Η εμφάνιση του «αόρατου εχθρού» των ημερών μας, του κορωνοϊού, δεν θα έχει συνέπειες μόνο σε θέματα υγείας και κοινωνικής οργάνωσης σε όλον τον πλανήτη.

Σύμφωνα με κορυφαίους αναλυτές, θα μπορούσε να προκαλέσει βαθιές επιπτώσεις σε γεωπολιτικό επίπεδο και να δοκιμάσει τις αντοχές της παγκοσμιοποίησης, ενός οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου που πανηγυρικά επικράτησε μετά το τέλος του διπολισμού τη δεκαετία του 1990.

Ηδη, μια σειρά από νέες τάσεις έχουν αρχίσει να διαμορφώνονται σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, όπως π.χ. η ενίσχυση του έθνους-κράτους και η ένταση της αντιπαράθεσης Ηνωμένων Πολιτειών – Κίνας.

Αν προστεθεί σε αυτά το έλλειμμα ηγεσίας που έχει εμφανιστεί σε πολλές χώρες – με κορυφαίο παράδειγμα την ανεύθυνη στάση που τήρησε επί μεγάλο χρονικό διάστημα έναντι της απειλής του κορωνοϊού ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ – τότε στον ορίζοντα διαφαίνονται πολύ ανησυχητικά σημάδια. Ολα αυτά συμβαίνουν εν μέσω μίας κρίσης που αναμφίβολα απαιτεί εκτεταμένη διεθνή συνεργασία, τουλάχιστον στο επίπεδο της επιστημονικής κοινότητας, ώστε να βρεθεί το εμβόλιο που θα λειτουργούσε ως ασπίδα ανάσχεσης του ιού.

 

Τα όρια της παγκοσμιοποίησης

Ο νέος κορωνοϊός και οι διαστάσεις που λαμβάνει θα αποτελέσουν ένα πολύ δύσκολο τεστ αντοχής για την παγκοσμιοποίηση. «Καθώς κρίσιμες αλυσίδες προσφοράς καταρρέουν και τα κράτη συσσωρεύουν ιατρικές προμήθειες και τρέχουν να περιορίσουν τα ταξίδια, η κρίση πιέζει προς μια μείζονα επανεκτίμηση της αλληλοσυνδεδεμένης παγκόσμιας οικονομίας» γράφουν στο πολύ ενδιαφέρον άρθρο τους στο «Foreign Affairs» ο Χένρι Φάρελ (καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο George Washington) και ο Αβραάμ Νιούμαν (καθηγητής στη διακεκριμένη Σχολή Εξωτερικής Πολιτικής Edmund A. Walsh του ίδιου πανεπιστημίου). Οπως εξηγούν, «η παγκοσμιοποίηση όχι μόνο επέτρεψε την ταχεία εξάπλωση της μολυσματικής ασθένειας, αλλά ενθάρρυνε τη βαθιά αλληλεξάρτηση μεταξύ εταιρειών και κρατών που τα καθιστά περισσότερο ευάλωτα σε μη αναμενόμενα σοκ» προσθέτουν οι δύο καθηγητές.

Ωστόσο, οι κ.κ. Φάρελ και Νιούμαν δεν φθάνουν στο σημείο να πουν ότι για όλα φταίει η παγκοσμιοποίηση. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι η αλληλεξάρτηση που διαμορφώθηκε οδήγησε σε μια «εύθραυστη αποτελεσματικότητα» ενός οικονομικού μοντέλου που βασίστηκε υπερβολικά στην εξειδίκευση. Αυτή είχε ως αποτέλεσμα πολλά κράτη ή και εταιρείες να αποφεύγουν τη διατήρηση αποθεμάτων, κάτι που σε περιόδους κρίσης αποδεικνύεται κομβική έλλειψη. Φέρνουν μάλιστα ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την έλλειψη αντιδραστηρίων (reagents), τα οποία αποτελούν βασικό συστατικό των συσκευών εξέτασης (test kits) για τον κορωνοϊό. Δύο εταιρείες είναι κυρίαρχες στην παραγωγή των απαραίτητων αντιδραστηρίων: η ολλανδική Qiagen, που πρόσφατα εξαγοράστηκε από τον αμερικανικό κολοσσό Thermo Fisher Scientific, και η ελβετική Roche. Ωστόσο, λόγω αυτής της εξειδίκευσης και της έλλειψης αποθεμάτων είναι αδύνατο να ανταποκριθούν στην κατακόρυφα αυξημένη ζήτηση. Και δεν αποκλείεται, τους προσεχείς μήνες, η «εύθραυστη αποτελεσματικότητα» της παγκοσμιοποίησης να λάβει ευρύτερες διαστάσεις.

