Κάθε χρόνο τέτοια μέρα η ίδια σκέψη: Οι μπαμπάδες μας είναι αδικημένοι. Ισως να είναι η ισοπεδωτική ιερότητα του μητρικού ρόλου. Δεν ξέρω. Κάθε χρόνο τέτοια μέρα λοιπόν (και κάθε άλλη, όμως, μεταξύ μας) σκέφτομαι τον πατέρα μου που δεν είναι πια εδώ. Τον αποζητώ και τον αναζητώ παντού: σε φωτογραφίες, σε αναμνήσεις, σε μυρωδιές, σε πλάτες που παρατηρώ να κινούνται με τη δική του περπατησιά στους δρόμους της Αθήνας. Παρακαλώ για μια συνάντηση ακόμη και στα όνειρά μου και – κάπως ένοχα σας ομολογώ – πως τους τελευταίους μήνες πιάνω τον εαυτό μου να τον ψάχνει ακόμη και στις τσαντισμένες γκριμάτσες του γιου μου που έχει το όνομά του.

Εφέτος όμως άκουσα την ιστορία ενός άλλου πατέρα που δεν λέει να βγει από τη σκέψη μου.

Λεγόταν Απόστολος Παπαζαχαρής και ήταν επιδέξιος οργανοπαίχτης, γνωστός σε όλη την Ηπειρο για το ταλέντο του.

Ο Απόστολος στα νιάτα του ερωτεύτηκε. Και πριν ακόμη ευλογήσει την ένωσή του η Εκκλησία, έγινε πατέρας. Αδιανόητα πράματα τω καιρώ εκείνω. Μέσα στην απόγνωσή τους, οι νεαροί γονείς άφησαν το νεογέννητο για λίγες ημέρες σε ένα ίδρυμα της περιοχής, μέχρι να δουν τι θα κάνουν και χωρίς να δώσουν οποιαδήποτε άδεια για υιοθεσία ή αναδοχή του. Οταν επέστρεψαν να το πάρουν όμως, το βρέφος ήταν άφαντο. Η μικρούλα δόθηκε – πουλήθηκε(;) – χωρίς χαρτιά σε Ελληνοαμερικανούς. Πίσω στην Ελλάδα, οι γονείς του παιδιού παντρεύτηκαν, έκαναν και άλλα παιδιά, ζώντας όμως πάντα με τον ίδιο καημό για την πρωτότοκή τους.

Στην Αμερική, η Ντίνα Πούλιας έμαθε μεγάλη την αλήθεια και άρχισε να ψάχνει. Στα 42 της επανενώθηκε με τους βιολογικούς της γονείς και έμαθε όσα χρειαζόταν: Πως ήταν ο καρπός ενός μεγάλου έρωτα. Πως είχε αδέλφια. Και το κυριότερο: Πως δεν ήταν ανεπιθύμητη. Η ίδια λέει πως ο Απόστολος, ο καλοσυνάτος ήρωας της ιστορίας μας, ήταν ο πατέρας που πάντα ευχόταν να είχε, μια και ο θετός της απεδείχθη σκληρός και άστοργος. Η σχέση που έστω και αργά κατάφεραν να χτίσουν πατέρας και κόρη κράτησε είκοσι χρόνια, ως τον θάνατο του Απόστολου τον Δεκέμβριο του 2020. Η Ντίνα ήταν στην Αμερική και η Ελλάδα, που με τρόπο τόσο σκοτεινό κι ανέλεγκτο την έδωσε πριν από 60 χρόνια, την απογοήτευσε και πάλι. Είκοσι ολόκληρα χρόνια απεδείχθησαν λίγα για να της αναγνωριστεί η ελληνική της υπηκοότητα. Τα σύνορα κλειστά λόγω COVID και άπαντες απρόθυμοι να της αναγνωρίσουν το δικαίωμα και το χρέος να αποχαιρετήσει τον πατέρα της. Εκεί έξω υπάρχουν χιλιάδες σαν την Ντίνα. Ο χρόνος όμως πια τελειώνει. Η Ελλάδα τούς χρωστά.