Εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη παραχώρησε ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης στο Mega και την Νίκη Λυμπεράκη. Σε αυτήν αναφέρθηκε μεταξύ άλλων σε θέματα που αφορούν την τρομοκρατία, την εγκληματικότητα, την ενδοοικογενειακή βία, την παραβατικότητα των ανηλίκων, την πανεπιστημιακή αστυνομία, αλλά και την υπόθεση Ινδαρέ.

Για την επιστροφή του στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη: «Όπως η δική μου ζωή κάνει κύκλους, έτσι και η αστυνομία κάνει κύκλους. Η διοίκηση χρειάζεται μια ενίσχυση, μια επανεκκίνηση. Οπότε χρειάζεται να υπάρχουν άνθρωποι που να μπορούν να το κάνουν αυτό. Υπάρχει ένα πράγμα που είναι ίδιο και ένα που είναι διαφορετικό. Κάθε φορά που πηγαίνω στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη υπάρχει μια δύσκολη κατάσταση που πρέπει να τη φέρουμε τούμπα. Αυτό είναι το ίδιο, αυτό που αλλάζει είναι ότι κάθε φορά υπάρχει και διαφορετικό έγκλημα».

Στη συνέχεια είπε: «Δεν υπάρχει έξαρση της εγκληματικότητας. Από το 2019 και μετά υπάρχει μείωση. Οι ανθρωποκτονίες είναι 25% λιγότερες. Υπάρχει αύξηση της παραβατικότητας συνολικά, γενικά στην κοινωνία και αυτό δημιουργεί μια αίσθηση ατιμωρησίας. Η βαριά εγκληματικότητα έχει μειωθεί. Υπάρχει όμως η μικροεγκληματικότητα οι οποίες αφορούν την καθημερινότητα του πολίτη.

Υπάρχει το οργανωμένο έγκλημα. Υπάρχει μια γενικότερη εκτίμηση ότι έχουμε γίνει Κολομβία. Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια η αστυνομία εξάρθρωσε κάποιες συμμορίες που έκαναν δολοφονίες στο πλαίσιο του οργανωμένου εγκλήματος. Υπάρχει η ενδοοικογενειακή βία, οι γυναικοκτονίες, οι ανήλικοι».

Για το εάν η Ελληνική Αστυνομία έχει τα απαραίτητα μέσα είπε: «Σε γενικές γραμμές υπάρχουν, θα έλεγα, σε επάρκεια. Αυτό που λείπει, ειδικά στην Αττική, είναι το προσωπικό. Στην επαρχία που η εγκληματικότητα είναι λιγότερη έχουμε επάρκεια. Πρέπει να δούμε πως αυτή την ασυμμετρία θα τη φέρουμε σε ένα καλό επίπεδο».

Για τον αριθμό των αστυνομικών που φρουρούν δημόσια πρόσωπα: «Ο αριθμός δεν είναι μεγάλος. Οι ανάγκες είναι μεγάλες. Δεν υπάρχουν υπερβολές σε γενικές γραμμές. Αυτό που κάνω εγώ είναι εξαιρετικά δυσάρεστο. Θυμάστε, είχε πει ο πρωθυπουργός, όταν δεν ήμουν εγώ στο υπουργείο πως θα γυρίσουν από τη φύλαξη υψηλών προσώπων σε μάχιμες υπηρεσίες περί τις 2.500 αστυνομικοί. Αυτό δεν είναι εύκολο.

Η αστυνομία στη χώρα μας κάνει πάρα πολλά πράγματα. Οι αστυνομικοί απασχολούνται σε πολλά και διάφορα που κανονικά δε θα έπρεπε. Ήδη, πάντως, 200 αστυνομικοί πήγαν στην Τροχαία της Αθήνας και 450 στη ΔΙΑΣ»

Στη συνέχεια αποκάλυψε: «Μου τηλεφώνησαν Δήμαρχοι από τη Δυτική Αττική οι οποίοι μου είπαν ότι χρόνια να αισθανθούν τόση ησυχία. Θα πάψει η λογική του άβατου σε περιοχές όπως το Μενίδι, ο Ασπρόπυργος, τα Μέγαρα, το Ζεφύρι. Αυτό θα τελειώσει. Η αστυνομική παρουσία είναι πιο έντονη. Πρέπει να το δούμε όλο αυτό, όμως, ως κοινωνικό πρόβλημα. Χρειάζεται μια συνολική διαχείριση του προβλήματος αυτού. Είναι κοινωνικό ζήτημα και μετά γίνεται εγκληματικό φαινόμενο γιατί κάποιοι θεωρούν ότι υπάρχει ατιμωρησία».

