Το ημερολόγιο έδειχνε 26 Ιουλίου 2012 όταν ο Μάριο Ντράγκι, τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και σήμερα πρωθυπουργός της Ιταλίας, ανέβηκε στο βήμα του Global Investment Conference στο Λονδίνο. Με την ευρωζώνη κλυδωνιζόμενη εξαιτίας της ελληνικής κρίσης χρέους, ο ψύχραιμος ιταλός τραπεζίτης εκστόμισε μια φράση που έγραψε ιστορία και έμελλε να είναι ένας από τους βασικούς, αν όχι ο βασικότερος, λόγος που το ευρώ διασώθηκε. «Εντός της εντολής μας», τόνισε, «η ΕΚΤ είναι έτοιμη να κάνει ό,τι χρειάζεται (σ.σ.: whatever it takes) για να διατηρήσει το ευρώ. Και πιστέψτε με», πρόσθεσε, «αυτό θα είναι αρκετό».

Οι λάτρεις της αγγλικής γλώσσας ονόμασαν αυτό το περιστατικό «the «whatever it takes» moment». Και σήμερα, ακριβώς 10 χρόνια αργότερα, η ΕΚΤ βρίσκεται σε ένα ανάλογο σημείο, ενώπιον μιας, θα έλεγε κάποιος, «»whatever it takes» moment 2.0»! Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, στην επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ στις 21 Ιουλίου (πέντε ημέρες πριν από τη συμπλήρωση μιας δεκαετίας από την ιστορική ομιλία Ντράγκι), η διάδοχός του, η Κριστίν Λαγκάρντ, αναμένεται να ανακοινώσει ένα νέο εργαλείο με το οποίο θα αποτραπεί ο επονομαζόμενος «κατακερματισμός» (fragmentation) της νομισματικής πολιτικής που οδηγεί σε άτακτη αύξηση των spreads των κρατικών ομολόγων εντός ευρωζώνης.

Διαβάστε ακόμη: Η ΕΚΤ θα διοχετεύει μετρητά από βορρά προς νότο για τον περιορισμό των spread

Η Ιταλία ο «μεγάλος ασθενής»

Η κατάσταση είναι σήμερα πιο ελεγχόμενη σε σχέση με το 2012, όταν η κρίση χρέους απείλησε την ίδια την ύπαρξη της ευρωζώνης. Ωστόσο, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η εκτόξευση του πληθωρισμού πάνω από το 8%, με τις προβλέψεις να μιλούν για συνέχιση της ανοδικής τάσης, οδήγησαν την ΕΚΤ να αποφασίσει την πρώτη αύξηση επιτοκίων μετά το μακρινό 2011.

Διαβάστε επίσης:  ΕΚΤ: Επιτόκια και spreads διχάζουν τους τραπεζίτες

Ο «μεγάλος ασθενής» όμως δεν είναι πια η μικρή Ελλάδα αλλά η «πολύ μεγάλη για να χρεοκοπήσει» Ιταλία, σε μια συγκυρία κατά την οποία το δημόσιο χρέος στην ευρωζώνη κινείται πλέον σε δυσθεώρητα επίπεδα. Τα spreads των ιταλικών ομολόγων μειώθηκαν κάπως τις τελευταίες ημέρες, αλλά στα τέλη Ιουνίου είχαν αυξηθεί επικίνδυνα σε σχέση με τα αντίστοιχα γερμανικά. Σημειώνεται επίσης ότι η Ρώμη έχει ομόλογα ύψους 200 δισ. ευρώ που λήγουν αργότερα εφέτος και περίπου 300 δισ. ευρώ το 2023, χρονιά που είναι και εκλογική.

21 Ιουλίου το νέο εργαλείο

Η ΕΚΤ πρέπει επομένως να αναλάβει δράση και οι αγορές αλλά και οι χρηματοοικονομικοί αναλυτές έχουν προεξοφλήσει (ύστερα από όσα είπε η κυρία Λαγκάρντ στο ετήσιο φόρουμ της ευρωτράπεζας στη Σίντρα της Πορτογαλίας) ότι στις 21 Ιουλίου θα ανακοινωθεί, πέραν της αύξησης των επιτοκίων, και το νέο εργαλείο, το οποίο σύμφωνα με τις ενδείξεις θα ονομάζεται «Transmission Protection Mechanism» (μηχανισμός για την προστασία της μετάδοσης των σημάτων της νομισματικής πολιτικής). «Δεν έχουμε περιθώριο να μη λάβουμε απόφαση στις 21 Ιουλίου» έλεγε στο «Βήμα» πηγή με άριστη γνώση των συζητήσεων περί του νέου εργαλείου. Και τούτο διότι θα μπορούσε να ανοίξει ο ασκός του Αιόλου σε μια στιγμή που η ευρωπαϊκή οικονομία βιώνει τις ωδίνες του ρωσοουκρανικού πολέμου και οι υψηλές τιμές στην ενέργεια απειλούν με δύσκολο χειμώνα.

