«Στη χρεοκοπία και τα μνημόνια μας οδήγησε ο παλιός δικομματισμός και τα οικονομικά συμφέροντα που εξυπηρέτησε» αποφαίνεται αρθρογράφος φιλοκυβερνητικής εφημερίδας. «Σαράντα χρόνια κυβερνούσατε για να μας οδηγήσετε στη χρεοκοπία» είναι η συνήθης επωδός του καταγγελτικού λόγου της «κυβερνώσας Αριστεράς». Ο πλέον ακραίος λαϊκισμός είναι η ανιστόρητη προσπάθεια απαξίωσης των επιτευγμάτων της Μεταπολίτευσης και ενοχοποίησης ως αποκλειστικά υπευθύνων για την κρίση, των δύο ιστορικών παρατάξεων, ΝΔ και ΠαΣοΚ, που τη συνδιαμόρφωσαν και συλλήβδην όλων των πολιτικών που συνέβαλαν στην οικοδόμησή της.
Υπενθυμίζω για τους αμνήμονες ότι ο κύκλος της Μεταπολίτευσης ξεκίνησε το 1974, με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, και έκλεισε με τους Ολυμπιακούς Αγώνες, το 2004. Στη διάρκεια του 30ετούς ιστορικού κύκλου η Ελλάδα γνώρισε τη μακρότερη περίοδο δημοκρατικής ομαλότητας και ευημερίας. Επιλύθηκαν προβλήματα που στο παρελθόν είχαν οδηγήσει σε εμφύλιες συγκρούσεις. Καταργήθηκε η βασιλεία. Νομιμοποιήθηκε το ΚΚΕ. Καθιερώθηκε η δημοτική ως επίσημη γλώσσα του κράτους. Κορυφαίο επίτευγμα, η ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ, το 1981, και στη συνέχεια στον σκληρό πυρήνα των προηγμένων ευρωπαϊκών χωρών, την ΟΝΕ, το 2001. Επιτεύχθηκε η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, που επανόρθωσε –σε μεγάλο βαθμό –τις συνέπειες της χουντικής προδοσίας. Παράλληλα, οικοδομήθηκε κοινωνικό κράτος, με κορυφαία κατάκτηση το ΕΣΥ. Τέλος, η Ελλάδα, χάρη και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, που της προσέδωσαν παγκόσμια προβολή και λάμψη, απέκτησε υποδομές ευρωπαϊκής χώρας: μετρό, αεροδρόμιο, Αττική οδός, γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου, Εγνατία κ.λπ. Συμπερασματικά, στα τριάντα χρόνια μεταπολίτευσης, η Ελλάδα ξέφυγε από τη βαλκανική μοίρα της και μετασχηματίστηκε σε χώρα ευρωπαϊκή, θεσμικά και οικονομικά.
Αυτή την Ελλάδα παρέδωσαν οι ηγέτες της Μεταπολίτευσης Κ. Καραμανλής, Α. Παπανδρέου, Κ. Μητσοτάκης, Κ. Σημίτης στη νεότερη γενιά πολιτικών ηγετών, που αναδείχθηκαν, σχεδόν ταυτόχρονα, σε όλα τα κόμματα, μετά το 2004. Μια Ελλάδα με ιστορικά επιτεύγματα αλλά και με αδυναμίες και παθογένειες που εκκολάφθηκαν στο κομματικό σύστημα: κρατισμός, κομματοκρατία, πελατειακές σχέσεις. Είναι αυτές που διαμόρφωσαν το θερμοκήπιο στο οποίο αναπτύχθηκαν η αναξιοκρατία και η διαφθορά.
Η νέα γενιά πολιτικών που ανέλαβε τις ευθύνες της χώρας, αντί να διευρύνει τα θετικά και να αναμετρηθεί με τα αρνητικά, έκανε το αντίθετο. Υπονόμευσε τα θετικά και συμβιβάστηκε με τα αρνητικά. Επικράτησε πλήρης μεταρρυθμιστική άπνοια. Οι παθογένειες παγιώθηκαν. Η προειδοποίηση του Κ. Σημίτη στη Βουλή, το 2008, ότι με τον νέο προϋπολογισμό η χώρα οδηγείται στο ΔΝΤ λοιδορήθηκε από τις τότε ηγεσίες ως καταστροφολογική. Χειρότερα, αντί να αντιμετωπίσουν τη βαθιά και πολυεπίπεδη κρίση ως μείζον εθνικό ζήτημα, που επιβάλλει Συναίνεση, Συνεννόηση και Συνεργασία, την είδαν ως ευκαιρία για ρεσάλτο στην εξουσία. Με όχημα τον λαϊκισμό: «Λεφτά υπάρχουν», «Ζάππεια», «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης». Με λόγο διχαστικό και πολωτικό: «ή εμείς ή αυτοί», «γερμανοτσολιάδες», «κουίσλινγκ» κ.λπ. Κατάληξη, και ο τρεις παρατάξεις, Κεντροαριστερά, Κεντροδεξιά, «πρώτη φορά Αριστερά», που κατέκτησε την εξουσία με την υπόσχεση να καταργήσει τα Μνημόνια «με έναν νόμο και ένα άρθρο» πέτυχε να ψηφίσει δύο μνημόνια, σε συσκευασία ενός, παρατείνοντας τη λιτότητα μέχρι το 2021.
