Αν και οι δανειακές ανάγκες της χώρας για το νέο έτος είναι μηδενικές, τις επόμενες ημέρες ο ΟΔΗΗΧ ανακοινώνει το δανειακό πρόγραμμα της Ελληνικής Δημοκρατίας για το 2020, το οποίο θα κυμανθεί στα 7 δισ. ευρώ και θα μπορούσε να μεταβληθεί ανάλογα με τις συνθήκες που θα επικρατήσουν στις διεθνείς αγορές.

Καθώς θεωρείται αναγκαίο να διατηρηθεί το «κεφαλαιακό μαξιλάρι» άνω των 31 δισ. ευρώ που λειτουργεί και ως εξασφάλιση για τους διεθνείς επενδυτές αμετάβλητο, το νέο δανειακό πρόγραμμα θα πρέπει να καλύψει αρχικά τόσο την πρόωρη προεξόφληση των περίπου 2 δισ. ευρώ του χρέους προς το ΔΝΤ που λήγει το 2021, αλλά και τα περίπου 4,5 δισ. ευρώ από τη σχεδιαζόμενη μείωση των εντόκων γραμματίων ώστε να μειωθεί ο βραχυπρόθεσμος κίνδυνος αναχρηματοδότησης.

Αίρεται το όριο

Από την άλλη πλευρά στον απόηχο της συνάντησης Μητσοτάκη – Λαγκάρντ την περασμένη Τετάρτη φέρεται ότι από τον ερχόμενο Φεβρουάριο αίρεται το όριο αγορών ελληνικών ομολόγων από τις εγχώριες τράπεζες, εξέλιξη που θα μπορούσε να βελτιώσει την κερδοφορία τους και την εικόνα των ισολογισμών τους, να στηρίξει μερικώς το δανειακό πρόγραμμα του Δημοσίου και να λειτουργήσει σταθεροποιητικά στη δευτερογενή αγορά ομολόγων από τυχόν ακραίες κινήσεις των hedge funds. Κυρίως όμως να στηρίξει το σχέδιο «Ηρακλής» για τα «κόκκινα» δάνεια των τραπεζών καθώς το ύψος των κρατικών εγγυήσεων φθάνει τα 12 δισ. ευρώ στις ομολογίες υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας.

Στα τέλη Νοεμβρίου η Ελλάδα αποπλήρωσε πρόωρα δάνεια 2,7 δισ. ευρώ στο ΔΝΤ, με επιτόκιο περίπου 4,9%, μειώνοντας το συνολικό της χρέος προς το Ταμείο στα 5,5 δισ. ευρώ, ενώ η νέα αποπληρωμή μέρους των δανείων θα πρέπει να είναι μέχρι του ποσού που να επιτρέπει τη διατήρηση της παρουσίας του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα, καθώς η πλήρης εξόφλησή του θα έβρισκε την αντίσταση ισχυρών χωρών της ευρωζώνης που θέλουν το Ταμείο να συνεχίζει να έχει ρόλο στο μεταμνημονιακό πρόγραμμα.

Το επιτόκιο

Ετσι αναμένεται να αποπληρωθούν τα δάνεια που λήγουν ως το 2021 ώστε να παραμείνουν ακόμη δάνεια που ξεπερνούν συνολικά και ποσόστωση (quota) της χώρας στο μετοχικό κεφάλαιο του ΔΝΤ. Το μέσο επιτόκιο της Ελληνικής Δημοκρατίας είναι σήμερα στο 1,6% (ή 1,4%, όπως εκτιμούν ορισμένες πηγές) έναντι 1,9% κατά μέσο όρο των δανείων του ΔΝΤ που λήγουν το 2021. Αυτό σημαίνει πως για να πάρει την έγκριση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας η νέα έκδοση ομολόγων που θα επιλεγεί ώστε να αποπληρωθούν τα δάνεια αυτά θα πρέπει να πετύχει καλύτερο επιτόκιο. Ξένες τράπεζες αναμένουν πάντως περαιτέρω αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων το 2020. Η  Societe Generale συστήνει π.χ. «αύξηση θέσεων» στα ελληνικά ομόλογα για το 2020, ενώ η Citigroup πρότεινε ως στρατηγική κίνηση για τη νέα χρονιά «αγορές» 10ετών ελληνικών ομολόγων λήξης Μαρτίου 2029, έναντι 10ετών γερμανικών ομολόγων λήξης Αυγούστου 2029, με στόχο τον περιορισμό του spread στις 100-150 μονάδες βάσης, εκτιμώντας συνολικά ότι η απόδοση στη 10ετία μπορεί να αποκλιμακωθεί ως το 0,70% στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του νέου έτους από το περίπου 1,39% που κινείται σήμερα. Αυτό σημαίνει πως με βάση την αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών 10ετών ομολόγων αναφοράς, μετά τη μείωση κατά 70% για το 2019, μία επιπλέον πτώση του κόστους δανεισμού σχεδόν κατά 50% θα μπορούσε να λάβει χώρα και το 2020.

