Για πρώτη φορά 2.000.000 ελεύθεροι επαγγελματίες και εισοδηματίες θα υποχρεωθούν από το επόμενο έτος να συγκεντρώνουν και αυτοί, όπως οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι αγρότες αποδείξεις στο 30% των εισοδημάτων τους, διαφορετικά θα πληρώνουν πέναλτι φόρου 22% σε περίπτωση που τελικά εμφανίσουν λιγότερες αποδείξεις μέσω ηλεκτρονικών συναλλαγών.

Μέχρι σήμερα αποδείξεις καταναλωτικών δαπανών είχαν υποχρέωση να εμφανίσουν όσοι είχαν έκπτωση φόρου και η οποία μεταφραζόταν για τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους αγρότες σε αφορολόγητο 8.636 ευρώ (χωρίς παιδιά) έως 9.550 ευρώ (3 παιδιά και άνω). Οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι εισοδηματίες δεν είχαν τέτοια υποχρέωση, γιατί πολύ απλά δεν είχαν καμία φορολογική ωφέλεια.

Το φορολογικό νομοσχέδιο

Από το νέο έτος αυτό θα αλλάξει με το φορολογικό νομοσχέδιο που πρόκειται να ψηφιστεί έως τα τέλη Νοεμβρίου και τα βασικά στοιχεία του οποίου κλείδωσαν σε έκτακτη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Πέμπτη στο Μέγαρο Μαξίμου υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, παρουσία του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα, του αρμόδιου υφυπουργού Οικονομικών για τη φορολογία Απόστολου Βεσυρόπουλου και άλλων κυβερνητικών στελεχών.

Από 1ης Ιανουαρίου 2020 η νέα φορολογική κλίμακα θα διαμορφωθεί όπως είχε αποκαλύψει πρόσφατα «Το Βήμα της Κυριακής» με συντελεστή 9% (από 22% σήμερα) για το πρώτο κλιμάκιο εισοδήματος έως 10.000 ευρώ, 22% για το κλιμάκιο εισοδήματος από 10.001 έως 20.000 ευρώ, 28% (από 29% σήμερα) για κλιμάκιο εισοδήματος από 20.001 έως 30.000 ευρώ, 36% (από 37% σήμερα) για κλιμάκιο εισοδήματος από 30.000 έως 40.000 ευρώ και για εισόδημα άνω των 40.000 ευρώ ο φορολογικός συντελεστής θα μειωθεί στο 44% από 45% σήμερα.

Οσον αφορά το νέο αφορολόγητο, αυτό θα συνεχίσει να ανέρχεται σε 8.636 ευρώ για άγαμους ή έγγαμους χωρίς παιδιά, ενώ για όσους έχουν παιδιά θα διαμορφώνεται πλέον στις 9.000 ευρώ (από 8.863 ευρώ σήμερα) για 1 παιδί, 10.000 ευρώ (από 9.090 ευρώ σήμερα) για 2 παιδιά, 11.000 ευρώ (από 9.545 ευρώ σήμερα) για 3 παιδιά και 12.000 ευρώ (από 9.545 ευρώ σήμερα) για 4 παιδιά και άνω.

Τι αλλάζει με τις αποδείξεις

Από το νέο έτος αλλάζει και το ποσοστό των αποδείξεων που θα πρέπει πλέον να συγκεντρώνουν όλοι ανεξαιρέτως οι φορολογούμενοι (είτε απολαμβάνουν αφορολόγητο είτε όχι). Οι τρεις διαφορετικοί συντελεστές (10%, 15% και 20% ανάλογα με το κλιμάκιο εισοδήματος) καταργούνται και πλέον όλοι οι πολίτες θα πρέπει να συγκεντρώσουν σε ηλεκτρονικές αποδείξεις το 30% του φορολογητέου εισοδήματός τους. Αν συγκεντρώσουν λιγότερες το πέναλτι φόρου θα ανέρχεται σε 22%, όπως ισχύει και σήμερα.

Για τους ελεύθερους επαγγελματίες υπάρχουν δύο προτάσεις: Η 1η να συγκεντρώνουν το 30% των καθαρών κερδών (ακαθάριστα έσοδα μείον επαγγελματικές δαπάνες) τους σε ηλεκτρονικές αποδείξεις και η 2η ο συντελεστής 30% να εφαρμόζεται στα καθαρά κέρδη αφού αφαιρεθεί ο φόρος που αναλογεί.

Παράδειγμα

Ελεύθερος επαγγελματίας με ακαθάριστα έσοδα 40.000 ευρώ και επαγγελματικές δαπάνες 15.000 ευρώ θα δηλώσει καθαρά κέρδη 25.000 ευρώ. Για τα κέρδη αυτά θα πρέπει να εμφανίσει και αποδείξεις αγοράς αγαθών ή υπηρεσιών που δεν αφορούν τις επαγγελματικές του δαπάνες 7.500 ευρώ (25.000 Χ 30%). Στην περίπτωση που ο συγκεκριμένος επαγγελματίας εμφανίσει 4.000 ευρώ τότε θα πληρώσει πέναλτι φόρου 770 ευρώ (22% στη διαφορά των 3.500 ευρώ λιγότερων αποδείξεων).

