Κοινωνικές, επιστημονικές αλλά και πολιτικές προεκτάσεις λαμβάνουν η συζήτηση και ο προβληματισμός γύρω από τη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης για την από κοινού και εξίσου γονική μέριμνα-συνεπιμέλεια  των παιδιών από τους διαζευγμένους γονείς. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης καταψήφισαν, ή επιφυλάχθηκαν για την Ολομέλεια, επί της αρχής το νομοσχέδιο, αναμένοντας τυχόν βελτιώσεις από τον υπουργό Δικαιοσύνης Κώστα Τσιάρα, ο οποίος, πάντως, δεν έκρυψε τη δυσαρέσκειά του για την κριτική που ασκείται και η οποία, κατά τον ίδιο, δεν λαμβάνει υπόψη τον παιδοκεντρικό χαρακτήρα των επίμαχων ρυθμίσεων. Ο προβληματισμός και οι ενστάσεις, ωστόσο, δεν περιορίζονται στην αντιπολίτευση.

Οι ενστάσεις για τις νέες ρυθμίσεις

Εχουν επίσης εσωτερικό αντίκτυπο στη «γαλάζια» κοινοβουλευτική ομάδα, όπως κατέδειξε η κριτική που άσκησαν η Μαριέττα Γιαννάκου και η Ολγα Κεφαλογιάννη, ενώ ερωτήματα ως προς τη λειτουργικότητα των νέων ρυθμίσεων απασχολούν έναν ευρύτερο κύκλο κυβερνητικών βουλευτών, αν και φαίνεται να επικρατεί μεταξύ τους η άποψη ότι στο νομοσχέδιο, παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ασφαλιστικές δικλίδες. Το νομοσχέδιο εισάγεται προς συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής (Τετάρτη – Πέμπτη), αν θα  υπάρξουν κάποιες βελτιώσεις, όπως άφησε ανοιχτό ο κ. Τσιάρας.

Πάντως η «ομοβροντία» τροπολογιών από τις κυρίες Γιαννάκου και Κεφαλογιάννη καταδεικνύουν τις διαφορετικές αναγνώσεις και προσεγγίσεις που διατυπώνονται και το εύρος των αμφιβολιών ως προς την αποτελεσματικότητα του νομοθετήματος. Οι δύο πρώην υπουργοί της ΝΔ κατέθεσαν από κοινού 10 τροπολογίες, μεταξύ των οποίων κάποιες αγγίζουν τον πυρήνα των εισηγούμενων ρυθμίσεων. «Η προσπάθεια όλων μας είναι με τις προτάσεις και τις παρατηρήσεις μας να προκύψει ένα όσο το δυνατόν πιο άρτιο νομοθέτημα» έχει διευκρινίσει η κυρία Κεφαλογιάννη. Οσον αφορά την αντιπολίτευση, ΚΙΝΑΛ, ΚΚΕ και Ελληνική Λύση έχουν επιφυλαχθεί για την τελική στάση που θα τηρήσουν στην Ολομέλεια αναμένοντας τις διορθωτικές κινήσεις του υπουργού, ενώ ΣΥΡΙΖΑ και ΜέΡΑ καταψήφισαν επί της αρχής στην επιτροπή.

Σύνθετο νομικό ζήτημα

Το θέμα της συνεπιμέλειας αναδείχθηκε σε ένα εξαιρετικά σύνθετο νομικό ζήτημα και οι φόβοι πολλών είναι μήπως τελικά δημιουργήσει περισσότερα εμπόδια από όσα επιχειρεί να επιλύσει, κυρίως ως προς την πρόνοια για από κοινού και εξίσου γονική μέριμνα. Σύμφωνα πάντως με το υπουργείο Δικαιοσύνης, η φιλοσοφία που διαπνέει το νομοσχέδιο είναι ο παιδοκεντρικός χαρακτήρας του, καθώς εδράζεται στην αρχή της μη διάκρισης μεταξύ των γονέων καθιερώνοντας την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας και από τους δύο γονείς μετά το διαζύγιο, όπως εφαρμόζεται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ προβλέπονται παράλληλα εναλλακτικές μέθοδοι επίλυσης των οικογενειακών διαφορών, όπως η διαμεσολάβηση. Επίσης, θεσπίζεται το μαχητό τεκμήριο του 1/3 για την επικοινωνία του παιδιού με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το παιδί.

Καθιερώνονται επίσης αντικειμενικά κριτήρια κακής άσκησης της γονικής μέριμνας, τα οποία λαμβάνονται υποχρεωτικά υπόψη από το αρμόδιο δικαστήριο, όπως η μη καταβολή της διατροφής, ο μη σεβασμός των δικαστικών αποφάσεων των συμφωνιών μεταξύ των διαζευγμένων γονέων και η διάρρηξη των σχέσεων του παιδιού με τον άλλον γονέα.