Τα πλεονάσματα

Η βελτίωση των παραμέτρων βιωσιμότητας του χρέους – μείωση επιτοκίων, πρόωρη αποπληρωμή ακριβών δανείων, αντικατάσταση με φθηνότερα – σε συνδυασμό με σχετικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης θα ενισχύσουν και την προσπάθεια της χώρας για μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων, μία επιδίωξη που βρίσκει σύμφωνο και το  ΔΝΤ.  Παραδοσιακά τους πρώτους μήνες κάθε νέας χρονιάς διενεργείται το μεγαλύτερο μέρος των εκδόσεων χρέους των κρατών και δεδομένου ότι τα speads των ελληνικών ομολόγων με αντίστοιχα ιταλικά (μιας χώρας με «επενδυτική διαβάθμιση») έχουν μηδενιστεί ή είναι αρνητικά ακόμη και υπέρ της Ελλάδας, αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει υπέρ των ιταλικών τίτλων μειώνοντας τη ζήτηση για τους ελληνικούς. Βέβαια με 12,7 δισ. δολ. κρατικά ομόλογα με αρνητικά επιτόκια παγκοσμίως και την Ελλάδα να διαθέτει ούτως ή άλλως «μαξιλαράκι» 31 δισ. ευρώ κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί πως μπορεί να προβλέψει τις εξελίξεις και την πραγματική ζήτηση των διεθνών επενδυτών.

Μηδενικές ανάγκες

Ο Δημήτρης Τσάκωνας, επικεφαλής του ΟΔΔΗΧ, μιλώντας στους διεθνείς επενδυτές σε πρόσφατο επενδυτικό συνέδριο στη Νέα Υόρκη  ανέφερε πως λαμβάνοντας υπόψη τα υφιστάμενα ταμειακά αποθέματα καθώς και ότι οι μεικτές χρηματοδοτικές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου για το επόμενο έτος είναι σχεδόν μηδενικές, οι πολιτικές δανεισμού, ταμειακής διαχείρισης και διαχείρισης χαρτοφυλακίου χρέους για το 2020 θα επικεντρωθούν στη μείωση του κινδύνου αναχρηματοδότησης, στη δημιουργία χώρου για εκδοτική δραστηριότητα, στην έκδοση κρατικών ομολόγων με ικανό ποσό έκδοσης ώστε να θεωρούνται εκδόσεις αναφοράς.

Παράλληλα, θα δοθεί έμφαση στη διατήρηση της συνεχούς και μόνιμης παρουσίας του Δημοσίου στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, στη βελτίωση της ρευστότητας στη δευτερογενή αγορά ομολόγων, στην εμπέδωση εμπιστοσύνης τόσο με τους επενδυτές όσο και με τους οίκους αξιολόγησης.

Επίσης στη δανειακή πολιτική προσανατολισμένη στις ανάγκες των επενδυτών, στην περαιτέρω επέκταση της επενδυτικής βάσης, στην ενεργητική διαχείριση των κινδύνων αγοράς, στην ολοκληρωμένη διαχείριση ταμειακών διαθεσίμων, στη διαχείριση της βραχυπρόθεσμης ταμειακής ρευστότητας και στην περαιτέρω μείωση των περιθωρίων πιστωτικού κινδύνου και στη διατήρηση των σημερινών ορίων αναφορικά με τους δείκτες κινδύνων αγοράς του ελληνικού χαρτοφυλακίου.