Μόλις 500 χρόνια κρατάει η σχέση των Ευρωπαίων με το κακάο, τον «θεϊκό καρπό» των Αζτέκων, η οποία όμως κινδυνεύει να λήξει εξαιρετικά άδοξα.

Κι αυτό γιατί, παρόλο που η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής και εξαγωγέας σοκολάτας στον κόσμο, εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από εισαγόμενο κακάο. Από χώρες λιγότερο ανεπτυγμένες που δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής και της κατάρρευσης της βιοποικιλότητας.

Σύμφωνα με νέα έκθεση της Foresight Transitions που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για το Κλίμα, το 96,5% του κακάο των χωρών της Ένωσης προέρχεται από χώρες με χαμηλή ή μέτρια ετοιμότητα για την κλιματική κρίση, όπως η Γκάνα και η Ακτή Ελεφαντοστού.

Από αποθήκη στην ανατολική Γκάνα, η οποία ευθύνεται για πάνω από το 60% της παγκόσμιας παραγωγής. REUTERS/Francis Kokoroko/File Photo

Ταυτόχρονα, το 77% αυτών των εισαγωγών προέρχεται από περιοχές με σοβαρή απώλεια βιοποικιλότητας.

Η επισιτιστική βέβαια ασφάλεια της ΕΕ θεωρείται από πολλούς δεδομένη χάρη στην εγχώρια παραγωγή. Όμως, όπως τονίζει ο καθηγητής Πολ Μπέχρενς από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης,  ο οποίος συμμετείχε στην έρευνα, η έκθεση δείχνει ξεκάθαρα πως η εξάρτηση από εξωτερικούς, επισφαλείς προμηθευτές υπονομεύει αυτή την αίσθηση ασφάλειας.

Οι «πικροί» αριθμοί και οι συνέπειες για τους καταναλωτές

Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Μέσα σε έναν μόλις χρόνο οι συγκομιδές του κακάο μειώθηκαν έως και κατά 50%, ενώ οι τιμές τους ανέβηκαν κατά 41%.

Αυτό οδήγησε σε μαζικές απολύσεις στη βιομηχανία και λουκέτα σε μικρούς ευρωπαϊκούς παραγωγούς σοκολάτας.

Το πρόβλημα όμως, δεν περιορίζεται στη σοκολάτα. Η έκθεση αξιολόγησε έξι βασικά εμπορεύματα εκτός από το κακάο (τον καφέ τη σόγια, το ρύζι, το σιτάρι και το καλαμπόκι) και διαπίστωσε ότι πάνω από τα δύο τρίτα των εισαγωγών προέρχονται από χώρες ανεπαρκώς προετοιμασμένες για τις κλιματικές αλλαγές.

Το 90% του ρυζιού και του καλαμποκιού της ΕΕ προέρχεται από ευάλωτες περιοχές, ενώ σημαντικά ποσοστά σιταριού από χώρες με χαμηλή οικολογική ανθεκτικότητα.

Ποιοι παράγοντες λήφθηκαν υπόψη για την έρευνα

Προκειμένου να βγουν τα συγκεκριμένα συμπεράσματα της έκθεσης, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δύο κατατάξεις. Η μία, της κλιματικής ετοιμότητας από τον Δείκτη Παγκόσμιας Προσαρμογής Notre Dame, συνδυάζει την ευπάθεια μιας χώρας στις κλιματικές ζημιές με την πρόσβασή της σε οικονομική και θεσμική υποστήριξη.

Η δεύτερη κατάταξη, της βιοποικιλότητας από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Ηνωμένου Βασιλείου, συγκρίνει την το πόση αφθονία άγριων ειδών υπάρχει στις μοντέρνες κοινωνίες, σε σχέση με εκείνες άλλων ιστορικών περιόδων.

Ένας αγρότης αποξηραίνει κόκκους κακάο σε ένα χωριό στη Νταλόα της Ακτής Ελεφαντοστού. / Φωτ.: REUTERS/Ange Aboa/File Photo

Διαπίστωσαν ότι η πλειονότητα των εισαγωγών προερχόταν από χώρες «χαμηλής-μέτριας» κατάταξης στην κλιματική κλίμακα και «χαμηλής-μέτριας» ή «μέτριας» στην κλίμακα βιοποικιλότητας.

Οι αγρότες μένουν αβοήθητοι

Περίπου το 90% του παγκόσμιου κακάο και το 73% του καφέ παράγεται από μικρούς παραγωγούς σε αγροκτήματα μικρότερα των 50 στρεμμάτων. Όμως, μόλις το 0,3% της διεθνούς χρηματοδότησης για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης φτάνει στα χέρια τους.

Στην Ουγκάντα, που καλύπτει το 10% των αναγκών της ΕΕ σε καφέ, οι αγρότες ήδη βιώνουν παρατεταμένες ξηρασίες, καύσωνες και απρόβλεπτες βροχοπτώσεις.

Η δίκαιη αποζημίωση των αγροτών αποτελεί θεμέλιο για πιο ανθεκτικές καλλιέργειες. Η καλλιέργεια κακάο με σκίαση από δέντρα (αγροδασικά συστήματα), η χρήση ανθεκτικών ποικιλιών και η βιώσιμη διαχείριση εδάφους και νερού μπορούν να ενισχύσουν τη σταθερότητα των αποδόσεων.

Ο Brice-Armel Konan της Rainforest Alliance καταγράφει στο τηλέφωνό του τις συντεταγμένες GPS μιας φάρμας κακάο. / Φωτ.: ALEXANDRA WEXLER/THE WALL STREET JOURNAL

Ταυτόχρονα, λύσεις μπορούν να δώσουν οι καινοτόμες πρακτικές, από τη γεωεντοπισμένη ιχνηλασιμότητα έως τη χρήση αισθητήρων και drones.

Η εφαρμογή του Κανονισμού για την Αποψίλωση της ΕΕ (EUDR) από το τέλος του 2024 φέρνει επιπλέον προκλήσεις, καθώς οι εισαγωγές κακάο, καφέ και σόγια θα πρέπει να αποδείξουν ότι δεν συνδέονται με αποψίλωση δασών.

Χωρίς τεχνική και χρηματοδοτική στήριξη, υπάρχει ο κίνδυνος αποκλεισμού μικρών παραγωγών από την ευρωπαϊκή αγορά.

Η ΕΕ, οι εταιρείες, οι καταναλωτές και οι χώρες παραγωγής πρέπει να δράσουν συλλογικά, με μακρόπνοη στρατηγική: δίκαιες τιμές, επενδύσεις στην ανθεκτικότητα και ουσιαστική προστασία της φύσης.

Έτσι ώστε να διασφαλίσουμε πως η σοκολάτα, και οι υπόλοιπες  βασικές τροφές, θα συνεχίσουν να είναι διαθέσιμες στο ευρωπαϊκό κοινό.

Πηγές: Guardian, The Northern Post, Daily Times, europa.eu