Εάν το 2019 ήταν η χρονιά κατά την οποία οι Ευρωπαίοι άρχισαν να έχουν σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με τις γεωπολιτικού τύπου φιλοδοξίες και προθέσεις του Πεκίνου, το 2020 μπορεί να καταγραφεί στην ιστορία ως το σημείο τομής κατά το οποίο στράφηκαν εναντίον της Κίνας.

Αυτό, σύμφωνα με το Bloomberg, δεν οφείλεται κυρίως στις κατηγορίες κατά της Κίνας για την προέλευση του κοροναϊού, όπως συνηθίζουν, σε εμμονικό πια βαθμό, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ και ο υπουργός Εξωτερικών του.

Οφείλεται κυρίως στο ότι η Κίνα, προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί την πανδημία με μια εξαιρετικά απροσχημάτιστη και «αδρή» προπαγανδιστική εκστρατεία, παρουσίασε ακούσια μπροστά στα μάτια των Ευρωπαίων τον κυνισμό του Πεκίνου.

Το κίνητρο του Πεκίνου

Το κίνητρο πίσω από την κινεζική προπαγάνδα είναι αρκετά προφανές: με τις ΗΠΑ να πελαγοδρομούν υπό τον ηγεσία Τραμπ, το Πεκίνο βλέπει ανοικτό τον δρόμο προκειμένου να αναδειχθεί πια στο καθεστώς μιας δεύτερης υπερδύναμης.

Το μεγαλύτερο γεωπολιτικό έπαθλο σε αυτόν τον«διαγωνισμό» είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, μέχρι πρόσφατα αγκυροβολημένη με ασφάλεια στο διατλαντικό στρατόπεδο, αλλά τα τελευταία χρόνια όλο και πιο ανήσυχη για τον Τραμπ και ανοιχτή στο εμπόριο, τις επενδύσεις και την επιρροή της Κίνας.

Καθώς το επίκεντρο της πανδημίας μετακινήθηκε από την Γουχάν σε ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, η Κίνα είχε αρχικά μια ορθή ιδέα. Ξεκινώντας από τα μέσα Μαρτίου, άρχισε να στέλνει στην Ευρώπη μεγάλες παρτίδες μασκών προσώπου και άλλου τύπου ιατρικό εξοπλισμό, «στολίζοντας» τις αποστολές αυτές με κινεζικές σημαίες.

Μερικά από αυτά τα υλικά αποδείχθηκαν ακατάλληλα και κακής ποιότητας, ωστόσο οι άνθρωποι είδαν τη συγκεκριμένη κίνηση ως μια όμορφη χειρονομία. Η Κίνα θα μπορούσε να παραμείνει στη «διπλωματία της μάσκας» και να βγει κερδισμένη.

Δεν το έπραξε. Οι ακόλουθοι και οι φίλοι του Πεκίνου άρχισαν να διαδίδουν συντονισμένα παραπληροφόρηση, με προφανή σκοπό να «χρωματίσουν» τις δημοκρατίες της ΕΕ ως αναποτελεσματικές και την αυταρχική Κίνα ως «ισχυρή» συγκριτικά με εκείνες.

Εκστρατεία παραπληροφόρησης

Στη Γαλλία, η κινεζική πρεσβεία δημοσίευσε στον ιστότοπό της ένα άκρως επιθετικό άρθρο, σύμφωνα με το οποίο οι γαλλικοί οίκοι ευγηρίας αφήνουν συνειδητά τους ηλικιωμένους να πεθάνουν.

Σύμφωνα πάντα με το Bloomberg, στην Ιταλία, «μαριονέτες» της Κίνας άρχισαν να διαδίδουν το αφήγημα ότι ο κοροναϊός προήλθε στην πραγματικότητα από την Ευρώπη ή δημιουργούσαν βίντεο κλιπ που έδειχναν τους κατοίκους της Ρώμης να παίζουν τον κινεζικό εθνικό ύμνο, με ευγνωμοσύνη έναντι του Πεκίνου.

Στη Γερμανία, Κινέζοι διπλωμάτες προέτρεπαν (ανεπιτυχώς) Γερμανούς κυβερνητικούς αξιωματούχους να εντείνουν τους δημόσιους επαίνους προς την Κίνα.