Για το εάν υπάρχει αναβίωση της τρομοκρατίας στη χώρα μας τόνισε: «Ποτέ μη λέει κάνεις ότι έκλεισε ένα θέμα που έχει ιστορικές αναφορές. Χρειάζεται προσοχή. Πράγματι, η Ελλάδα απαλλάχθηκε από μια περιπέτεια 27 ετών μεταπολιτευτικά και ξεριζώθηκε ένα φαινόμενο που δημιουργούσε προβλήματα στη χώρα. Μετά εμφανίστηκαν κάποιοι άλλοι και βρέθηκαν όλοι στη φυλακή. Τελευταία ενέργεια ήταν το 2018 στον ΣΚΑΪ.

Τώρα επιχειρείται αναβίωση του φαινόμενου. Πιθανόν, επειδή τώρα μπόρεσαν κάποιοι να είναι επιχειρησιακά έτοιμοι να εμφανιστούν, μπορεί να θεωρούν πως τώρα μπορούν να δρουν άφοβα, να έχουν αυτή την αυταπάτη. Το ζητούμενο είναι ένα: Η σύλληψη, η παραπομπή στη Δικαιοσύνη και η δίκη. Στο τέλος όλοι αυτοί καταλήγουν στη φυλακή. Όλα είναι πιθανά. Και μια κλιμάκωση. Γι αυτό χρειάζεται σοβαρή δουλειά και διείσδυση».

Σε ερώτηση για την βία ανάμεσα σε ανήλικους ανέφερε: «Το πρόβλημα της βίας ανηλίκων είναι κατά βάση κοινωνικό. Η αστυνομία εισπράττει τα αποτελέσματα. Η βία υπήρχε πάντα. Και εμείς ως παιδιά παίζαμε ξύλο. Οι διαφορές με το τώρα είναι δυο. Το πρώτο είναι ότι τώρα η βία είναι οργανωμένη. Υπάρχουν συμμορίες. Το δεύτερο είναι πως η βια σήμερα είναι έντονη.

Υπάρχουν, στις συμπλοκές μαχαίρια και τσεκούρια. Εμείς ως αστυνομία ήδη έχουμε βάλει σε στέκια της νεολαίας ήπια αστυνόμευση, με νεαρούς σε ηλικία αστυνομικούς, κυρίως κοπέλες, αλλά και 2-3 άτομα με πολιτικά έτσι ώστε αν συμβεί κάτι να υπάρξει παρέμβαση έμπειρων αστυνομικών»

Για το κουμπί πανικού για τα παιδιά: «Παράλληλα, σε περίπου 20 ημέρες, θα λειτουργήσουν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη τηλεφωνικές γραμμές, 24ωρου βάσης, υποστήριξης παιδιών και γονέων. Επιπλέον, θα υπάρξει και το ‘κουμπί πανικού’ δηλαδή μια εφαρμογή στο κινητό, προκειμένου εκεί να καταγγέλλονται περιστατικά. Το »κουμπί πανικού» θα είναι ανοιχτό σε όσους το ζητήσουν, τόσο στα παιδιά, όσο και στους γονείς. Ελπίζω πως σε δυο μήνες θα είναι έτοιμο»

