Η σικελή συγγραφέας Στεφάνια Αουτσι μοιάζει να ξεπήδησε στο λογοτεχνικό σύμπαν από το πουθενά. Το 2019, όταν κυκλοφόρησε στην Ιταλία το μυθιστόρημά της Οι Λέοντες της Σικελίας, ο πρώτος τόμος της ιστορίας της οικογένειας των Φλόριο, ξεπέρασε γρήγορα σε πωλήσεις τα βιβλία τόσο της Ελενα Φεράντε όσο και του Αντρέα Καμιλέρι, σταθερές αξίες στις πωλήσεις των τελευταίων πολλών ετών. Δύο χρόνια αργότερα, το βιβλίο έχει πουλήσει περισσότερα από 650.000 αντίτυπα, εξακολουθεί να βρίσκεται στους καταλόγους των μπεστ σέλερ, έχει μεταφραστεί σε 32 γλώσσες, ενώ ετοιμάζεται και η μεταφορά του στην τηλεόραση. Προ διμήνου κυκλοφόρησε και ο δεύτερος και τελευταίος τόμος της οικογενειακής σάγκας των Φλόριο με τίτλο L’inverno dei Leoni (O χειμώνας των Λεόντων).

Στεφάνια Αουτσι
Οι Λέοντες της Σικελίας
Μετάφραση Δήμητρα Δότση.
Εκδόσεις Κλειδάριθμος, 2021,
σελ. 544, τιμή 17,70 ευρώ

Εξηγώντας στην εφημερίδα «Il Corriere della Sera» πού αποδίδει την επιτυχία του βιβλίου, η Αουτσι απάντησε ότι εργάστηκε πολύ και συστηματικά – τρία χρόνια έρευνας και συγγραφής. Η απήχηση των Λεόντων, πρόσθεσε, σχετίζεται ίσως με το ότι τα ζητήματα του βιβλίου αναφέρονται μεν στη Σικελία του 19ου αιώνα, όμως παραμένουν επίκαιρα. Και οικουμενικά, θα προσθέταμε. Η ιστορία των Λεόντων, της υπαρκτής οικογένειας Φλόριο, αρχίζει με μια μετανάστευση – πόσο πιο οικουμενικό γεγονός από τη μετανάστευση, την ίδια την ιστορία του κόσμου.

Η ανάδυση μιας οικογένειας

Ο σεισμός του 1799 στην Καλαβρία αναγκάζει τους αδελφούς Πάολο και Ινιάτσιο Φλόριο, μικρεμπόρους μπαχαρικών, να μεταναστεύσουν στο Παλέρμο, σε μια Σικελία αφόρητα ταξική. Οι Παλερμιτάνοι δεν αποδέχονται τους μετανάστες Καλαβρέζους, τους αποκαλούν χαμάληδες, τους περιφρονούν. Τα δύο αδέλφια εργάζονται ακατάπαυστα, η ταπεινή τους αροματερία εξελίσσεται από μπαχαράδικο, σε εμπορικό κατάστημα που πουλάει φαρμακευτικά σκευάσματα όπως σκόνη κιγχόνης του Περού, από την οποία κατασκευάζεται το κινίνο, αλλά και μεταξωτά υφάσματα από την Ασία. Οταν ο Πάολο πεθαίνει, ο Ινιάτσιο αναλαμβάνει να προστατεύσει την οικογένεια του αδελφού του και την επιχείρησή τους. Ο ήπιος – αντίθετα με τον αψύ Πάολο – Ινιάτσιο είναι ανοιχτόμυαλος, εμπορικό δαιμόνιο και ερωτευμένος με τη χήρα του αδελφού του, την Τζουζεπίνα, γυναίκα ισχυρογνώμονα που νοσταλγεί την Καλαβρία, πεπεισμένη ότι το Παλέρμο με τους ευγενείς και τη μακραίωνη ιστορία του δεν θα τους αποδεχθεί ποτέ. Το τέλος των ναπολεόντειων πολέμων και η ήττα των Γάλλων ευνοούν τους Φλόριο, οι οποίοι έχουν αναπτύξει επαφές με τους βρετανούς εμπόρους της Σικελίας: δεν περιορίζονται πλέον στο εμπόριο των εδώδιμων και αποικιακών, ανοίγονται σε άλλους τομείς.