Σε απάντηση, η διπλωματική υπηρεσία της ΕΕ συνέταξε μια έκθεση σχετικά με τις εκστρατείες παραπληροφόρησης που έχει διεξαγάγει έως σήμερα η Κίνα και ο άλλος «συνήθης ύποπτος», η Ρωσία.

Η Κίνα έκανε την ήδη κακή – για την ίδια – κατάσταση χειρότερη, επιχειρώντας να ασκήσει πιέσεις στους συντάκτες της έκθεσης προκειμένου οι τελευταίοι να «χαμηλώσουν τους τόνους».

Στο άκουσμα αυτής της δραστηριότητας εκ μέρους των Κινέζων, η δυσαρέσκεια μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκτοξεύτηκε και πολλοί ευρωβουλευτές ζήτησαν διαβεβαιώσεις ότι η ΕΕ δεν θα αρχίσει να αυτολογοκρίνεται υπό την πίεση της Κίνας.

Οι δύο «γραμμές» της ΕΕ

Σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, αυτές οι εντάσεις δεν αποτελούν νέο φαινόμενο. Ακόμη και πριν από τον κοροναϊό, οι Σουηδοί είχαν εξοργιστεί από τις απειλές του Κινέζου πρέσβη κατά του σουηδικού Τύπου, με ορισμένους Σουηδούς πολιτικούς να έχουν εκφραστεί υπέρ της απέλασής του από τη χώρα.

Ωστόσο, άλλα κράτη μέλη της ΕΕ ανέχονται συνειδητά αυτή την τουλάχιστον «χοντροκομμένη» κινεζική συμπεριφορά.

Σε αυτά περιλαμβάνονται αρκετές χώρες της νότιας και της ανατολικής Ευρώπης, όπως η Κροατία και η Ουγγαρία, οι οποίες έχουν συνυπογράψει τα δύο μεγάλα γεωπολιτικά «στοιχήματα» της Κίνας.

Το ένα είναι ένα φόρουμ υπό την ηγεσία των Κινέζων υπό τον τίτλο «17+1», στο οποίο το Πεκίνο (που αντιπροσωπεύει το 1) προσπαθεί να οργανώσει την οικονομική συνεργασία του με 17 ευρωπαϊκές χώρες. Το άλλο είναι η Πρωτοβουλία Belt and Road, ένα παγκόσμιο project υποδομών το οποίο διάφοροι σκεπτικιστές βλέπουν ως κινεζική απόπειρα να μετατραπούν ασιατικές, αφρικανικές και ευρωπαϊκές χώρες σε οικονομικά υποτελείς προς το Πεκίνο οντότητες.

Μεγαλώνει η απογοήτευση

Ακόμη και πριν από την πανδημία, οι Ευρωπαίοι απογοητεύονταν όλο και περισσότερο από τη μονόπλευρη φύση αυτών των «εταιρικών σχέσεων», τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά.

Ας πάρουμε ως παράδειγμα το μάλλον συμβολικού χαρακτήρα «καβγαδάκι» μεταξύ Πράγας και Πεκίνου, πόλεων οι οποίες είχαν συμφωνήσει να αδελφοποιηθούν, με την Πράγα να αποδέχεται την πολιτική της Μίας Κίνας (με βάση την οποία η Ταϊβάν δεν είναι ανεξάρτητη χώρα, αλλά κινεζικό νησί) και το Πεκίνο να υπόσχεται να παραδώσει, μεταξύ άλλων, μερικά χαριτωμένα αρκουδάκια πάντα στον ζωολογικό κήπο της τσεχικής πρωτεύουσας.

Τα πάντα ωστόσο δεν έφτασαν ποτέ. Καθώς άλλες συγκρούσεις κλιμακώνονταν μεταξύ των δύο εταίρων, το Πεκίνο υπαναχώρησε γρήγορα από τις δεσμεύσεις του. Ο δήμαρχος της Πράγας, οργισμένος με την κινεζική στάση, αποφάσισε την αδελφοποίηση της πόλης του με την Ταϊπέι της Ταϊβάν.

Ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Κίνας στην Ευρώπη, η Γερμανία, έχει επίσης αυξήσει τον βαθμό επιφυλακής της έναντι του Πεκίνου, μετά τη διαπίστωση ότι αρκετές κινεζικές εταιρείες έχουν εξαγοράσει μερίδια σε γερμανικές εταιρείες τεχνολογίας, οι οποίες ειδικεύονται σε τομείς που ξεκινούν από την κατασκευή ρομπότ και φθάνουν έως  την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Πέρυσι, το Βερολίνο αυστηροποίησε τους κανόνες για τέτοιες ευαίσθητες εξαγορές. Η ΕΕ ακολούθησε την ίδια γραμμή, με μια κοινή προσέγγιση επί του ελέγχου των ξένων επενδύσεων να τίθεται σε ισχύ από φέτος.

Με διακηρυγμένο στόχο τη διατήρησης της τεχνολογικής και βιομηχανικής αυτονομίας της Ευρώπης, η πολιτική αυτή στοχεύει σιωπηρά να κρατήσει την Κίνα σε ασφαλή «απόσταση».

Ο ρόλος του 5G

Ο ανεμοδείκτης ο οποίος θα καταδείξει τη γενική κατεύθυνση της πολιτικής της ΕΕ έναντι της Κίνας είναι οι εξελίξεις στο ζήτημα των δικτύων τηλεπικοινωνιών πέμπτης γενιάς (5G) μέσα στο 2020.

Ακόμη και με την κυβέρνηση Τραμπ να ρητορεύει άτσαλα και προσβλητικά προς τους Ευρωπαίους προκειμένου να τους υποχρεώσει να μποϊκοτάρουν τον μεγαλύτερο κινέζικο κατασκευαστή σχετικού εξοπλισμού, τα μέλη της ΕΕ διχάζονται ή και δεν έχουν αποφασίσει ακόμη εάν θα επιτρέψουν στην εταιρεία να υποβάλει προσφορές για συμβάσεις.

Στη Γερμανία, η γενική διάθεση φαίνεται να «κλίνει» εναντίον της εν λόγω εταιρίας. Ακόμη και το Ηνωμένο Βασίλειο, πλέον εκτός ΕΕ, πιθανόν να επανεξετάσει την απόφασή του να επιτρέψει στην κινεζική εταιρεία να συμμετάσχει στα σχέδιά για την ανάπτυξη των δικτύων 5G.

Η Κίνα δεν έχει να κατηγορήσει κανέναν άλλο πέραν του εαυτού της

Για όλα αυτά, το Πεκίνο δεν έχει να κατηγορήσει κανέναν άλλον πέραν του εαυτού του, καταλήγει το δημοσίευμα.

Κατά κάποιο τρόπο, οι Κινέζοι αξιωματούχοι κατάφεραν να προσβάλουν Ευρωπαίους σε όλα τα μήκη και πλάτη της ηπείρου, μολονότι συνήθως οι τελευταίοι δεν συμφωνούν μεταξύ τους σχεδόν σε τίποτε.

Στις αρχές του έτους, το ημερολόγιο για το 2020 ήταν γεμάτο με σινο-ευρωπαϊκές συνόδους κορυφής για τον εορτασμό της εμβάθυνσης των δεσμών ΕΕ – Κίνας. Αντ’ αυτού, η πανδημία είναι πιθανότατα η ευκαιρία για τους Ευρωπαίους να αρχίσουν να χειραφετούνται από μια κακή σχέση.

Ακόμη και αν υποτεθεί ότι ο πραγματικός στόχος της «παιδικής» έμπνευσης προπαγανδιστικής εκστρατείας της Κίνας είναι το εγχώριο κοινό της ή η κινεζική διασπορά, αυτή η «διπλωματία» δεν μπορεί να θεωρηθεί υπό οποιαδήποτε οπτική γωνία ως μια «λαμπρή» στρατηγική.

Εάν, δε, αντικατοπτρίζει την ποιότητα της πολιτικής «δεξιοτεχνίας» του Πεκίνου, ίσως οι φόβοι για την άνοδο της επιρροής της Κίνας να αποδεικνύονται τελικά υπερβολικοί.