Λόγω των Αγίων Ημερών, είναι λογικό οι εταιρείες διανομής να κάνουν κράτει και έτσι μόνο τρεις ταινίες εμφανίζονται από σήμερα στις αίθουσες. Αν όμως αποφασίσετε να πάτε σινεμά, μην ξεχάσετε να επιβεβαιώσετε τη λειτουργία της αίθουσας της επιλογής σας, διότι κάποιες ημέρες αυτής της περιόδου, πολλές αίθουσες θα είναι κλειστές.
Βαθμολογία
5: εξαιρετική
4: πολύ καλή
3: καλή
2: ενδιαφέρουσα
1: μέτρια
0: απαράδεκτη
Αμαρτωλοί (Sinners)
Παραγωγή: ΗΠΑ, 2025
Σκηνοθεσία: Ράιαν Κούγκλερ
Ηθοποιοί: Μάικλ Μπ. Τζόρνταν, Χέιλι Στάνφιλντ, Ντελρόι Λίντο κ.α.
Τελικά, όσα χρόνια κι αν περάσουν, ο μύθος των ζόμπι, που απασχολεί τον κινηματογράφο από τη δεκαετία του 1940, αλλά έγινε για πρώτη φορά πραγματικά pop το 1968, με τη «Νύχτα των ζωντανών νεκρών» του Τζορτζ Ρομέρο, δε θα εξαντληθεί ποτέ. Βαθιά γελασμένοι όσοι το πιστεύουν. Γιατί; Διότι, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, όταν στη μέση μπαίνει το κέρδος, το Χόλιγουντ θα κάνει ότι μπορεί, ώστε να βγάλει από τη μύγα ξύγκι. Οπότε όχι, τα ζόμπι δε θα την γλιτώσουν τόσο εύκολα.
Έτσι λοιπόν, με τους «Αμαρτωλούς» βρισκόμαστε μπροστά στην αποκρυστάλλωση μιας νέας ιδέας, που τι λέτε ότι αποπειράται να κάνει; Να συνδέσει τα ζόμπι με τα νέγρικα μπλούζ στον αμερικανικό νότο της δεύτερης δεκαετίας του περασμένου αιώνα. Και συγκεκριμένα σε ένα φτωχοχώρι του Μισισιπή, εκεί όπου δύο δίδυμα, μαύρα αδέλφια (Μάικλ Μπ. Τζόρνταν) που έχουν περάσει πολλά (Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, υπόκοσμος στο Σικάγο) επιστρέφουν για να ανοίξουν ένα νυχτερινό κέντρο.
To πώς τώρα συνδέονται τα νέγρικα μπλουζ με τα ζόμπι είναι ένα ζήτημα, το οποίο ο σκηνοθέτης Ράιαν Κούγκλερ – που έγινε μεγάλο όνομα μετά την επιτυχία του «Black Panther» – ενώ δείχνει πραγματικά να το πιστεύει, δεν το διαχειρίζεται και τόσο πειστικά. Σε εντελώς διαφορετικό κλίμα κινείται η μισή ταινία και σε εντελώς διαφορετικό η άλλη μισή. Η σύνδεσή τους, προσωπικά με άφησε σε μια κατάσταση αμηχανίας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο συνδυασμός αυτών των δύο, μπλουζ και μεταφυσικός τρόμος, δε μου κίνησε σε κάποια σημεία την περιέργεια.
Οφείλω λοιπόν να πω ότι κατά τη διάρκεια αυτής της (υπερβολικά μεγάλης για το θέμα της ταινίας – 147’) υπήρξαν στιγμές που το διασκέδασα, αν και αυτές οι σκηνές αφορούσαν κυρίως τον τσαμπουκά με τον οποίο τα δύο μαύρα αδέλφια δείχνουν αποφασισμένα να επιβληθούν στον ρατσιστικό νότο. Η νύχτα της επίθεσης των ζόμπι είναι μια επανάληψη δεκάδων πανομοιότυπων σκηνών, παρότι εδώ, το ενδιαφέρον κινεί το γεγονός ότι η ρίζα των ζόμπι είναι λευκή, οπότε «εισβάλλει» και το στοιχείο της αλληγορίας.
Μάλιστα, τα ζόμπι προτείνουν στους μαύρους μια… συνεργασία για μια καλύτερη «ζωή», στην οποία όλοι θα είναι ίσοι, γιατί όλοι θα είναι… ζόμπι! Δε θα διαφωνήσω στο ότι η φαντασία του Γκούγκλερ (που έχει γράψει και το σενάριο) είναι οργιαστική με το εύρημα της μουσικής να δίνει τον ρυθμό, αλλά και έναν τόνο πρωτοτυπίας στο όλο εγχείρημα. Ωστόσο, βλέποντας σκηνές, όπως εκείνη όπου τα ζόμπι χορεύουν ιρλανδικους σκοπούς, σα να βρίσκονται σε μιούζικαλ, σκέφτεσαι ότι η ταινία έχει χάσει το παιχνίδι και καταλήγει γραφική, ταλαντευόμενοι ανάμεσα στη σοβαροφάνεια και το γκροτέσκο.