Για την ενδοοικογενειακή βία: «Σε περίπου δυο μήνες από τώρα θα είναι έτοιμα 45 γραφεία στελεχωμένα από εκπαιδευμένους αστυνομικούς τα οποία θα προστεθούν στα ήδη υπάρχουν και έτσι θα φτάσουμε συνολικά στα 63. Είναι μια υπόθεση που πάει καλά. Πρέπει να καταλάβουν οι αστυνομικοί πως όταν δέχονται μια τέτοια καταγγελία μπορούν να σώσουν μια ζωή. Φτάνει να εκπαιδευτεί η Ελληνική Αστυνομία παραπάνω. Γίνονται έρευνες για κάθε υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας που οι αστυνομικοί δε λειτούργησαν σωστά, όπως στην υπόθεση της Σαλαμίνας. Είναι πολύ αυστηρά τα μέτρα που λαμβάνουμε. Ξαναρχίζουμε τη δημοσίευση της πορείας όλων των ΕΔΕ που γίνονται σε βάρος αστυνομικών για να ξέρει ο πολίτης πού βρίσκονται, πόσο καιρό κρατάνε και ποιο είναι το αποτέλεσμά τους».
Για την πανεπιστημιακή αστυνομία: «Να το πάρουμε από την αρχή. Ο νόμος για την πανεπιστημιακή αστυνομία προέβλεπε ότι θα γίνονταν κάποια πράγματα στα πανεπιστήμια σε επίπεδο υποδομών για το θέμα της ασφάλειας, για το θέμα της πυρασφάλειας, που δεν έχει κανένα πανεπιστήμιο σχέδιο πυρασφάλειας, και είναι χιλιάδες παιδιά κάθε ημέρα εκεί, θα γινόταν ο ελεγχόμενος τρόπος εισόδου (τουρνικέ και κάρτες). Δεν υπάρχουν ούτε σχέδια εκκένωσης! Το γιατί δεν έγιναν όλα αυτά δεν το ξέρω. Τα βασικά πράγματα δεν έχουν γίνει. Αυτά που αφορούν τη ζωή των παιδιών δεν έχουν γίνει»
Για το ρόλο της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας: «Υπάρχει η Πανεπιστημιακή Αστυνομία. Δεν καταργήθηκε. Οι αστυνομικοί είναι στα κατά τόπους αστυνομικά τμήματα. Δε χρειάστηκε να κάνει κάτι αλλά ακόμα και να υπήρχαν ας πούμε για παράδειγμα στα επεισόδια της Γεωπονικής το περασμένο Σάββατο δε θα μπορούσε να επέμβει. Είναι άοπλοι άνθρωποι. Είναι σώμα ήπιας αστυνόμευσης. Είναι για την τάξη και όχι για να καταπολεμήσουν το έγκλημα. Η Πανεπιστημιακή Αστυνομία περιπολεί γύρω από τα πανεπιστήμια. Δεν είναι χρήσιμη η Πανεπιστημιακή Αστυνομία για να αντιμετωπίσει περιστατικά όπως αυτό της Γεωπονικής. Είχαμε ανάγκη από ένα Σώμα για να ασκεί ήπια αστυνόμευσης αλλά περιστατικά βίας δεν μπορεί να διαχειριστεί».
Για την υπόθεση Ινδαρέ και εάν έγιναν λάθη: «Οι άνθρωποι αθωώθηκαν αλλά αθωώθηκαν και οι αστυνομικοί σε ό,τι αφορά την άσκηση βίας. Αν είχαν καταδικαστεί να έλεγα πως έγινε κάποιο λάθος. Αλλά εδώ πέρα η υπόθεση αυτή, που πήρε τόσο μεγάλη διάσταση, ήταν μια κακή επιχείρηση, εξαρχής υπονομευμένη από τους αστυνομικούς που την οργάνωσαν. Ήταν μια ατυχής επιχείρηση. Δεν έπρεπε να γίνει. Δε θέλω να μπούμε στην ουσία. Ήταν μια επιχείρηση που ήταν ατυχής από την αρχή μέχρι το τέλος επειδή, επαναλαμβάνω, είχε υπονομευθεί από τους ίδιους τους ανθρώπους που την οργάνωσαν. Τους αστυνομικούς».
Για το εάν θα είχαμε εξαρθρώσει τη 17 Νοέμβρη εάν δεν είχε εκραγεί η βόμβα: «Θα έρθει η ώρα που θα τα πούμε όλα αυτά (σσ: Τα όσα έγιναν το καλοκαίρι του 2002) με τρόπο πραγματικά αξιόπιστο που θα ανταποκρίνεται στα ιστορικά γεγονότα. Στο »φιάσκο της Ριανκούρ» η αστυνομία απέτυχε να συλλάβει τους τρομοκράτες που καθόντουσαν δίπλα – δίπλα με αστυνομικούς. Η εξάρθρωση της 17Ν θα γινόταν ακόμα και αν δεν είχε εκραγεί η βόμβα στα χέρια του Ξηρού. Και θα την καταφέρναμε απολύτως Ελληνικά. Μόνο οι Έλληνες γιατί τότε είχε αναπτυχθεί ο μύθος για Αμερικανούς και Βρετανούς πράκτορες. Όλα αυτά δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα. Θα το καταφέρναμε γιατί από ένα σημείο και μετά γιατί η ΕΛΑΣ τότε είχε καταφέρει να διεισδύσει και να καταλάβει τι γίνεται. Από εκείνη την εποχή υπάρχουν κάποιες συγκλονιστικές στιγμές αλλά εγώ πάντα προσπαθώ να βλέπω το μέλλον».