιμα. Γιατί; Δύσκολο να πω. Χρειάζομαι ένα αίσθημα εκτοπισμού, να μην αισθάνομαι απολύτως στο σπίτι μου. Η γλώσσα μου και η βιβλιοθήκη μου είναι η πατρίδα μου. Η Κολομβία είναι η εμμονή και η αγωνία μου».

«Τα social media έχουν διαρρήξει την έννοια μιας κοινής αλήθειας»

Πώς βλέπετε αυτόν τον ανεξέλεγκτο, ενίοτε ακατάληπτο ψηφιακό κόσμο γύρω μας; Για πολλούς ανθρώπους, σε διεθνή κλίμακα, έννοιες όπως η δημοκρατία και η αλήθεια δεν φαίνεται να είναι πια και πολύ ελκυστικές…

«Το να πιστεύουμε ακόμα, σήμερα, ότι τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ) είναι ένας δημοκρατικός τρόπος επικοινωνίας, μια δημόσια σφαίρα ανταλλαγής ιδεών και συγχρωτισμού με τους άλλους, είναι απλώς ασυγχώρητα αφελές. Τα ΜΚΔ αποτελούν ένα συμπεριφοριστικό πείραμα σχεδιασμένο ώστε να μετατρέπει σε κέρδος τα χειρότερα γνωρίσματα που έχουμε ως ανθρώπινα πλάσματα: την ανασφάλεια, την απληστία, το μίσος, τη μνησικακία, την προκατάληψη και τον φόβο. Τα ΜΚΔ έχουν αποτελεσματικά δηλητηριάσει τις σχέσεις που διατηρούμε μεταξύ μας ως πολίτες και έχουν διαστρεβλώσει την πρόσληψη της πραγματικότητας. Εχουν διαρρήξει την έννοια μιας κοινής αλήθειας – μιας αλήθειας που ναι μεν ερμηνεύουμε διαφορετικά, βασισμένοι στις προσωπικές μας πεποιθήσεις, μιας αλήθειας ωστόσο, σε κάθε περίπτωση.

Αφότου ο Ιλον Μασκ αγόρασε το Twitter και το μετέτρεψε σε μηχανισμό εκλογής μιας πλουτοκρατικής κυβέρνησης εκατομμυριούχων με φασιστικές τάσεις, αυτό που μας έχει απομείνει είναι μια ζωτική αίσθηση αντίστασης. Να ζούμε με τρόπους μέσα από τους οποίους αντιστεκόμαστε, αντιδρώντας στη διαβρωτική επιρροή και τη χειραγώγηση των ΜΚΔ πάνω στις ζωές μας, με τα ψέματα, τις παραμορφώσεις της πραγματικότητας, τις θεωρίες συνωμοσίας. Είναι τρομακτικά δύσκολο και είμαστε ολομόναχοι: οι κυβερνήσεις προσκυνούν αυτούς τους γιγάντιους οργανισμούς. Ναι, φοβούνται το TikTok, ας πούμε. Είναι εντελώς γελοίο».