Βαθμολογία: 2
ΑΘΗΝΑ: VILLAGE MALL ΜΑΡΟΥΣΙ -VILLAGE PΕΝΤΗ – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ -VILLAGE ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ -OPTIONS ΙΛΙΟΝ – OPTIONS CINEMAS ΓΛΥΦΑΔΑ – CINOBO ΟΠΕΡΑ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΟΙ – ΑΕΛΛΩ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: VILLAGE COSMOS- OPTIONS ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ -ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ κ.α.
Όνειρα ιλουστρασιόν (Magazine dreams)
Παραγωγή: ΗΠΑ, 2023
Σκηνοθεσία: Ελάιζα Μπάινουμ
Πρωταγωνιστεί ο Τζόναθαν Μέιτζορς
Eίναι τόσο μεγάλη η δυσφορία που κάποιες ταινίες προκαλούν, που ενώ είναι υποδειγματικά άρτιες σε όλα, νιώθεις πραγματικά ότι παρακολουθώντας τις, υποβάλλεις τον εαυτό σου σε μια άνευ προηγουμένου καταπίεση. Αυτό λέγεται ψυχαναγκασμός κι εδώ που τα λέμε, δεν τον χρειαζόμαστε ιδιαίτερα. Δε φταίνε απαραιτήτως οι ίδιες οι ταινίες – μπορεί να φταίμε κι εμείς, που απλούστατα κάποια πράγματα δεν μπορούμε να τ’ αντέξουμε.
Σε αυτήν ακριβώς την κατηγορία, τουλάχιστον για τον υπογράφοντα του ανά χείρας κειμένου, ανήκει η ταινία του νεαρού σκηνοθέτη Ελάιζα Μπάινουμ, ο οποίος εξιστορεί το ατελείωτο μαρτύριο ενός ανθρώπου, σε καθημερινή βάση και σε οποιαδήποτε φάση της ημέρας. Ένας σχετικά νέος άντρας, ο οποίος «τρώγεται» σε τόσο μεγάλο βαθμό με τα ρούχα του, που αφήνει την εντύπωση ότι κάποια στιγμή θα αρχίσει (κυριολεκτικά) να τρώει τις σάρκες του.
Το όνειρό αυτού του ανθρώπου, ο οποίος ζει στο ίδιο σπίτι με τον βετεράνο του πολέμου στο Βιετνάμ παππού του, είναι να γίνει αστέρας του body building. Έχει όλα τα προσόντα για να πετύχει τον στόχο του. Έχει το σώμα, ξέρει τις κινήσεις, δουλεύει με πάθος στο γυμναστήριο. Όμως η παθολογική αυτοκαταστροφή βρίσκεται στη φύση του και δεν μπορεί να την ελέγξει, οπότε θα κάνει ότι περνά από το χέρι του για να αποτύχει παταγωδώς.
Αναρωτιέμαι, όλο αυτό γιατί να το δεις; Είναι τόσο μεγάλο το πρόβλημα επικοινωνίας αυτού του ανθρώπου με τους γύρω του (όπως και με τον ίδιο τον εαυτό του) και βγάζει μια ενέργεια, τόσο μα τόσο αρνητική στην οθόνη, που πολύ απλά δεν αντέχεις να τον βλέπεις. Ή για να το πω ηπιότερα, με κόπο τον παρακολουθείς. Και δεν είναι μόνο αυτά που βλέπεις να γίνονται στην οθόνη, είναι και αυτά που νιώθεις ότι πρόκειται να γίνουν – σε κάθε κίνηση, ακόμα και στην ανάσα αυτού του ανθρώπου, τον οποίο, ομολογουμένως υποδύεται καταπληκτικά ο ηθοποιός Τζόναθαν Μέιτζορς, φορτωμένος με όλες τις απίστευτες δυσκολίες του ρόλου.
ΑΘΗΝΑ: ΝΙΡΒΑΝΑ – OPTIONS IΛION – VILLAGE MALL κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΑΘΗΝΑΙΟΝ – ΒΑΚΟΥΡΑ – ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ κ.α.
Για το παιδί
Για την παιδική ταινία «Το μικρό μου Πάντα» (Moon le Panda, Γαλλία/Βέλγιο, 2025) δεν μπορούμε να εκφέρουμε άποψη, καθώς η διανομή της δεν την παρουσίασε στους δημοσιογράφους. Εδώ, όπως διαβάζουμε, λόγω της κακής σχολικής του επίδοσης, ένας 12χρονος (Νοέ Λιου Μαρτάν) στέλνεται στη γιαγιά του στα μυστηριώδη κινεζικά βουνά, όπου γίνεται κρυφά φίλος με ένα πάντα που το ονομάζει Φεγγάρι…
Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη Ζιλ Ντε Μετρ πρόκειται για «μια οικογενειακή ιστορία πάνω στις αγωνίες της παιδικής ηλικίας, το βάρος των ακαδημαϊκών σπουδών, την ανταγωνιστικότητα του σχολείου, την ανάγκη απόδρασης σε εικονικούς κόσμους και τη δυσκολία να βρεις τη θέση σου στον κόσμο».
Προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά σε 50 αίθουσες της Ελλάδας.