Αν πιστέψει κανείς τον πρόεδρο του Συμβουλίου της ΕΕ, Σαρλ Μισέλ, η επόμενη Σύνοδος Κορυφής χωρίς την Ανγκελα Μέρκελ θα είναι κάτι «σαν Παρίσι χωρίς Πύργο του Αϊφελ». Το Συμβούλιο της περασμένης εβδομάδας ήταν το 107ο και τελευταίο για τη γερμανίδα καγκελάριο.

Στην πρεμιέρα πριν από 16 χρόνια ο γάλλος πρόεδρος Ζακ Σιράκ την είχε υποδεχθεί στις Βρυξέλλες με χειροφίλημα, πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας ήταν ο Τόνι Μπλερ. Στο τελευταίο της είναι πρόεδρος στο Παρίσι ο Εμανουέλ Μακρόν και η Μεγάλη Βρετανία δεν είναι πλέον μέλος της ΕΕ. Στα 16 χρόνια της θητείας της η Μέρκελ εξελίχθηκε σε σύμβολο της ΕΕ παγκόσμιας εμβέλειας.

Στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου μετά το Συμβούλιο Κορυφής την περασμένη εβδομάδα ευχαρίστησε τους δημοσιογράφους για τη μακρόχρονη συνεργασία τους. Μία από τις ερωτήσεις που δέχθηκε ήταν τι θα απαντούσε στον πρόεδρο του Συμβουλίου αν έπειτα από έναν χρόνο της ζητούσε να μεσολαβήσει για να αποτραπεί μία διάλυση της ΕΕ; Θα έλεγε όχι; «Ελπίζω ότι δεν θα φτάσει καν μία τέτοια στιγμή, άλλωστε δεν την περιμένω», απάντησε η Μέρκελ.

Και τι λέει σε εκείνους που την επικρίνουν ότι με το πολιτικό της στυλ είναι συνυπεύθυνη για τις αυταρχικές τάσεις που ενισχύθηκαν στην Πολωνία και την Τσεχία; «Είμαστε μία ελεύθερη κοινωνία, και ο καθένας μπορεί να εκφράζει την επικριτική γνώμη του. Από τη δική μου οπτική γωνία, προσπάθησα να λύσω προβλήματα. Αν άλλοι το βλέπουν διαφορετικά, πρέπει φυσικά να ζήσω με αυτό».

Για τους ευρωπαίους ομολόγους της, η Μέρκελ δεν είναι μόνον η μακροβιότερη στην εξουσία, αλλά και η ηγέτιδα με το μεγαλύτερο εκτόπισμα και τη μεγαλύτερη εμπειρία στη διαχείριση κρίσεων. Στην παγκόσμια κρίση του 2008, την ευρωκρίση, το Προσφυγικό, μέχρι το Brexit και την πανδημία κορωνοϊού, οι σκληρές διαπραγματεύσεις απαιτούσαν ολονύκτιες συνεδριάσεις 27 ώρες το 2015 για το τρίτο ελληνικό Μνημόνιο, 91 ώρες το 2020 για το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ.

«Το ηγετικό στυλ της Μέρκελ έδενε απολύτως με τις κρίσεις αυτές, κοινό χαρακτηριστικό των οποίων ήταν η μεγάλη αβεβαιότητα στην εξέλιξη της πορείας τους», διαπίστωσε στα «ΝΕΑ» ο γερμανός πολιτειολόγος, Βίνφριντ Μίνκλερ. «Αναμονή και παρατήρηση, πριν από τη λήψη αποφάσεων, δηλαδή η στρατηγική της αποφυγής λάθους, ήταν υπό αυτές τις συνθήκες το ευφυέστερο που μπορούσε κανείς να κάνει».

Σήμερα είναι άλλες οι προκλήσεις. Απαιτούν μακρόπνοο σχέδιο, ταχύτητα και τόλμη στη λήψη αποφάσεων, που δεν είναι το δυνατό χαρτί της προσανατολισμένης στις συναινετικές λύσεις γερμανίδας καγκελαρίου. «Ξεπεράσαμε αρκετές κρίσεις με αλληλοσεβασμό και την προσπάθεια να βρίσκουμε πάντα από κοινού λύσεις. Καταφέραμε μάλιστα τώρα να συμφωνήσουμε σε ένα κοινό κείμενο για το Μεταναστευτικό, που είναι από τα δυσκολότερα ζητήματα», είπε η Μέρκελ την περασμένη Παρασκευή. Αλλά παραμένουν άλυτα μία σειρά από προβλήματα. «Για τον διάδοχό μου οι προκλήσεις είναι μεγάλες», προέβλεψε η καγκελάριος.

Η νέα Βουλή

Σήμερα, Τρίτη θα συγκροτηθεί σε σώμα η νέα Ομοσπονδιακή Βουλή που θα προέκυπτε από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Στην Μπούντεσταγκ θα είναι και η Μέρκελ, αλλά αυτήν τη φορά, όχι πλέον στην καρέκλα της καγκελαρίου για πρώτη φορά έπειτα από 16 χρόνια, ούτε καν στα έδρανα των βουλευτών, για πρώτη φορά ύστερα από το 1991 που πρωτοεξελέγη βουλευτής του CDU.

Θα κάθεται στην εξέδρα των επισήμων. To απόγευμα θα παραλάβει από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ, την επίσημη απόλυσή της από τη θέση της καγκελαρίου. Θα παραμείνει όμως υπηρεσιακή καγκελάριος, όπως και η υπηρεσιακή κυβέρνησή της, μέχρι να εκλεγεί ο διάδοχός της στην καγκελαρία. Μέχρι τότε θα έχει όλες τις αρμοδιότητες και εξουσίες που διαθέτει και σήμερα.

Τυπικά και ως υπηρεσιακή καγκελάριος μπορεί ακόμη και έναν νέο προϋπολογισμό της χώρας να φέρει στην Μπούντεσταγκ. Στην πράξη όμως υπάρχει πάντα μία αυτοσυγκράτηση στην άσκηση των κυβερνητικών καθηκόντων στο μεσοδιάστημα μέχρι την ανάληψη της νέας κυβέρνησης. Αλλωστε με τις εκλογές του Σεπτεμβρίου έχουν αλλάξει και οι συσχετισμοί στην Ομοσπονδιακή Βουλή, η Μέρκελ δεν έχει πλέον πλειοψηφία στην Μπούντεσταγκ. Ούτε την ενδιαφέρει. Πολιτικά το δικό της ιστορικό κεφάλαιο στη Γερμανία και την Ευρώπη έχει κλείσει.

Διάδοχός της θα είναι ο σοσιαλδημοκράτης Ολαφ Σολτς, εάν ευοδωθούν, όπως όλα δείχνουν, οι διαπραγματεύσεις SPD, Πρασίνων και Φιλελευθέρων FDP για την επόμενη κυβέρνηση της Γερμανίας.

Στον προεκλογικό αγώνα ελάχιστο ρόλο έπαιξαν τα θέματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ωστόσο στην υπό διαπραγμάτευση τριμερή κυβερνητική συμφωνία θα πρέπει να υπάρχουν σαφείς κατευθύνσεις για τη στάση της μελλοντικής κυβέρνησης του Βερολίνου σε μία σειρά από κρίσιμα ευρωπαϊκά θέματα.

Και αν με την αποχώρηση της Μέρκελ η ΕΕ χάνει τον δικό της Πύργο του Αϊφελ, ανοιχτό είναι το ερώτημα αν η Πύλη του Βρανδεμβούργου θα γίνει το πέρασμα για τη νέα εποχή της Ευρώπης.