Εμείς, του ’90 οι εκδρομείς, ζήσαμε, ακούσαμε, αγαπήσαμε τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα που έφυγε τόσο πρόωρα από τη ζωή.

Όχι, όμως, μόνον εμείς. Και οι νεότερες γενιές έβαλαν στην καρδιά τους τα τραγούδια του, την τόσο παράξενη, ανεπιτήδευτη, βραχνή φωνή του.

Τις μελωδίες του, τους στίχους που μιλούσαν για τον έρωτα, την αγάπη, τη δίψα για ζωή, αλλά και την περίεργη, σκοτεινή πλευρά του εαυτού μας.

Ο Λαυρέντης ήταν γνήσιος, καθαρός, μοναδικός στο είδος του. Από τότε που ξεκίνησε με τους Τερμίτες μ’ εκείνο το εκπληκτικό τραγουδάκι τη «Σκόνη» που έλεγε «ζωή μου που καίγεσαι στον κίτρινο αέρα. Η αγάπη που χάθηκε στη σκόνη, η ζωή που χάθηκε στη σκόνη».

Σαν σκόνη χάθηκε τα ξημερώματα της Δευτέρας η ζωή του Λαυρέντη.

Κι όταν ο Μαχαιρίτσας με τον Νταλάρα τραγούδησαν το «Διδειμότειχο μπλουζ», αυτό το αυτοβιογραφικό τραγούδι, όλοι ρίγησαν.

Ειδικά οι άνδρες που ο καθένας τους είχε και έχει μια ανάμνηση από τη θητεία του στο στρατό. «Σαν παροπλισμένος ψευτοεπαναστάτης, είχα τ’ άλλοθί μου το κουτσό σκυλί μου, την αποστολή μου…»

Τόσα και τόσα τραγούδια που σιγοψιθυρίσαμε σε κάποια συναυλία του, στο ραδιόφωνο ή στις «κλειστές» μας.

Ο Λαυρέντης έψαχνε να βρει μια ευκαιρία να πάει στον παράδεισο. «Και τι ζητάω, τι ζητάω, μια ευκαιρία στον παράδεισο να πάω».

Πόσοι και πόσοι δεν είπαν: «Πεθαίνω για σένα» Λαυρέντη σαν «Τούρκος στο Παρίσι» γιατί «πόσο σε θέλω» σ’ αυτόν τον ερωτικό «Μικρό Τιτανικό».

Ο «υπνοβάτης» που στοίχειωσε τα όνειρά μας, μ’ εκείνο το «φλασάκι», έβαλε «πατίνια στην καρδιά και δύο ρουλεμάν» κι έφυγε.

Και τώρα είναι «τα μάτια σου ένας διάδρομος παλιός, δάκρυα πνιγμένα ξεφλουδίζουνε τους τοίχους» κι ας μας λες «τα μάτια σου να μην τα αγαπώ».

Επειδή, όμως σ’ αυτά τα «μάτια δεν υπάρχει λογική» για τον «δικό σου θεό, μαζί σου θα καώ».

Μα αν ο Λαυρέντης έφυγε για τη «γειτονιά των αγγέλων», όπως είθισται να λέγεται, έριξε «κόκκινο στη νύχτα και λάδι στη φωτιά» και μας λέει από εκεί πάνω «να δεις τι σου ΄χω για μετά».

Αλλά όπως συνήθιζε να τραγουδά με τη βραχνή φωνή του «της αγάπης την ουσία τη μετρώ στην απουσία, κι όλο γίνομαι κομμάτια, πράσινα γλυκά μου μάτια».

Ταξιδευτής παντοτινός ο Λαυρέντης, αισιόδοξος και μαζί σκοτεινός: «Μα εσύ μου είπες δεν τρομάζεις, ότι στο μαύρο βλέπεις χρώμα, κι εγώ που είδα ν’ ανασταίνεις, το ταραγμένο μου το σώμα».

Που να ξερε όταν τραγουδούσε: «Ελα μές στη νύχτα Χάρε, κι όσο αίμα έχω πάρε στο καμάκι σου».

Καλό ταξίδι Λαυρέντη. Ετσι «σε στυλ να μην ξεχνιόμαστε, βρισκόμαστε, αποχωριζόμαστε».

Όλα, όμως, είναι θέμα φαντασίας….