Με πρόζα απλή, εκουσίως ανεπιτήδευτη, η Αουτσι γράφει επιτυχώς την ιστορία μιας οικογένειας με ισχυρούς χαρακτήρες, χωρίς να εξωραΐζει τις άσχημες πλευρές της σικελικής κοινωνίας

Η φιλομάθεια, η φιλοδοξία, σε συνδυασμό με τη σκληρή δουλειά και το ρίσκο, απαραίτητο στοιχείο για να αναπτυχθούν οι επιχειρήσεις, καθιστούν τους Φλόριο (τα ηνία των οποίων μετά τον θάνατο του θείου του αναλαμβάνει ο ανιψιός του, ο Βιντσέντζο) μια από τις ισχυρότερες οικογένειες όχι μόνο του Παλέρμο αλλά της Σικελίας και αργότερα της Ιταλίας: οι Φλόριο γίνονται εφοπλιστές, αγοράζουν ατμόπλοια από την Αγγλία, παρασκευάζουν και εξάγουν το ονομαστό σικελικό κρασί μαρσάλα, θησαυρίζουν από το εμπόριο θειαφιού, καθώς είναι οι πρώτοι που αναγνωρίζουν την αξία που έχει το «χρυσάφι του διαβόλου»: οι γαιοκτήμονες καταριούνταν επί αιώνες το θειάφι γιατί καθιστούσε άγονη τη γη. Ο Βιντσέντζο Φλόριο όμως αντιλαμβάνεται την αξία του για «τις χημικές βιομηχανίες που ξεφυτρώνουν σε ολόκληρη την Ευρώπη».

Σύντομο βιογραφικό
Με σπουδές νομικής και παιδαγωγικής, η συγγραφέας Στεφανία Αουτσι (φωτογραφία), που γεννήθηκε στο Τράπανι το 1974, ζει και εργάζεται στο Παλέρμο ως δασκάλα παράλληλης στήριξης. Παρά τη συγγραφική της επιτυχία, δηλώνει ότι δεν θα εγκαταλείψει ποτέ τους μαθητές της που αποτελούν κομμάτι του εαυτού της, όπως και η πίστη της στην αξία της παιδείας.

 

Σικελία και Ιταλία

Παρά τον πλούτο που έχει συγκεντρώσει, ο Βιντσέντζο Φλόριο παραμένει αστός, ιδιότητα υποτιμητική για την αριστοκρατία του Παλέρμο, η οποία παρότι πνιγμένη στα χρέη εξακολουθεί να περιφρονεί τους μη γαλαζοαίματους. Η συγγραφέας περιγράφει γλαφυρά τη μη αποδοχή της επιτυχίας των συνανθρώπων μας, γεγονός που οφείλεται στη χαμηλή κοινωνική κινητικότητα της εποχής, φαινόμενο που παρατηρείται και σήμερα στην Ιταλία. Οπως εκδηλώνεται ακόμη και σήμερα, η διαφορά μεταξύ του Νότου και του Βορρά της Ιταλίας. Η Τζούλια, η μιλανέζα σύζυγος του Βιντσέντζο Φλόριο, αναρωτιέται αν η επανάσταση του Γκαριμπάλντι και η ενοποίηση της Ιταλίας που κυοφορείται γύρω στο 1860 μπορούν να βρουν ερείσματα στη Σικελία, καθώς εκεί δεν υπάρχουν, όπως στη Βόρεια Ιταλία, στοχαστές και διανοούμενοι που να διακινούν επαναστατικές ιδέες. Σήμερα, ο διαχωρισμός μεταξύ του Νότου και του Βορρά της Ιταλίας αφορά πρωτίστως την οικονομική ανάπτυξη του πλούσιου βιομηχανικού Βορρά, την οποία προτάσσουν ως άλλοθι για να προωθήσουν τις θέσεις τους ακροδεξιά και ξενοφοβικά κόμματα όπως η Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι.

Η συγγραφέας αναπαριστά τη Σικελία των αρχών και του μέσου του 19ου αιώνα με μαεστρία και ακρίβεια. Γεμάτο μεγαλοπρεπείς επαύλεις πλάι σε βρωμερά καρνάγια, αναδίδοντας μυρωδιές γιασεμιού και ανθών πορτοκαλιού ανάμεικτες με την αποφορά των υπονόμων τις καυτές μέρες του θέρους, το Παλέρμο είναι, μαζί με τους ήρωες του βιβλίου, ο πρωταγωνιστής των Λεόντων. Οταν μπαίνουν στο Παλέρμο, οι άνδρες του Γκαριμπάλντι «δεν μπορούν να ξεκολλήσουν τα μάτια τους από τα χρώματα, από κείνα τα τείχη στο χρώμα της ώχρας που μοιάζουν να αντανακλούν το φως του ήλιου». Με πρόζα απλή, εκουσίως ανεπιτήδευτη, η Αουτσι ξαναγράφει επιτυχώς την ιστορία μιας οικογένειας με ισχυρούς χαρακτήρες: τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες των Φλόριο έχουν έντονες προσωπικότητες, παρά τον απελπιστικά περιορισμένο χώρο που αφήνει η Σικελία του 19ου αιώνα στις γυναίκες. Η συγγραφέας δεν εξωραΐζει τις άσχημες πλευρές της σικελικής κοινωνίας που υπήρξε συχνά οπισθοδρομική. Η Στεφάνια Αουτσι υπεραγαπά τη Σικελία, όπως σημειώνει στο τέλος του βιβλίου, και εκείνη τής το ανταποδίδει καθιστώντας τη μία από τις σημαντικότερες φωνές της.