Με 158 «ναι» έναντι 142 «όχι» ψηφίστηκε ο προϋπολογισμός του 2024, με τις αμυντικές δαπάνες να συγκεντρώνουν την αυξημένη πλειοψηφία των 249 «ναι» έναντι 51 «όχι» (ΚΚΕ, Νέα Αριστερά, Νίκη και Πλεύση Ελευθερίας), όπως και τα έξοδα για την Προεδρία της Δημοκρατίας που ψηφίστηκαν από 239 βουλευτές έναντι 61 «όχι».

Η κορύφωση της σημαντικής κοινοβουλευτικής διαδικασίας «σημαδεύτηκε» από την απουσία του Αντώνη Σαμαρά από την αίθουσα της Ολομέλειας κατά την διάρκεια της ομιλίας του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη επιλέγοντας να παραμείνει στο γραφείο του. Μπήκε στην αίθουσα όταν τελείωσε η κεντρική ομιλία Μητσοτάκη και αφού ψήφισε αποχώρησε αμέσως από το Κοινοβούλιο.

Η κίνηση Σαμαρά σχολιάστηκε έντονα στους διαδρόμους με φόντο τη διαφοροποίησή του στο θέμα της τροπολογίας για τη χορήγηση νόμιμης άδειας διαμονής και εργασίας σε παράτυπους μετανάστες, κάτι που αναμένεται με έντονο πολιτικό ενδιαφέρον να φανεί κατά την συζήτηση και ψήφιση της επίμαχης ρύθμισης η οποία έχει προκαλέσει συζητήσεις στην Κ.Ο. της ΝΔ.

Η ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού του 2024 («ψήφο εμπιστοσύνης στο μέλλον», την χαρακτήρισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης) συμπίπτει με μια νέα πραγματικότητα στόχων και προκλήσεων για την πορεία της Ελληνικής Οικονομίας.

Πώς έχει το πολιτικό σκηνικό έξι μήνες μετά τις εκλογές

Οι δυο αναγνώσεις της πραγματικότητας αυτής, όπως καταγράφηκαν στην πενθήμερη κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία, αποτυπώνουν το πολιτικό περιβάλλον που υπάρχει έξι μήνες μετά τις διπλές εθνικές εκλογές.

Χαρακτηρίζεται από τη μία, από την κοινοβουλευτική κυριαρχία Μητσοτάκη με τα «σύννεφα» ήδη να συσσωρεύονται, όπως κατέδειξε η παρέμβαση Σαμαρά με αφορμή τη ρύθμιση για τους μετανάστες και από την άλλη από τον κατακερματισμό και τις αντιθέσεις στο αντιπολιτευτικό «σύμπαν», με έμφαση στην αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία δοκιμάζεται οριακά από τα διαλυτικά φαινόμενα και τις διασπάσεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στη Νέα Αριστερά που αναζητεί με αμηχανία τον βηματισμό της στον ρόλο του «αντίπαλου δέους».

Στο ρευστό αυτό πολιτικό τοπίο, το ΠαΣοΚ διεκδικεί να καταλάβει το «χαμένο έδαφος» που δημιουργεί ο αποδυναμωμένος ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το ΚΚΕ επιχειρεί να καρπωθεί την απογοήτευση και την αποστράτευση δυνάμεων από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Οι πολιτικοί αρχηγοί έδωσαν για άλλη μια φορά «εξετάσεις» στην «μάχη» του προϋπολογισμού, χωρίς να συγκεντρώνουν πάντως… υψηλή βαθμολογία. Μια «μάχη» η οποία δεν διακρίθηκε για το έντονο πολιτικό ενδιαφέρον της -απόρροια του ιδιότυπου κλίματος που επικρατεί- με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να εμφανίζεται πολύ αισιόδοξος κάνοντας λόγο για «τομή στον ιστορικό χρόνο» λόγω της επίτευξης του εθνικού στόχου ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας ύστερα από 14 χρόνια. «Για κάποιους μπορεί να μην λέει τίποτα αλλά στην ουσία τα λέει όλα διότι στέλνει το μήνυμα ότι τελείωσε οριστικά η εποχή της εθνικής αναξιοπιστίας».

Η μόνη νέα εξαγγελία που επιφύλαξε ήταν η αύξηση της αποζημίωσης των εφημεριών των γιατρών κατά 20% από την αρχή του νέου χρόνου, ενώ κατηγόρησε την αντιπολίτευση για καταστροφολογία («ουσιαστικά δεν βρήκαν τίποτα καλό», είπε), με τον επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου Κωστή Χατζηδάκη να διαμηνύει, αναφορικά με το γεγονός ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης στάθηκαν αρνητικά στους στόχους του προϋπολογισμού -με εξαίρεση την υπερψήφιση των κονδυλίων για την άμυνα από τον ΣΥΡΙΖΑ, κίνηση που χαιρέτησε ο Μητσοτάκης καλώντας «να εξηγήσουν γιατί άλλαξαν στάση…»- ότι η κυβέρνηση θα πορευθεί «κλείνοντας τα αυτιά στις σειρήνες του λαϊκισμού, του οικονομικού ανορθολογισμού και της οπισθοδρόμησης».