Αν εφαρμοστεί η 2η πρόταση και για τον υπολογισμό των αποδείξεων αφαιρείται από τα κέρδη ο φόρος εισοδήματος, τότε ο εν λόγω επαγγελματίας θα πρέπει να εμφανίσει αποδείξεις για εισόδημα 20.500 αντί για 25.000 ευρώ, δηλαδή 1.350 λιγότερες σε σχέση με τη βασική πρόταση (7.500 – 6.150 ευρώ). Από το υπουργείο Οικονομικών διευκρινίζουν ότι όλες οι αποδείξεις που ισχύουν σήμερα θα εξακολουθήσουν να λαμβάνονται υπόψη και το 2020 και ότι δεν θα υπάρχουν αποδείξεις από συγκεκριμένα επαγγέλματα που θα μετρούν  διπλά.

Διοικητική επίλυση για 20.000 υποθέσεις που λιμνάζουν

Αύξηση εσόδων άνω των 50 εκατ. ευρώ προβλέπει ο υφυπουργός Οικονομικών κ. Απόστολος Βεσυρόπουλος από τη δημιουργία νέων επιτροπών επίλυσης διοικητικών διαφορών για πάνω από 20.000 υποθέσεις που λιμνάζουν στα φορολογικά δικαστήρια. Οι νέες επιτροπές θα έχουν τη δυνατότητα να επιλύουν γρήγορα υποθέσεις και να αποσυμφορηθούν τα διοικητικά δικαστήρια. Την ίδια στιγμή προχωρεί και η πάγια ρύθμιση με διπλασιασμό του αριθμού των δόσεων από 12 σε 24 για οφειλές που θα προκύψουν από 1.1.2020 και μετά και θα αφορούν τον φόρο εισοδήματος, τον ΕΝΦΙΑ ή και τον ΦΠΑ. Στην περίπτωση έκτακτων φόρων (κληρονομιά, πρόστιμα κ.λπ.) θα αυξηθούν σε 48 από 24 σήμερα. Το αρχικό επιτόκιο θα είναι 5% και όσο κάποιος πλησιάζει στον ανώτατο αριθμό δόσεων θα φθάνει το 7%-8%. Η ελάχιστη δόση θα είναι 30 ευρώ και τα κριτήρια για την ελάχιστη ετήσια δόση θα είναι αυτά που ίσχυαν για τις 120 δόσεις.

Μείωση φόρου 40% για εργασίες αναβάθμισης κατοικιών

Μείωση φόρου που θα αντιστοιχεί στο 40% των δαπανών για εργασίες ενεργειακής και αισθητικής αναβάθμισης ακινήτων φυσικών προσώπων θα προβλέπει το φορολογικό νομοσχέδιο που καταρτίζει η κυβέρνηση.

Μάλιστα, τη μείωση του φόρου θα μπορεί ο ιδιοκτήτης του ακινήτου να την «αποσβέσει» μέσα σε μία 3ετία ή 4ετία όπως αποφασίστηκε στην πρόσφατη σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου.

Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι αν κάποιος, για παράδειγμα, χρειαστεί να καταβάλει για τις εργασίες αναβάθμισης της κατοικίας του 10.000 ευρώ, το κράτος θα του επιστρέψει με τη μορφή της μείωσης φόρου 4.000 ευρώ. Το ποσό αυτό θα μπορεί να το μοιράσει στα επόμενα τρία έτη στην περίπτωση που ο φόρος εισοδήματός του είναι πολύ χαμηλότερος των 4.000 ευρώ.

Η μείωση του φόρου θα αφορά, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, μόνο το κόστος της εργασίας και όχι των υλικών.

Αυτό σημαίνει ότι αν κάποιος ζητήσει απόδειξη π.χ. από εργασίες ηλεκτρολόγου, υδραυλικού, πλακά, πατωματζή, ελαιοχρωματιστή, σιδηρουργού, ξυλουργού και όλων των επαγγελμάτων της οικοδομής, θα μειώνεται σημαντικά ο φόρος εισοδήματος του ιδιοκτήτη (και όχι το εισόδημα).

Για παράδειγμα, σε 1.000 ευρώ απόδειξη ο ιδιοκτήτης θα επιβαρύνεται με ΦΠΑ 240 ευρώ – αλλά θα έχει μείωση φόρου 496 ευρώ.

Ο επαγγελματίας θα υποχρεωθεί να δηλώσει το ποσό του ΦΠΑ αλλά και το εισόδημά του ώστε στη συνέχεια, ανάλογα με τα έξοδα που θα εμφανίσει, να φορολογηθεί.