Αν ο πλανήτης ταλανίζεται από τη νέα έκρηξη στην πυριτιδαποθήκη της Μέσης Ανατολής, τον πόλεμο στην Ουκρανία και την απειλή της επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, τότε δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο καβγάς που στήθηκε στη χώρα μας γύρω από την εκδήλωση προς τιμή του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη έχει τον χαρακτήρα πολυτελείας.

Μια συμπλεγματική Δεξιά, η οποία διατηρεί τους προσωπικούς της λογαριασμούς άλυτους, και μια εχθροπαθής Αριστερά, της οποίας η νέα ηγεσία λειτούργησε ως φερέφωνο, επιτέθηκαν στον ηγέτη που εξασφάλισε την πορεία της χώρας με την ένταξή της στον πυρήνα της ευρωπαϊκής οικογένειας, αντλώντας την αντιπολιτευτική τους ύλη από τον περασμένο αιώνα.

Είναι προφανές ότι τα κριτήρια της Ιστορίας είναι διαφορετικά από εκείνα των συμπλεγματικών και των εχθροπαθών. Προσωπικότητες που άφησαν το στίγμα τους στο δημόσιο βίο, απ’ όποια θέση και αν τον υπηρέτησαν, δεν συγκρίνονται ούτε αποτιμώνται με τα πολιτικά συμφραζόμενα της εποχής τους. Αναγνωρίζονται και τιμώνται με τα εργαλεία που προσφέρει η απόσταση του χρόνου και με βάση το στίγμα που άφησε η κάθε μία από αυτές.

Συγχρόνως όμως αυτός ο καβγάς πολυτελείας είναι αποκαλυπτικός ως προς τη βασική διαιρετική τομή στην πολιτική ζωή του τόπου.

Στον έναν πόλο συγκεντρώνονται πρόσωπα και δυνάμεις που πέρα από τις κλασικές τυπολογίες της Αριστεράς και της Δεξιάς θεωρούν ότι ο εκσυχρονισμός είναι ένα αέναο πρόταγμα και η οδός των μεταρρυθμίσεων η μόνη ενδεδειγμένη για το μέλλον της χώρας.

Στον άλλο πόλο συνωθούνται παλιοί και νέοι λαϊκισμοί που βρίσκονται διαρκώς στην αναζήτηση μιας ρεβάνς. Παρότι η Ιστορία ουδέποτε τους δικαίωσε. Και παρά τις συντριπτικές τους ήττες.