Έχοντας φτάσει στο αποκορύφωμα της εορταστικής περιόδου μπορούμε πια να το παραδεχτούμε: η παραμονή (Χριστουγέννων ή Πρωτοχρονιάς) είναι πιο σημαντική από την ίδια τη γιορτή. Όλος ο κύκλος της αναμονής, της προετοιμασίας, της αδημονίας κορυφώνεται στο δείπνο ή πάρτυ της προηγούμενης ημέρας. Μοιάζουμε ως είδος να είμαστε έτσι ρυθμισμένοι που η αδρεναλίνη κορυφώνεται πάντα λίγο πριν την εκπλήρωση του στόχου.
Και όταν ξημερώσει το «ανήμερα» φέρνει στο φως τα απομεινάρια της νύχτας. Τα καλσόν έχουν τρύπες, τα ρούχα είναι ποτισμένα από την κάπνα -ή έστω το άτμισμα των ηλεκτρονικών τσιγάρων- τα μπουκάλια άδεια ή με κατάλοιπα, οι νεροχύτες γεμάτοι από υπολείμματα λίπους ή κάποιας περίτεχνης σος.
Όλη η μελαγχολία των εορτών συμπυκνώνεται σ’ αυτή τη συνειδητοποίηση του ξοδέματος. H ευτυχία κορυφώνεται και αφήνει μετά τα πρόσωπα με μια έλλειψη νέα. Ακριβώς η στιγμή της πλήρωσης είναι και η στιγμή που ξεκινά ο νέος κύκλος προσμονής για το επόμενο ορόσημο.
Μοιάζει ειρωνικό αλλά η μεγαλύτερη νοσταλγία αφορά όχι κάποιο μακρινό παρελθόν αλλά τις στιγμές που μόλις πέρασαν. Λες και αρκεί το πέρασμα λίγων ωρών ύπνου, γεμάτου τις περισσότερες φορές με έντονα όνειρα, για να μας γυρίσει βδομάδες και μήνες πίσω.
Υπό αυτό το πρίσμα μπορεί να δει κανείς το καταναλωτικό όργιο που προηγείται των εορτών ως την απέλπιδα προσπάθεια να παρατείνει κανείς το αναπόδραστο. H συσσώρευση των -περιττών πολλές φορές- αγαθών λειτουργεί ως η ψευδαίσθηση της διασφάλισης μιας «κάβας» πληρότητας. Όλοι και όλες ξέρουμε φυσικά πόσο ψεύτικο είναι αυτό, μιας και συνήθως η απόλαυση της αγοράς ξεθυμαίνει ήδη μετά την απομάκρυνση από το ταμείο.
Μια δοκιμασμένη άμυνα απέναντι στη μελαγχολία των εορτών είναι η κυνική και μισάνθρωπη άρνησή τους. Το «μοντέλο Σκρουτζ» επιτυγχάνει μια συναισθηματική αταραξία με τη στρατηγική της απαθούς απάρνησης κάθε χαράς.
Αρνούμενος και αρνούμενη κάποιος ή κάποια να μπει στο κύκλωμα της προσμονής, της εκπλήρωσης και της ματαίωσης που ακολουθεί κερδίζει φυσικά κάτι, αλλά και πόσα άλλα χάνει; «Βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόκευτος» λέγαμε κάποτε και είχαμε (είχαν) δίκιο. Μια ζωή χωρίς εναλλαγές είναι πιο έρημη και από απάτητο μονοπάτι.
Υπάρχει όμως και ένας τρίτος δρόμος, η διάνοιξη του οποίου είναι αρκετά εύκολη αν συνειδητοποιήσει κανείς το εξής απλό: ότι το πρόβλημα που συζητάμε είναι ένα πρόβλημα πολυτελείας. Το κύκλωμα προσμονή-κατανάλωση-απόλαυση-κενό είναι εφικτό μόνο αν διαθέτεις τους κατάλληλους πόρους για να ενεργοποιηθεί.
Για πάρα πολλούς συνανθρώπους μας ωστόσο όλο αυτό μοιάζει με ένα άπιαστο και μακρινό όνειρο. Άστεγοι, οικονομικά ευάλωτοι, φυλακισμένοι, χρήστες ουσιών αντιμετωπίζει ο καθένας το δικό του κενό – και όχι μόνο την ημέρα των εορτών.
Ένας τρόπος για να μειώσουμε το δικό μας κενό των εορτών είναι να στραφούμε προς αυτούς τους συνανθρώπους μας και να βρούμε έναν τρόπο ώστε να τους κάνουμε να αισθανθούν κομμάτι της συνολικής εορταστικής διαδικασίας. Στη γειτονιά του καθενός και της καθεμιάς σίγουρα υπάρχει μια συλλογικότητα ή μια ΜΚΟ που ασχολείται ακριβώς με αυτό.
Είναι ζήτημα μιας μικρής αναζήτησης να δούμε αν χρειάζονται και πώς τη συνδρομή μας. Και -πού ξέρετε;- ίσως την ημέρα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς το μόνο κακό αίσθημα που θα έχει μείνει να είναι αυτό του χανγκόβερ.