Ποια η συνεισφορά της Αριστεράς μέχρι σήμερα;
Με εξαίρεση την ευρωαριστερά των Κύρκου, Παπαγιαννάκη, Γιάνναρου και την υπεύθυνη στάση του ΚΚΕ των Φλωράκη, Φαράκου, με κορυφαία στιγμή εθνικής συμφιλίωσης και ευθύνης τη συγκυβέρνηση Κεντροδεξιάς και Αριστεράς το 1989, η συνεισφορά της Αριστεράς υπήρξε παντελώς αρνητική.
Ως αντιπολίτευση η Αριστερά αντιτάχθηκε λυσσαλέα σε κάθε μεταρρύθμιση και εκσυγχρονισμό του κράτους και της Παιδείας. Υπερασπίστηκε κάθε προνόμιο των συντεχνιών του δημοσίου τομέα που απέσπασαν εκβιάζοντας τις εκάστοτε κυβερνήσεις, με όμηρο την κοινωνία. Με τις νεότερες ανιστόρητες και ανεύθυνες ηγεσίες αναζωπυρώνει τα εμφυλιοπολεμικά πάθη «ή εμείς ή αυτοί». Χαρακτηρίζει την κοινοβουλευτική δημοκρατία «ταξική». Την αποδέχεται ως μέσον για την κατάκτηση της εξουσίας. Προκειμένου να αλλάξει το «καθεστώς». Αντιμάχεται τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας. Υιοθετεί τον εθνικό απομονωτισμό. Διακρίνει την πολιτική βία σε «καλή» και «κακή». Ενώ καταγγέλλει και συγκρούεται με τη βία των «ταγμάτων εφόδου» της νεοναζιστικής ΧΑ δεν τηρεί την ίδια στάση απέναντι στην αριστερή βία των αυτοαποκαλουμένων αντιεξουσιαστών, που καταστρέφουν πανεπιστήμια και δημόσια περιουσία, λεηλατούν καταστήματα και διαλύουν το εμπορικό κέντρο της Αθήνας, σε κάθε ευκαιρία. Με τα κινήματα «ανυπακοής» και «δεν πληρώνω», τις καταλήψεις και τα μπλόκα, υπονομεύει τη Δημοκρατία και ακυρώνει το κράτος δικαίου. Αποτελεί οδυνηρή διαπίστωση ότι κατά τη Μεταπολίτευση βιώνουμε το φαινόμενο εκδημοκρατισμού της Δεξιάς και εκφασισμού της άκρας Αριστεράς.
Ως «κυβερνώσα Αριστερά» η συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ αποτυπώνει τη σύγκλιση Δεξιού και αριστερού εθνολαϊκισμού. Η κυβερνητική της δράση συμπυκνώνει όλες τις μεταπολιτευτικές παθογένειες: κρατισμός, κομματοκρατία, νεποτισμός, σύζευξη παλαιάς με νέα διαπλοκή. Ανήγαγε τον «μπαξεβανισμό» σε ανώτατο στάδιο του «αυριανισμού». Η Ελλάδα με την κυβέρνηση «κοινωνικής σωτηρίας» αναδεικνύεται πρωταθλήτρια στην ανεργία και τη φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας. Παραπέμποντας στις πιο σκοτεινές περιόδους της μετεμφυλιακής Ελλάδας επιχειρεί να ποδηγετήσει τη Δικαιοσύνη και να ελέγξει την Ενημέρωση.
Στο πρόσωπο του σημερινού Πρωθυπουργού αποτυπώνεται η πλέον παταγώδης διάψευση της πολιτικής μυθολογίας περί του «νέου και άφθαρτου» πολιτικού, που θα αντικαταστήσει το «παλιό και φθαρμένο» πολιτικό προσωπικό. Ο Λ. Κύρκος σε μία από τις τελευταίες του συνεντεύξεις είχε εκμυστηρευτεί «με πιάνει τρόμος άμα σκεφθώ ότι αν νικούσε τότε η Επανάστασή μας θα είχαμε πρωθυπουργό τον Μάρκο, υπουργό Οικονομικών τον Μπαρτζώτα, υπουργό Παιδείας τον Στρίγκο κ.λπ. Ανθρωποι γελοίοι, χωρίς καμιά παιδεία και ικανότητες να παίξουν ένα ουσιαστικό ρόλο σαν αυτόν που φιλοδοξούσαν…». Αν στη θέση τους τοποθετούσαμε τους σημερινούς, συνειδητοποιούμε ότι τελικά η Ελλάδα υπέστη αυτό που ο Κύρκος φοβόταν.
Ο κ. Βασίλης Κοντογιαννόπουλος είναι πρώην υπουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