Η συνάντηση του Χάρη Δούκα με τον Κώστα Ζαχαριάδη, το πρωί της Τρίτης, σύμφωνα με τα όσα μετέδιδαν τα επιτελεία τους, εντάσσεται στο πλαίσιο της προσπάθειας της «επικράτησης μιας προοδευτικής υποψηφιότητας απέναντι στον Κώστα Μπακογιάννη» και της ανάληψης κοινών πρωτοβουλιών για την «αναχαίτιση της Δεξιάς».

Κοινός υποψήφιος των δύο κομμάτων υπάρχει και στη Θεσσαλία. Αλλά είναι η πρώτη φορά που οι υποψήφιοι δήμαρχοι του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠαΣοΚ ενώνουν δυνάμεις στον μεγαλύτερο δήμο της χώρας τον Δήμο Αθηναίων.

Ίσως γιατί είναι η πρώτη φορά που η αντιπολίτευση βρέθηκε, μετά από αυτοδιοικητικές εκλογές, σε τόσο δύσκολη θέση. Ειδικά για τον ΣΥΡΙΖΑ, η στήριξη της υποψηφιότητας του κ. Δούκα ήταν σχεδόν μονόδρομος αν ήθελε να εμφανιστεί στο δεύτερο γύρο των εκλογών. Την έδωσε άνευ όρων, ο ίδιος ο Στέφανος Κασσελάκης, το βράδυ των εκλογών του πρώτου γύρου. Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει;

Τι σημαίνει, όμως, αυτός ο κοινός βηματισμός; Μπορεί να σηματοδοτήσει την αρχή μιας νέας σχέσης ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠαΣοΚ; Να αποτελέσει θρυαλλίδα εξελίξεων για τα κόμματα της κεντροαριστεράς που εξακολουθούν να βλέπουν τη ΝΔ από απόσταση 20 μονάδων; Να γίνει το ορόσημο για την «αναχαίτιση της δεξιάς» που επαναβεβαίωσε την πολιτική της κυριαρχία και στην αυτοδιοικητική κάλπη;

Όποιος βιαστεί να βγάλει συμπεράσματα θα σκοντάψει.

Ο κοινός βηματισμός σε μια εκλογική μάχη, στις αυτοδιοικητικές εκλογές, στον μεγαλύτερο δήμο της χώρας δεν είναι άνευ σημασίας αλλά και δεν σημαίνει ότι τα δύο κόμματα έχουν έλθει πιο κοντά. Η Χαριλάου Τρικούπη δεν είχε κανένα απολύτως λόγο να αρνηθεί την προσφορά στήριξης του κ. Δούκα. Αλλά δεν έχει και κανένα λόγο να επιδιώξει κάποιου είδους περαιτέρω προσέγγιση. Μια μέρα νωρίτερα, άλλωστε, ο Ν. Ανδρουλάκης φρόντισε να ρίξει «πόρτα» στις αναφορές του κ. Κασσελάκη για την ανάγκη δημιουργίας της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης.

Το βέβαιο είναι ότι οι σχέσεις των δύο κομμάτων θα παραμείνουν ανταγωνιστικές τουλάχιστον μέχρι τις Ευρωεκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να εδραιώσει την κυριαρχία του στην κεντροαριστερά αλλά και το ΠαΣοΚ δεν δείχνει να είναι σε θέση να την αμφισβητήσει, ευθέως, σε πρώτο χρόνο. Η Χαριλάου Τρικούπη μπορεί να βλέπει μισογεμάτο το ποτήρι των αυτοδιοικητικών εκλογών και να συμπεριφέρεται, όπως παρατήρησε και ο Μάκης Βορίδης, «ως η αξιωματική αντιπολίτευση» αλλά ξέρει ότι εκλογικά απέχει από το στόχο αυτό.

Πολλά θα κριθούν το ερχόμενο καλοκαίρι στις κάλπες των Ευρωεκλογών. Μέχρι τότε ΣΥΡΙΖΑ και ΠαΣοΚ θα προσπαθήσουν να ενισχύσουν τη θέση τους. Το ένα κόμμα σε βάρος του άλλου. Το αποτέλεσμα της κάλπης είναι αυτό που θα κρίνει πολλά. Όχι για το ποιο κόμμα θα είναι δεύτερο και θα έχει την πρωτοκαθεδρία στην αντιπολίτευση αλλά αν, συνολικά, η κεντροαριστερά μπορεί να αποτελέσει εκλογική απειλή για τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Τι θα γίνει στην Αθήνα;

Το βέβαιο είναι ότι η σύμπραξη του ΣΥΡΙΖΑ με το ΠαΣοΚ προσδίδει στην αναμέτρηση της ερχόμενης Κυριακής έντονα πολιτικά χαρακτηριστικά.

Ο Κώστας Μπακογιάννης δεν είναι αυτό που λέμε κομματικός υποψήφιος. Δεν ανήκει καν στην κατηγορία του βουλευτή που δεν εξελέγη ή του πρώην υπουργού που αναζήτησε καταφύγιο στην αυτοδιοίκηση. Είχε μια επιτυχημένη θητεία στο δήμο Καρπενησίου, εξελέγη περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας και το έργο του στην Αθήνα, παρά τις περιπέτειες του Μεγάλου Περιπάτου, είναι εμφανές στις αναβαθμισμένες γειτονιές της πόλης. Σε αυτή τη φάση, όμως, για την αντιπολίτευση είναι κάτι σαν την Βαστίλη της ΝΔ. Αν αλωθεί η Αθήνα, ο πολιτικός αντίκτυπος θα είναι μεγάλος.

Πόσο εύκολος είναι αυτός ο στόχος; Σε πρώτη ανάγνωση μοιάζει αδύνατος. Δεν ξέρω πόσα χρήματα θα πόνταρε ο ίδιος ο κ. Δούκας στο ενδεχόμενο εκλογής του. Στο επιτελείο του υπάρχει η σκέψη που εξέφρασε και ο ίδιος: «Αν αυξήσουμε κατά 10% τα ποσοστά της συμμετοχής του κόσμου και πλησιάσουμε τον εθνικό μέσο όρο, τότε έχουμε μια μεγάλη δυνατότητα, γίνεται ντέρμπι».

Στα ντέρμπι, όπως και σε όλα τα παιχνίδια μετράει το αποτέλεσμα. Μετράει όμως και η δυνατότητα να κοντράρεις ένα αντίπαλο από τον οποίο, συνήθως, χάνεις με κατεβασμένα χέρια. Αυτό θα κρίνει το «πείραμα» της Αθήνας. Γιατί, αν, η μάχη της Αθήνας εξελιχθεί σε ντέρμπι, τότε η συζήτηση για τις διεργασίες στην κεντροαριστερά, θα αποκτήσει μια ακόμα σημαντική παράμετρο, που θα θέσει σε άλλη βάση τις συζητήσεις για την προσέγγιση και τη συνεργασία των αποκαλούμενων προοδευτικών δυνάμεων.