Η διαμάχη «Βορείων και Νοτίων»

Το μείζον ζήτημα που έχει εγερθεί επί του νέου εργαλείου είναι αυτό της αιρεσιμότητας (conditionality). Και με αφορμή αυτό έχει επανέλθει στο προσκήνιο η κλασική, παραδοσιακή, διαμάχη «Βορείων και Νοτίων» (κατ’ άλλους «ιεράκων και περιστερών») στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ. Οι «ιέρακες» έχουν αρχηγό που δεν είναι άλλος από τον νέο διοικητή της Bundesbank Γιόαχιμ Νάγκελ, ο οποίος συνεχίζει στα χνάρια των προκατόχων του (αλλά χωρίς να μαθαίνει από τα λάθη τους). Σε ομιλία του πριν από λίγες ημέρες, ο κ. Νάγκελ δήλωσε ότι θα είναι «αδύνατο» να αποφασίσει κάποιος αν μια απόκλιση στο κόστος δανεισμού ανάμεσα στις χώρες της ευρωζώνης είναι δικαιολογημένη και ότι θα είναι «μοιραίο» αν εξαρτηθούν από την υποστήριξη της ΕΚΤ. Προειδοποίησε για νέες νομικές επιπλοκές, ζήτησε να έχει το νέο εργαλείο «αυστηρά προσωρινό» χαρακτήρα και τόνισε ότι η έμφαση πρέπει να δοθεί στον έλεγχο του πληθωρισμού αλλά και του ύψους του δημοσίου χρέους. Στη «γραμμή Νάγκελ» βρίσκονται αρκετά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης.

Το «μπαζούκας» ζητούν  οι «σκληροί»

Ενημερωμένες πηγές έλεγαν στο «Βήμα» ότι αυτό που κατά βάση θα επιθυμούσαν οι «σκληροί» είναι να ενεργοποιηθεί το… αποτέλεσμα της ομιλίας Ντράγκι το 2012. Πρόκειται για το περίφημο «μπαζούκας» με την ονομασία «Οριστικές Νομισματικές Συναλλαγές» (Outright Monetary Transactions – OMT), το οποίο όμως συνοδεύεται από σκληρή αιρεσιμότητα, και συγκεκριμένα με Μνημόνιο υπό τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Αυτό είναι κάτι που δεν υπάρχει περίπτωση να δεχθούν οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, αλλά ακόμα και κράτη με «σκληρούς» κεντρικούς τραπεζίτες, όπως η Ολλανδία και το Βέλγιο. Παράλληλα, η αντιμετώπιση του σημερινού προβλήματος δεν μπορεί πραγματοποιηθεί επαρκώς μόνο μέσω της επανεπένδυσης των 1,7 τρισ. ευρώ του επονομαζόμενου PEPP (Pandemic Emergency Purchase Programme), του προγράμματος για τη διαχείριση των επιπτώσεων της πανδημίας. Η επανεπένδυση ξεκίνησε την 1η Ιουλίου και εκτιμάται ότι θα βοηθηθούν οι χώρες του Νότου (Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και Ελλάδα), καθώς μηνιαίως λήγουν ομόλογα αξίας 17 δισ. ευρώ, εκ των οποίων περίπου τα 12 δισ. ευρώ αφορούν χρέος των κρατών του ευρωπαϊκού Βορρά. Ωστόσο, η επανεπένδυση έχει χρονικό ορίζοντα (το 2024) και το ποσό θεωρείται ανεπαρκές.

Απαιτείται λοιπόν κάτι νέο και ευέλικτο, ώστε μόλις τα spreads ξεπερνούν ένα πλαφόν να ενεργοποιείται το εργαλείο. Σύμφωνα με τις ενδείξεις που υπάρχουν, οι βασικές προτεινόμενες λύσεις για μια «ήπια αιρεσιμότητα» είναι δύο. Η πρώτη – και πιθανότερη αυτή τη στιγμή – είναι η σύνδεση της ενεργοποίησης του νέου εργαλείου με την πλήρωση από τα κράτη της ευρωζώνης των μεταρρυθμίσεων που έχουν αναλάβει στο πλαίσιο των Σχεδίων Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRPs) του Ταμείου Ανάκαμψης (Next Generation EU). Εφόσον τα κράτη τις κάνουν και οι εκταμιεύσεις προχωρούν, «θα ξεκλειδώνει» το νέο εργαλείο. Η δεύτερη λύση είναι η σύνδεσή του με τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (EDP), ώστε μια χώρα να έχει πρόσβαση στο νέο εργαλείο εφόσον είναι δημοσιονομικά συνετή και δεν υπάγεται σε EDP. Οποια λύση και αν επιλεγεί πάντως, το κλειδί θα είναι η ισορροπία μεταξύ της ανάγκης για ρευστότητα και αυτής για δημοσιονομική σταθερότητα με σκοπό τον έλεγχο του πληθωρισμού. Και η επόμενη εβδομάδα θα είναι κρίσιμη ώστε να αποφασίσει η ΕΚΤ αν θα κάνει ό,τι χρειάζεται.