Το 2003, σε μια εγκαταλελειμμένη πόλη μεταλλωρύχων στην έρημο Ατακάμα της Χιλής, βρέθηκε ένας παράξενος μουμιοποιημένος σκελετός: είχε μήκος 15 εκατοστά και έμοιαζε με ανθρώπινο έμβρυο αλλά τα χαρακτηριστικά του ήταν «αλλόκοτα». Η «μούμια της Ατακάμα» ή «Ατα», όπως ονομάστηκε, εξήψε αμέσως την περιέργεια και τη φαντασία των μέσων ενημέρωσης και του κοινού, σε σημείο ώστε κάποιοι να υποστηρίξουν ότι επρόκειτο για εξωγήινο ον. Με αφορμή όλον αυτόν τον θόρυβο ο Γκάρι Νόλαν, καθηγητής Μικροβιολογίας και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ στις Ηνωμένες Πολιτείες, αποφάσισε να εξετάσει τον σκελετό, ο οποίος με κάποιον τρόπο είχε καταλήξει στην κατοχή ενός ιδιώτη συλλέκτη στην Ισπανία. Το 2013, μετά τις πρώτες γενετικές αναλύσεις, ανακοίνωσε ότι ανήκε σε ένα ανθρώπινο έμβρυο.
Κρίνοντας παρ’ όλα αυτά ότι χρειαζόταν περαιτέρω διερεύνηση, ο κ. Νόλαν και οι συνεργάτες του προχώρησαν στη συνέχεια στην αλληλούχηση του πλήρους γονιδιώματος της «Ατα». Τον περασμένο Μάρτιο δημοσίευσαν τα αποτελέσματά τους στην επιθεώρηση «Genome Research» καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι το έμβρυο ήταν θηλυκού φύλου και χιλιανής καταγωγής, ότι πέθανε αμέσως πριν ή μετά τον πρόωρο τοκετό και ότι εμφάνιζε μια εντυπωσιακή και σπάνια συσσώρευση γενετικών μεταλλάξεων οι οποίες ήταν υπεύθυνες για τα παράξενα χαρακτηριστικά του. Τον προηγούμενο μήνα ωστόσο μια διεθνής ομάδα επιστημόνων με επικεφαλής τη Σιάν Χάλκροου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Βιοαρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Οτάγκο στη Νέα Ζηλανδία, δημοσίευσε στην επιθεώρηση «International Journal of Paleontology» μια άλλη μελέτη με την οποία όχι μόνο αμφισβητεί τα αποτελέσματα των ερευνητών από το Στάνφορντ, αλλά επίσης τους κατηγορεί για σοβαρές παραλείψεις σε ζητήματα δεοντολογίας.
Αποτελούμενη από ειδικούς στην ανθρώπινη ανατομία και σκελετική ανάπτυξη καθώς και στην αρχαιολογία και στην παλαιοντολογία, η διεθνής ομάδα υποστηρίζει ότι ο σκελετός, του οποίου την ηλικία χρονολογεί στα 40 έτη, είναι καθ’ όλα φυσιολογικός για το στάδιο ανάπτυξης του εμβρύου, το οποίο εκτιμά στις 15 εβδομάδες. «Δεν αντανακλά τίποτε περισσότερο από την τραγική απώλεια μιας μητέρας» υπογραμμίζουν στο σχετικό άρθρο τους, αποδίδοντας τα συμπεράσματα των επιστημόνων του Στάνφορντ περί «σκελετικών ανωμαλιών» σε παρανόηση της εμβρυακής ανάπτυξης και των συνθηκών του περιβάλλοντος –επισημαίνουν π.χ. ότι η «παράξενη» επιμήκυνση του κρανίου είναι κάτι το οποίο συμβαίνει, εξαιτίας των γεωλογικών συνθηκών, όταν ο σκελετός είναι θαμμένος στο έδαφος.
Οσον αφορά τα ζητήματα δεοντολογίας που εγείρονται, αυτά είναι κυρίως το «νεαρό» της ηλικίας του ευρήματος (μόλις τεσσάρων δεκαετιών), η «αμφίβολη» προέλευσή του (αμέσως μετά τη δημοσίευση της ομάδας του Στάνφορντ οι χιλιανές αρχές είχαν ανακοινώσει ότι η μούμια μάλλον ανασκάφηκε παράνομα και βγήκε λαθραία από τη χώρα) καθώς και η παραβίαση των πρωτοκόλλων για τη μελέτη ανθρώπινων καταλοίπων, τα οποία προστατεύονται με νόμους σε πολλές χώρες, μεταξύ αυτών και στη Χιλή. «Δυστυχώς δεν υπήρχε επιστημονική βάση για τη διεξαγωγή εξειδικευμένων γενετικών αναλύσεων στην Ατα αφού ο σκελετός ήταν φυσιολογικός. Οι χρονοβόρες και δαπανηρές τεχνικές αλληλούχησης του γονιδιώματος ήταν άχρηστες και αντιδεοντολογικές» επισημαίνει η διεθνής ομάδα. «Εφιστούμε την προσοχή στους ερευνητές του DNA ώστε να μην εμπλέκονται σε υποθέσεις των οποίων το πλαίσιο και η νομιμότητα δεν είναι ξεκάθαρα».
Η ιστορία της Ατα καταδεικνύει, για άλλη μια φορά, πόσο σημαντική είναι τελικά η διεπιστημονική προσέγγιση των ευρημάτων που προκύπτουν από ανασκαφές. «Η συγκεκριμένη υπόθεση», υπογραμμίζουν τα μέλη της διεθνούς ομάδας, «μας επιτρέπει να δείξουμε ότι η συμβολή επιστημόνων από πολλές ειδικότητες, όπως η οστεολογία, η ιατρική, η αρχαιολογία, η ιστορία και η γενετική, είναι ουσιαστικής σημασίας προκειμένου να εξαχθούν ακριβείς επιστημονικές ερμηνείες και να ληφθούν υπόψη όλες οι δεοντολογικές προεκτάσεις που ανακύπτουν σε τέτοιες περιπτώσεις».