Ποιο είναι το καλύτερο διαπραγματευτικό χαρτί της κυβέρνησης Τραμπ στις διεθνείς επαφές της; Το ερώτημα έχει απαντηθεί εδώ και καιρό και περιστρέφεται γύρω από την Nvidia, τον τεχνολογικό κολοσσό που πριν λίγες εβδομάδες ξεπέρασε το συμβολικό όριο της χρηματιστηριακής αξίας των 5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Και αυτό γιατί η εταιρία, της οποίας αιχμή του τεχνολογικού δόρατος αποτελούν τα τσιπ τα οποία χρησιμοποιούνται σε κέντρα δεδομένων για τη λειτουργία μοντέλων AI, παρέχει πολύτιμες υπηρεσίες στην Ουάσιγκτον, επιβεβαιώνοντας παράλληλα την οικονομική κυριαρχία των ΗΠΑ.
Δέλεαρ για deals
Το πλέον πρόσφατο παράδειγμα αξιοποίησης της Nvidia ως δέλεαρ είναι η περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας. Όπως έγινε γνωστό από ρεπορτάζ του CNN η συνάντηση μεταξύ του συνιδρυτή και διευθύνοντα συμβούλου της Nvidia, Τζένσεν Γουάνγκ με τον πλουσιότερο άνθρωπο του πλανήτη και μέχρι πρόσφατα στενό συνεργάτη του Τραμπ, Έλον Μασκ, αφορά τη δημιουργία θηριώδους κέντρου υπολογιστικών δεδομένων. Η συνεργασία, που θα περιλαμβάνει την σαουδαραβική ραγδαία ανερχόμενη εταιρεία τεχνητής νοημοσύνης Humain, έγινε στο πλαίσιο της επίσκεψης του πρίγκιπα διαδόχου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν στον Λευκό Οίκο.
Είναι ακριβώς αυτό το υπόδειγμα, που θέλει το ειδικό βάρος της εταιρίας να λειτουργεί ως το «κερασάκι στην τούρτα» οικονομικά προσοδοφόρων συμφωνιών, καθώς μια σειρά από χώρες επιδιώκουν την πρόσβασή τους στις νέες τεχνολογίες και την πληθώρα βιομηχανικών εφαρμογών στις οποίες αυτές εφαρμόζονται. Και δείχνει να λειτουργεί σε μια σειρά από διαπραγματεύσεις των ΗΠΑ με χώρες είτε συμμαχικές όπως η Βρετανία, είτε εχθρικές όπως η Κίνα.
Αλλά και σε κράτη σαν το Καζακστάν, με την προσχώρηση της Αστάνα στις Συμφωνίες του Αβραάμ να θεωρείται αντίτιμο ενός επενδυτικού πακέτου που περιλαμβάνει επενδύσεις ύψους 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τη δημιουργία κέντρων δεδομένων στα οποία θα χρησιμοποιούνται τσιπ της εταιρίας. Ακόμη και η πρόσφατη συμφωνία ειρήνευσης μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας, συνδέεται με την υπόσχεση των ΗΠΑ προς τις δύο χώρες για εκσυγχρονισμό των υπολογιστικών υποδομών τους και μελλοντικές επενδύσεις σε τεχνολογίες AI, όπου πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει η Nvidia.
Προοπτικές και ενστάσεις
Το ίδιο το μέγεθος της εταιρίας άλλωστε προκαλεί εύλογο δέος στους ενδιαφερόμενους. Σύμφωνα με την τελευταία απολογιστική έκθεση της εταιρίας για το τρίτο τρίμηνο του 2025, τα κέρδη σημείωσαν αύξηση 62% σε σχέση με πέρυσι, ενώ τα έσοδα της έφτασαν τα 57 δισεκατομμύρια δολάρια. «Η ζήτηση σε τσιπ Blackwell και κάρτες γραφικών συνεχίζει να επιταχύνεται» σημειώνει σε σημείωμα που συνοδεύει την έκθεση ο Γουάνγκ.
Υπάρχουν βέβαια και όσοι απαισιόδοξοι κάνουν λόγο για υπαρκτό κίνδυνο χρηματοπιστωτικής «φούσκας» στον κλάδο. Οι ίδιοι κάνουν ειδική αναφορά στις εξωφρενικές αποτιμήσεις των αμερικανικών εταιρειών τεχνολογίας και μιλώντας για εξαιρετικά υψηλές προσδοκίες, αναντίστοιχες στην οικονομική πραγματικότητα.
Από άλλη σκοπιά, η Wall Street Journal, επισημαίνει το οξύμωρο που θέλει τα τσιπ της εταιρίας να φτάνουν στην Κίνα μέσω τρίτων χωρών (εν τοιαύτη περιπτώσει η Ινδονησία). Έτσι, τη στιγμή που ο Ντόναλντ Τραμπ επαναλαμβάνει τακτικά ότι δεν θέλει να πουλάει η Nvidia τους πλέον προηγμένους μικροεπεξεργαστές της στην Κίνα, ένα πλέγμα από συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων έχει αποτελέσει το όχημα για να τους προμηθεύεται η δεύτερη οικονομία στον κόσμο και κατά τρόπο πλήρως σύμφωνο με τους αμερικανικούς κανόνες. Γεγονός που εξηγεί εν πολλοίς γιατί πρώην και νυν στελέχη των υπηρεσιών εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ ζητούν να επανεξετασθούν αυτές οι συμφωνίες.
Τεχνολογία και διπλωματία
Η κυβέρνηση Τραμπ ωστόσο δείχνει να εμμένει στη λογική της αξιοποίησης του τεχνολογικού κολοσσού σε διπλωματικό επίπεδο, με την προσωπική σχέση του αμερικανού προέδρου με τον Γουάνγκ να θεωρείται ατού. Δεν είναι τυχαίο που σε σχετικό άρθρο τους στην αμερικανική εφημερίδα New York Times οι έμπειροι συντάκτες Άνα Σουάνσον και Τρικ Μικλ χαρακτηρίζουν τη σχέση Λευκού Οίκου και Nvidia την σημαντικότερη σχέση μεταξύ της παρούσας προεδρίας και του οικονομικού κόσμου. Και σημειώνουν την ιδανική – και εκ πρώτης όψεως παράδοξη – σχέση ανάμεσα σε έναν μηχανικό που έγινε μεγιστάνας και έναν μεγιστάνα του real estate που έγινε πρόεδρος των ΗΠΑ.






