Πρωτεύουσα της Περιφερειακής Ενότητας Φθιώτιδας και έδρα της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, η Λαμία είναι χτισμένη σε θέση στρατηγικής σημασίας, στις νοτιοδυτικές παρυφές του ορεινού όγκου της Όθρυος (Όθρης).

Κατοικημένη τουλάχιστον από την Εποχή του Χαλκού, η Λαμία, που σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση ιδρύθηκε από το γιο του Ηρακλή Λάμο, πρέπει να ήταν οχυρωμένη ήδη από τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., σύμφωνα με τμήματα οχυρώσεων στην ακρόπολη και στο σύγχρονο οικιστικό πυρήνα.

Η οχύρωση αυτή απέβλεπε στην επιτήρηση της κοιλάδας του Σπερχειού, της παραλιακής οδού και του στενού περάσματος που οδηγεί στη Θεσσαλία.

Την εποχή του Ιουστινιανού η ακρόπολη της Λαμίας εντάχθηκε πιθανότατα στο πρόγραμμα επιδιόρθωσης των οχυρών μεταξύ της Θεσσαλίας και των Θερμοπυλών.

Στα μετέπειτα χρόνια η πόλη της Λαμίας, που από τον 9ο αιώνα μ.Χ. εμφανίζεται στις πηγές ως Ζητούνι, έπεσε στα χέρια διαφόρων κατακτητών.

Η οχύρωση της ακρόπολης αναφέρεται πρώτη φορά ως κάστρο σε μια επιστολή του Πάπα Ιννοκέντιου Γ΄, στις αρχές του 13ου αιώνα.

Το 1446 η Λαμία κατελήφθη από τους Τούρκους, στην κατοχή των οποίων παρέμεινε έως το 1832/3. Από το 1884 έως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το κάστρο της Λαμίας χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας.

Στο χώρο του κάστρου σώζονται σήμερα τμήματα των πρώιμων οικοδομικών φάσεών του, αλλά το μεγαλύτερο τμήμα του είναι αποτέλεσμα διαδοχικών επεμβάσεων και επισκευών κατά τους Βυζαντινούς και τους Μεσαιωνικούς Χρόνους, αλλά και επί Τουρκοκρατίας.

Στην κορυφή της ακρόπολης βρίσκεται το αναστηλωμένο κτίριο του στρατώνα που οικοδομήθηκε επί Όθωνα. Σε αυτό στεγάζονται τα γραφεία της ΙΔ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και το Αρχαιολογικό Μουσείο Λαμίας. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο εκτίθενται αξιόλογα ευρήματα, που χρονολογούνται από τους Προϊστορικούς έως τους Ρωμαϊκούς Χρόνους.



Κάτω από το κάστρο της Λαμίας βρίσκεται η εκκλησία της Παναγίας της Αρχοντικής (Εισοδίων της Θεοτόκου), που ιδρύθηκε το 1762 στη θέση παλαιότερου ναού που καταστράφηκε από πυρκαγιά.