Ο αντίλογος και η «εξίσου» γονική μέριμνα

Ο αντίλογος στο προτεινόμενο πλαίσιο είναι ότι δεν επιτυγχάνεται ο παιδοκεντρικός, αλλά αντιθέτως ο γονεοκεντρικός χαρακτήρας, καθώς καθορίζονται οριζόντια υποχρεωτικά κριτήρια για όλα τα παιδιά, ενώ αυτά θα έπρεπε να εξετάζονται εξατομικευμένα, κάτι που προϋποθέτει πέραν των αποφάσεων του φυσικού δικαστή και την ύπαρξη κατάλληλων δομών με παιδοψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς. Σοβαρές ενστάσεις εγείρονται για την «εξίσου» γονική μέριμνα και επιμέλεια, καθώς θεωρείται ότι θα περιπλέξει τα πράγματα αφού, όπως υποστηρίζεται, ισοδυναμεί με ισόχρονη επιμέλεια, κάτι που ουσιαστικά υπαγορεύει την εναλλασσόμενη κατοικία («δεν την ασκούν εξίσου εντός του γάμου και θα την ασκήσουν εκτός του γάμου;» διερωτήθηκε χαρακτηριστικά η κυρία Γιαννάκου).

Κριτική ασκείται και για την υποχρεωτικότητα του σταδίου της ιδιωτικής διαμεσολάβησης, για την προβλεπόμενη προηγούμενη ενημέρωση του άλλου γονέα για συνήθεις πράξεις επιμέλειας (κάτι που θεωρείται ότι θα οδηγεί σε επιπλέον διενέξεις μεταξύ των γονέων), για το τεκμήριο του 1/3 του συνολικού χρόνου που εισάγεται για τον γονέα με τον οποίον δεν διαμένει το τέκνο, αλλά και για το ζήτημα της κακής άσκησης της γονικής μέριμνας.

Επί του τελευταίου, ο υπουργός Δικαιοσύνης αφαίρεσε το «αμετάκλητο της δικαστικής απόφασης για τον κακοποιητικό γονέα», αντικαθιστώντας το από την οριστική δικαστική απόφαση, που κάποιοι θεωρούν ότι δεν λύνει το πρόβλημα (διατυπώνεται η άποψη ότι ακόμα και στο στάδιο της παραπομπής του κακοποιητικού γονέα θα πρέπει να του αφαιρείται η άσκηση της γονικής μέριμνας).

Προστασία από κακοποιητικές συμπεριφορές

Στο νομοσχέδιο θεσπίζονται και επαρκείς δικονομικές εγγυήσεις για την προστασία των γυναικών και των παιδιών από κακοποιητικές συμπεριφορές, σύμφωνα με τις διεθνείς Συμβάσεις και ιδίως με τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Σημειώνεται ότι η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας αφορά και τα παιδιά εκτός γάμου.

Η κριτική Γιαννάκου και οι θέσεις του υπουργού

Η απάντηση του υπουργού Δικαιοσύνης στις επικρίσεις ήταν σκληρή: «Υπάρχει ένα πρόβλημα που βροντοφωνάζει. Υπάρχουν παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς τις αγκαλιές των γονέων τους. Ολα αυτά δεν αγγίζουν κανέναν πραγματικά;» διερωτήθηκε, ενώ δεν δίστασε να πει ότι τα μεγάλα μεταρρυθμιστικά βήματα που γίνονται με τη νομοθετική παρέμβαση εκσυγχρονισμού του υφιστάμενου οικογενειακού δικαίου του 1983 μπαίνουν στον «βωμό μιας μικροκομματικής αντιπαράθεσης, που μπορεί για συγκεκριμένους λόγους να κρύβεται, είτε πίσω από νομικούς όρους, είτε πίσω από μια προσπάθεια αποδόμησης του νομοσχεδίου».

Οι αποφάσεις δεν πρέπει να ρυθμίζονται άκαμπτα και οριζόντια αλλά με βάση το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού, τόνισε η Μαριέττα Γιαννάκου

Καταλόγισε δε σε όσους ασκούν κριτική ότι δεν ενδιαφέρονται για τον παιδοκεντρικό χαρακτήρα του νομοσχεδίου, αλλά επιλέγουν να πάρουν μέρος «στη διαμάχη μεταξύ του πατέρα και της μητέρας» αντί να συμβάλλουν στο «να νομοθετήσουμε για το πραγματικό δικαίωμα του παιδιού να μεγαλώνει με τη φυσική παρουσία και των δύο γονέων».

Στον αντίποδα η πρώην υπουργός (και ψυχίατρος) κυρία Γιαννάκου τόνισε ότι οι όποιες αποφάσεις πρέπει να αναληφθούν με βάση το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού και την ισότητα δικαιωμάτων και ευθυνών και των δύο γονέων, «γι’ αυτό και οι αποφάσεις δεν πρέπει να ρυθμίζονται άκαμπτα και οριζόντια». «Σολομώντειες λύσεις δεν είναι προς το συμφέρον του παιδιού, διότι τα παιδιά δεν αποτελούν μαθηματική εξίσωση» είπε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντάς του ότι «δεν γίνεται έτσι η συνεργασία μέσα στο Κοινοβούλιο» και ότι «κανείς δεν είναι ο Πάπας της Ρώμης»…