Καθώς λοιπόν τα όρια του οικονομικού μοντέλου που κυριάρχησε χωρίς αντίπαλο επί τρεις δεκαετίες δοκιμάζονται, μια σειρά από ερωτήματα αναφύονται. Τι ρόλο διαδραματίζει το έθνος-κράτος; Ποιος ο ρόλος της ηγεσίας; Ποια μορφή θα πάρει ο διεθνής ανταγωνισμός στα χρόνια που έρχονται, ιδιαίτερα στο δίπολο Ηνωμένων Πολιτειών – Κίνας; Ορισμένοι ίσως πουν ότι τα ερωτήματα αυτά έχουν πρόωρα δραματικό χαρακτήρα ή ότι τίθενται άκαιρα. Η διαμόρφωση όμως των διεθνών τάσεων δεν ξεκινά αιφνίδια. Είναι μια διαδικασία που κινείται αργά στον χρόνο και εκδηλώνεται οριστικά σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

 

Η επιστροφή του έθνους-κράτους

Ο διάσημος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Harvard Στίβεν Γουόλτ, ίσως ο σημαντικότερος σήμερα εκφραστής της σχολής του ρεαλισμού, έγραψε πρόσφατα στο περιοδικό «Foreign Policy» ότι ένα από τα βασικά διδάγματα της κρίσης του κορωνοϊού είναι ότι τα έθνη-κράτη παραμένουν οι βασικές δρώντες του διεθνούς συστήματος. «Κάθε λίγα χρόνια, λόγιοι και αναλυτές εκτιμούν ότι ο ρόλος των κρατών στις παγκόσμιες υποθέσεις γίνεται όλο και λιγότερο σημαντικός και άλλοι δρώντες ή κοινωνικές δυνάμεις (π.χ. Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, πολυεθνικές επιχειρήσεις, η διεθνής τρομοκρατία, οι παγκόσμιες αγορές κ.λπ.) υποσκάπτουν την κρατική κυριαρχία και σπρώχνουν το κράτος προς τον κάλαθο της ιστορίας. Οταν αναδεικνύονται νέοι κίνδυνοι όμως, οι άνθρωποι στρέφονται πριν από κάθε τι άλλο στις εθνικές κυβερνήσεις για προστασία» έγραψε ο Γουόλτ.

Ο εξέχων αμερικανός ακαδημαϊκός σημείωσε ακόμη δύο στοιχεία. Το πρώτο αφορά τις διαφορετικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι δημοκρατίες και τα αυταρχικά καθεστώτα στον τρόπο χειρισμού του κορωνοϊού. Μπορεί σε χώρες όπως η Κίνα ή το Ιράν η κινητοποίηση των αναγκαίων πόρων να γίνεται ταχύτερα όταν αποφασιστεί, αλλά η άρνηση αυτών των καθεστώτων να παραδεχθούν ότι έχει ενσκήψει μια κρίση οδηγεί σε αρχικές δραματικές καθυστερήσεις. Από την άλλη πλευρά, οι δημοκρατίες δεν κρύβουν το πρόβλημα, αλλά οι δυσκολίες αρχίζουν όταν έρχεται η ώρα της λήψης των δύσκολων μέτρων, π.χ. της απαγόρευσης λειτουργίας καταστημάτων ή και συναθροίσεων για να αποτραπεί η διασπορά του ιού.

Η ενίσχυση της γεωπολιτικής διαμάχης

Το δεύτερο σημείο όμως που επισημαίνει ο Γουόλτ ίσως να είναι σημαντικότερο. Αφορά τη δυσκολία της διεθνούς συνεργασίας, ακόμη και όταν η ανάγκη για αυτήν είναι οφθαλμοφανής. Εκτιμά και αυτός ότι ο κορωνοϊός θα οδηγήσει σε έναν περιορισμό της άκρατης παγκοσμιοποίησης, αλλά ίσως και σε ενίσχυση της γεωπολιτικής διαμάχης. Με δεδομένη δε την ύπαρξη ηγεσιών που δεν φαίνεται να μπορούν να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων, το πρόβλημα μπορεί να ενταθεί. Πριν από μερικές ημέρες, ο Ντόναλντ Τραμπ προέβλεπε ότι ο ιός θα εξαφανιστεί «εκ θαύματος» και ότι η κρίση δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια «απάτη» που είχαν στήσει εναντίον του οι Δημοκρατικοί. Και φυσικά, για όλα φταίνε οι κακοί Κινέζοι που διασπείρουν τον «ξενόφερτο ιό», ή τον «ιό του Γουχάν», όπως δημόσια τον ονόμασε ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο.

Σε άρθρο της στο αμερικανικό περιοδικό «The Atlantic», η Αν Απλμπάουμ παρουσίασε με εκπληκτικό τρόπο τη σειρά λαθών και παραλείψεων στο αρχικό στάδιο αντιμετώπισης του ιού στις Ηνωμένες Πολιτείες και τις καταφανείς ευθύνες του προέδρου Τραμπ. Περιγράφει πώς οι αρμόδιες αρχές αγνόησαν τις προειδοποιήσεις μιας ειδικής λοιμωξιολόγου στο Σιάτλ ήδη από τον Ιανουάριο, με αποτέλεσμα να μη γίνει αντιληπτό ότι ο ιός βρισκόταν ήδη σε αμερικανικό έδαφος. Σημειώνει τις αδυναμίες και τις ελλείψεις του αμερικανικού συστήματος υγείας, αλλά και το γεγονός ότι ουδείς τόλμησε να αντιτείνει οτιδήποτε σε έναν πρόεδρο που απλώς δεν ήθελε να ακούσει για τον ιό, την ώρα που χώρες όπως η Σιγκαπούρη ή η Νότια Κορέα τα έχουν πάει πολύ καλύτερα. «Στο πλαίσιο μιας κουλτούρας τυφλής πίστης, ουδείς θα πει στον πρόεδρο ότι θα ήταν φρόνιμο να ξεκινήσει η εκτεταμένη εξέταση του πληθυσμού, επειδή όποιος το κάνει κινδυνεύει να χάσει την εύνοιά του ή και να απολυθεί» επισημαίνει καίρια η Απλμπάουμ.

Τεράστια εκστρατεία «ήπιας ισχύος»

Το πρόβλημα δεν περιορίζεται βέβαια στον Τραμπ, αν και αυτός τυγχάνει να έχει σήμερα στα χέρια του την ηγεσία της ισχυρότερης χώρας στον πλανήτη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δίνουν τον τόνο και όταν π.χ. ο σύμβουλός του επί θεμάτων εμπορίου Πίτερ Ναβάρο αξιοποιεί τον κορωνοϊό για να εξαπολύσει νέα επίθεση εναντίον του παγκόσμιου εμπορίου, ο ανταγωνισμός που θα αναπτυχθεί θα είναι σκληρότατος. Το Πεκίνο δεν θα μείνει με σταυρωμένα χέρια, και αυτό γίνεται ήδη σαφές τις τελευταίες ημέρες, καθώς έχει ξεκινήσει μια τεράστια εκστρατεία «ήπιας ισχύος» για να αποδείξει ότι μπορεί η Κίνα να επλήγη πρώτη από τον κορωνοϊό, αλλά πλέον έχει βγει από την κρίση και θέλει να… μοιραστεί την εμπειρία της στην καταπολέμησή του. Πρόκειται για μάχη γεωπολιτικής επιρροής. Ενώ ο Τραμπ αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει τη συσκευή εξέτασης που πρότεινε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) επειδή είναι γερμανικής προέλευσης (αν και αργότερα αποπειράθηκε να εξαγοράσει τη γερμανική εταιρεία που εργάζεται επί του εμβολίου) και είχε ήδη μειώσει δραματικά τη συνδρομή της σε αυτόν, η Κίνα υποσχέθηκε τη χορήγηση 20 εκατομμυρίων δολαρίων στον WHO για να βοηθήσει τα συστήματα υγείας σε φτωχές χώρες.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η Κίνα είναι «το καλό παιδί». Αυτή είναι που προωθεί τη θεωρία ότι ο ιός ξεκίνησε από την παρουσία στελεχών του αμερικανικού στρατού που επισκέφθηκαν το Γουχάν τον περασμένο Οκτώβριο. Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, η Κίνα πίεσε ώστε ο WHO να μην προχωρήσει ταχύτερα στην κήρυξη πανδημίας. Μπορεί επίσης η Κίνα να εμφανίζεται τώρα γαλαντόμος στην παροχή βοήθειας (στην Ιαπωνία, στη Νότια Κορέα, ακόμη και στην Ιταλία ή στο Βέλγιο), αλλά στην αρχή κράτησε για την ίδια τις ιατρικές μάσκες που μαζικά παράγει. Αυτή η πρακτική της «αυτοβοήθειας» δεν υπήρξε φυσικά αποκλειστικά κινεζική επιλογή. Τα ίδια συνέβησαν και στην Ευρώπη.

Οι «ευρωπαϊκές αρρυθμίες» και το «μαύρο κουτί» της Τουρκίας

Στην άμεση γειτονιά της Ελλάδος, οι εστίες της αβεβαιότητας την «εποχή του κορωνοϊού» δεν είναι διόλου αμελητέες. Κατ’ αρχάς επιβεβαιώθηκε ότι σε άλλη μία δύσκολη περίπτωση η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) είναι τα κράτη της – και όχι κάτι αυτόνομο ή υπερβατικό. Αρκετά κράτη-μέλη υποτίμησαν αρχικά τον οικονομικό κίνδυνο – ακόμη και η Γερμανία. Η Κομισιόν υποχρεώθηκε να προχωρήσει στην πρόταση για κλείσιμο των εξωτερικών συνόρων σε πολίτες τρίτων χωρών όταν πλέον ήταν ξεκάθαρο ότι πολλά κράτη-μέλη είχαν αποφασίσει να επαναφέρουν τους εσωτερικούς συνοριακούς ελέγχους εντός της ζώνης Σένγκεν, θέτοντας σε σοβαρό κίνδυνο τις τέσσερις βασικές ελευθερίες και κυρίως αυτή των προϊόντων, που στην παρούσα συγκυρία (ιδιαίτερα για την προμήθεια ιατροφαρμακευτικού υλικού) είναι πολύ σημαντική. Κρίνοντας δε από την αδιαφορία των κρατών-μελών να συνδράμουν τη βαρύτατα πληγείσα Ιταλία μέσω του Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας, δεν είναι να απορεί κανείς ότι κάθε χώρα επιδιώκει να φροντίσει «τα του οίκου της» μόνη της. Οι αποφάσεις του Eurogroup και εκείνες για τις κρατικές ενισχύσεις θα λειτουργήσουν τονωτικά, αλλά η Ενιαία Αγορά αναμένεται να δοκιμαστεί. Στον δε στενό γεωγραφικό της περίγυρο, η Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει την απόλυτα απρόβλεπτη Τουρκία. Διπλωματικοί παράγοντες των Αθηνών τόνιζαν σε ιδιωτικές τους συνομιλίες τις τελευταίες ημέρες ότι «η σημερινή Τουρκία μοιάζει με μαύρο κουτί» σε ό,τι αφορά τον κορωνοϊό. «Κανείς από εμάς δεν πιστεύει όσα ακούει για τον αριθμό των κρουσμάτων στη χώρα και είναι σαφές ότι σε συνδυασμό με το Μεταναστευτικό υπάρχει τεράστια ανησυχία, καθώς αν αυξηθούν οι ροές, τότε θα τεθεί άμεσα ζήτημα δημόσιας υγείας» εξηγούσαν στο «Βήμα».